Ὑπάρχουν Ὀρθόδοξοι οἱ ὁποῖοι πιστεύουν πώς ὀ Χριστός κατάγεται ἀπό τόν πίθηκο.
Πῶς τά σχολιάζετε ὅλα αὐτά;
Α[34] Ἄν
μία πρόταση, ὑπόθεση ἤ θεωρία δέν μπορεῖ μέ παρατηρήσεις ἤ καί
πειράματα νά ἐπιβεβαιωθεῖ ἤ νά διαψευσθεῖ στήν ἑρμηνεία καί πρόβλεψη πού
κάνει μέσα ἀπό τίς τίς ἀντικειμενικές συνθῆκες (λογική μέθοδος,
περιορισμοί ἀπό τίς πέντε αἰσθήσεις, ἔρευνα σέ ἐπαναλαμβανόμενα φυσικά
γεγονότα, ἔρευνα τοῦ τρόπου καί ὄχι τοῦ σκοποῦ τῆς ἐσχάτης οὐσίας τῶν
ὄντων), τότε αὐτή ἡ πρόταση, ἡ ὑπόθεση ἤ ἡ θεωρία δέν εἶναι
ἐπιστημονική, ἀλλά φιλοσοφική καί μεταφυσική, ὅπως λέμε, γιατί
ἀπαραίτητο στοιχεῖο καί χαρακτηριστικό κάθε ἐπιστημονικῆς προτάσεως ἤ
θεωρίας εἶναι ἡ δυνατότητά της νά δοκιμασθεῖ μέ ἐμπειρικό ἐπιστημονικό
τρόπο, ἄν εἶναι σωστή ἤ λαθεμένη, δηλαδή νά ἐπιβεβαιωθεῖ ἤ νά
διαψευσθεῖ μέ παρατήρηση ἤ πείραμα.
Ἀξίζει
νά ἀναφερθοῦμε στά λόγια τοῦ προσφάτως ἀναδεικνυομένου Ὀρθοδόξου καί
μακαριστοῦ πλέον Ἀμερικανοῦ Ἱερομονάχου π. Σεραφείμ Ρόουζ πού μᾶς
γνωστοποιοῦνται ἀπό τό πατερικά βαθυστόχαστο βιβλίο «Ἡ ζωή καί τά ἔργα
του»,τόμος Β΄, μετάφραση Ἱερομονάχου Δαμασκηνοῦ, ἐκδόσεις «Μυριόβιβλος».
Μᾶς
λέει λοιπόν ὁ π. Σεραφείμ στό κεφάλαιο «Γένεσις, Δημιουργία καί ὁ
πρῶτος Ἄνθρωπος», πού ἀποτελεῖ καί ὁμώνυμο βιβλίο του ὅτι «ὅλες οἱ
ὑποτιθέμενες ἀποδείξεις τῆς ἐξελίξεως μποροῦν ἐξίσου νά χρησιμοποιηθοῦν
γιά νά ἀποδείξουν μιά ἄλλη θεωρία ἀναλόγως μέ τίς ὑποθέσεις τῶν
κατασκευαστῶν της».
Ἀλλά
τί ἐννοοῦμε μέ τή λέξη ἐξέλιξη; Ὅλα τά ἐπιστημονικά ἐγχειρίδια ὁρίζουν
τήν ἐξέλιξη ὡς συγκεκριμένη θεωρία σχετική μέ τό πῶς ἐμφανίσθηκαν τά
πλάσματα : μέσῳ τοῦ μετασχηματισμοῦ ἑνός εἴδους πλάσματος σέ ἄλλο, δηλ.
πῶς σύνθετες μορφές προέκυψαν ἀπό ἁπλούστερες μορφές σέ μιά φυσική
διαδικασία πού ἀπαιτεῖ ἀμέτρητα ἑκατομμύρια χρόνια.
Καί
συνεχίζει ὁ π. Σεραφείμ:Δέν ἀρνοῦμαι τό γεγονός τῆς ἀλλαγῆς καί τῆς
ἀνάπτυξης στή φύση. Ὅτι ἕνας ὥριμος ἄνθρωπος δημιουργεῖται ἀπό ἕνα
ἔμβρυο, ὅτι ἔνα μεγάλο δένδρο προέρχεται ἀπό ἕνα μικρό βελανίδι, ὅτι
ἀναπτύσσοναται νέες ποικιλίες ὀργανισμῶν, εἴτε πρόκειται γιά φυλές τοῦ
ἀνθρώπου εἴτε γιά διαφορετικά εἴδη γατῶν καί σκυλιῶν καί ὀπωροφόρων
δένδρων . Ἀλλά ὅλα αὐτά δέν εἶναι ἐξέλιξη : εἶναι μόνο ποικιλία μέσα σέ
ἕνα ὁρισμένο εἶδος ἤ εἴδη .
Διεπίστωσε
ἐπίσης μετά ἀπό ἔρευνες πού ἔκανε ὅτι πολλοί ἀπό τούς ὑποστηρικτές τῆς
ἐξελίξεως παραδέχονταν ὅτι δέν ὑπῆρχε πραγματική ἀπόδειξη γι’αὐτό, ἀλλά
ὅτι «ἔχει περισσότερο νόημα» ἤ ὅτι «ἡ ἐναλλακτική λύση εἶναι ἀδιανόητη»,
δηλ. ἡ δημιουργία τοῦ Θεοῦ. Οἱ ὑποστηρικτές της ἁπλῶς πιστεύουν –δέν
ἀποδεικνύουν- τήν ἐν λόγῳ θεωρία ἐπειδή οἱ μεγαλύτερες ἀλλαγές ἀπό ἕνα
ζωντανό ὄν σέ ἄλλο δέν ἔχουν καταδειχθεῖ παρά μόνο οἱ ποικιλίες πού
ἐμφανίζονται σέ ἕναν ὁρισμένο τῦπο.
Ἔγραφε
ἐπίσης ὅτι «τό θέμα τῆς ἐξελίξεως δέν μποροῦσε νά συζητηθεῖ ἄν κάποιος
δέν εἶχε βασική γνώση γιά τίς ἐπιστημονικές ἀποδείξεις. Ἡ ἐπιστημονική
ὅμως πλευρά δέν εἶναι ἡ σημαντικότερη καί οἱ εἰδικοί περιπλέκονται
συνήθως μέ τό νά συγκεντρώνονται πάρα πολύ σ’αὐτήν. Π. χ. ἄν ὁ ἄνθρωπος
βρίσκεται στή γῆ γιά μερικές χιλιάδες χρόνια ἤ μερικά ἐκατομμύρια
χρόνια εἶναι κάτι πού ἀγγίζει βεβαίως μερικά βασικά ὀρθόδοξα ζητήματα
-ἄν οἱ γενεαλογίες τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι πραγματικά γενεαλογίες, ὅπως
πιστεύουν ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἤ ἁπλῶς κατάλογοι μέ
πολλά κενά.
«Ὡς
βασική ἀρχή ἐξετάσεως τοῦ θέματος πρέπει νά θεωρήσουμε ὅτι ἡ
ἐπιστημονική ἀλήθεια δέν μπορεῖ νά ἐναντιωθεῖ στήν ἀποκαλυφθεῖσα
ἀλήθεια, στήν περίπτωση πού καταλαβαίνουμε καί τίς δύο ὀρθῶς»....
Ὁ
π. Μιχαήλ Πομαζάνσκι ἔλεγε ὅτι «ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἀναγνωρίζει στήν
«Ἑξαήμερο» ὅλα τά ἐπιστημονικά δεδομένα τῆς φυσικῆς ἐπιστήμης. Ἀλλά δέν
δέχεται τίς φιλοσοφικές συλλήψεις, ἤ τίς ἑρμηνεῖες αὐτῶν τῶν δεδομένων,
οἱ ὁποῖες ἦταν σύγχρονες(τή μηχανιστική θεωρία τῆς προελεύσεως τοῦ
κόσμου καί τά παρόμοια...) Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἤξερε πῶς νά σηκώσει τό
ἀνάστημά του πάνω ἀπό τίς σύγχρονες θεωρίες σχετικά μέ τίς βασικές ἀρχές
τοῦ κόσμου. Μοιάζει μέ ἕνα πουλί πού πετᾶ στά ὕψη, ὑπεράνω κάθε
πλάσματος πού κινεῖται στή γῆ.
Ἡ Ὀρθοδοξία δέν ἀκολουθεῖ τή φιλοσοφία τῆς ἐποχῆς, ἐπειδή διαθέτει δική της.
Στηρίζεται
στήν Ἀποκάλυψη. Οἱ ἅγιοι Πατέρες προσφέρουν πλήρη θεολογία προελεύσεως
τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς δημιουργίας πού δέ συνδέεται μέ καμιά ἐφήμερη
διανοητική μόδα. Ἡ φιλοσοφία μας δέν εἶναι αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί εἶναι ἡ
ἀπάντηση στίς μάταιες εἰκασίες τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου».
...Ὁ
Τέϊλχάρντ ντέ Σαρντέν, δεινός παλαιοντολόγος καί ρωμαιοκαθολικός
θρησκευτικός φιλόσοφος, πέτυχε νά φέρει τήν ἐξέλιξη στό λογικό
χιλιαστικό συμπέρασμά της.
«Ὁ
σύγχρονος κόσμος, ἔγραφε, εἶναι ἕνας κόσμος σέ ἐξέλιξη. Οἱ στατικές
ἔννοιες τῆς πνευματικῆς ζωῆς πρέπει νά ἐπανεξετασθοῦν καί οἱ κλασσικές
διδασκαλίες τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά ἐπανερμηνευθοῦν. ...Αὐτός ὁ
«ἐξελισσόμενος Χριστός»δήλωσε, θά φέρει μιά ἑνότητα ὅλων τῶν θρησκειῶν:
Μιά γενική σύγκλιση τῶν θρησκειῶν μέ βάση ἕναν παγκόσμιο-καθολικό Χριστό
πού τούς ἱκανοποιεῖ πλήρως ὅλους: αὐτή φαίνεται σέ μένα ἡ μόνη πιθανή
μεταστροφή τοῦ κόσμου καί ὁ μὀνος τύπος βάση τοῦ ὁποἰου μπορεῖ νά
ὑπάρξει μιά θρησκεία τοῦ μέλλοντος .».
Σαφῶς
αὐτή εἶναι ἡ θρησκεία τοῦ Ἀντιχρίστου , τοῦ «ἀναδυομένου» ψευδοχριστοῦ
πού ὑπόσχεται ἕνα πνευματικό βασίλειο αὐτοῦ τοῦ κόσμου.
Ὁ
π. Σεραφείμ ὅταν σκεπτόταν καί ἔγραφε γιά τή Δημιουργία καί τήν
ἐξέλιξη, εἶχε προσευχηθεῖ πρῶτα θερμά στό Θεό καί δέ μελέτησε ἁπλά, ἀλλά
ὑπέφερε γιά νά βρεῖ καί νά μπεῖ στή σκέψη τῶν ἁγίων Πατέρων. Δέν τόν
εὐχαριστοῦσε νά διαβάζει μόνο τά γραπτά τους, ἀλλά ἀπευθυνόταν προσωπικά
στούς ἀρχαίους πατέρες ὡς πιστούς συντρόφους στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί
ὡς ὀχήματα τῆς θείας πίστης, ἔτσι ὥστε νά μπορεῖ νά δεῖ πῶς κατανοοῦσαν
τή δημιουργία. Αἰσθάνθηκε ἰδιαιτέρως κοντά στόν πατέρα τοῦ τετάρτου
αἰώνα, Ἅγιο Βασίλειο τόν Μέγα, ὁ ὁποῖος ἔγραψε πατερικά σχόλια γιά τίς
ἕξι ἡμέρες τῆς δημιουργίας, τήν Ἑξαήμερο.
«...Οἱ
ἅγιοι Πατέρες ξεκάθαρα δέν πίστευαν σέ καμιά τέτοια θεωρία καθότι ἡ
θεωρία τῆς ἐξέλιξης δέν ἐφευρέθηκε παρά στή σύγχρονη ἐποχή
...Εἶμαι
βέβαιος ὅτι θά συμφωνήσετε μαζί μου ὅτι δέν εἴμαστε ἐλεύθεροι νά
ἑρμηνεύσουμε τήν Ἁγία Γραφή ὅπως θέλουμε , εἰ μή μόνον ὅπως μᾶς
διδάσκουν οἱ ἅγιοι Πατέρες . Μερικοί ἄνθρωποι ἀσχολοῦνται τόσο πολύ μέ
τήν καταπολέμηση τοῦ προτεσταντικοῦ φονταμενταλισμοῦ πού φθάνουν σέ
ἀκρότητες νά ἀρνοῦνται ὁποιονδήποτε ἐπιθυμεῖ νά ἑρμηνεύσει τό ἱερό
κείμενο τῆς Γένεσης μέ τρόπο κυριολεκτικό. Μέ αὐτές τίς ἐνέργειες δέν
ἀνατρέχουν ποτέ στόν Ἅγιο Βασίλειο ἤ σέ ἄλλους σχολιαστές τοῦ βιβλίου
τῆς Γενέσεως οἱ ὁποῖοι δηλώνουν ἀρκετά σαφῶς τίς ἀρχές πού πρόκειται νά
ἀκολουθήσουμε κατά τήν ἐρμηνεία τοῦ ἱεροῦ κειμένου
....Ποιός
γνωρίζει περισσότερα γιά τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἐνεργεῖ ὁ Θεός : ἡ
σύγχρονη ἐπιστήμη, πού δέν εἶναι ἀκόμη σίγουρη ὅτι ὁ Θεός ὑπάρχει καί ἐν
πάσῃ περιπτώσει προσπαθεῖ νά ἐξηγήσει ὅλα αὐτά ἤ ἡ ἐκκλησία μέ τούς
θεοφώτιστους Πατέρες της»;
...Σύμφωνα
μέ τούς ὀπαδούς τῆς ἐξελίξεως ὁ ἄνθρωπος ἐμποτίσθηκε μέ τή χάρη τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος σέ ἕνα ὁρισμένο στάδιο τῆς ἀνθρώπινης ἐξελίξεως, ὅταν τό
σῶμα του ἦταν ἀπό ὅλες τίς πλευρές τό σῶμα ἑνός πιθήκου.
«Αὐτή
ἡ χάρη τόν μετασχηματίζει ἀπό ζῶο σέ ἄνθρωπο χωρίς τήν ἀλλαγή ἑνός
ἀνατομικοῦ χαρακτηριστικοῦ γνωρίσματος τοῦ σώματός του, χωρίς ἀλλαγή
ἑνός ἁπλοῦ κυττάρου»....
...
«Μιά τέτοια ἄποψη ὅμως ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τή διδασκαλία τῶν Ἁγίων
Πατέρων οἱ ὁποῖοι δίδαξαν ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἦταν δημιουργημένος κατ’εἰκόνα
Θεοῦ σύμφωνα μέ τήν ἴδια τή φύση του.
Ὅτι ἡ φύση του ἦταν ἀρχικῶς ἀπαθής καί ἐνάρετη.
Ὅτι τό σῶμα καί ἡ ψυχή του δημιουργήθηκαν στόν ἴδιο χρόνο.
Ὅτι δημιουργήθηκε ἐντός τῆς χάριτος ἀπό τήν ἀρχή.
Ὅτι ἀρχικά τό σῶμα του ἦταν ἀδιάφθορο καί ὅτι ἡ φύση του ἄλλαξε λόγω τῆς πτώσεως.
...Ἡ
κατάσταση τοῦ Ἀδάμ καί τοῦ πρωτο-δημιουργημένου κόσμου ἔχει τοποθετηθεῖ
γιά πάντα πέρα ἀπό τή γνώση τῆς ἐπιστήμης σχετικά μέ τό ὅριο τῆς πτώσης
τοῦ Ἀδάμ, πού ἄλλαξε τήν ἴδια τή φύση του καί τῆς δημιουργίας καθώς καί
τήν ἴδια τή φύση τῆς γνώσεως.
Ἡ σύγχρονη ἐπιστήμη ξέρει μόνο ὅ,τι παρατηρεῖ καί ὅ,τι μπορεῖ νά προκύψει εὔλογα ἀπό τήν παρατήρηση.
...Ἡ
ἀληθινή γνώση τοῦ Ἀδάμ καί τοῦ πρωτο-δημιουργημένου κόσμου, αὐτή πού
εἶναι χρήσιμο νά γνωρίζουμε προσεγγίζεται μόνο στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ
καί στά θεῖα ὁράματα τῶν Ἁγίων. ...Πῶς εἶναι δυνατόν ἡ ἀμέλειά μας στήν
κατανόηση ἑνός μέρους τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ (πού ἐπ’εὐκαιρίᾳ πράγματι
συνδέεται πολύ μέ τόν Χριστό, τόν δεύτερο Ἀδάμ, πού ἔλαβε σάρκα
προκειμένου νά μᾶς ἀποκαταστήσει στό ἀρχικό κάλλος ) νά μήν ὁδηγήσει
στήν ἀμέλεια τῆς κατανοήσεως ὁλοκλήρου τοῦ δόγματος τῆς ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας;...Ἐάν ζοῦμε καλά ἀλλά εἴμαστε ἀμελεῖς ὅσον ἀφορᾶ στά σωστά
δόγματα, δέν μποροῦμε νά ἀποκτήσουμε ὁτιδήποτε γιά τή σωτηρία μας.. Ἄν
ἐπιθυμοῦμε νά ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό τή γέεννα τοῦ πυρός καί νά μποῦμε στή
Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά ἐξωραϊστοῦμε καί μέ τό ἕνα καί μέ τό
ἄλλο-καί μέ τή στενή ἐφαρμογή τῶν δογμάτων καί μέ τήν αὐστηρότητα τῆς
ζωῆς...
...Ὁ
προφήτης Μωϋσῆς, ὁ συντάκτης τῆς Γενέσεως, εἶχε λάβει τή γνώση γιά τή
δημιουργία ἀπό θεοπτία. Οἱ ἅγιοι Πατέρες πού σχολίασαν τήν Ἀγία Γραφή
ἦταν ἐπίσης συμμέτοχοι στή θεοπτία καί ἔτσι γίνονται οἱ μοναδικοί
ἑρμηνευτές τοῦ Μωϋσέως.
...Μερικοί
ἀπό τούς Πατέρες δίδαξαν περαιτέρω ὅτι πρίν ἀπό τήν πτώση, ὁλόκληρη ἡ
ὑλική δημιουργία ἦταν ἄφθορη καί ἐστερεῖτο θανάτου καί ὅτι περιῆλθε στή
φθορά λόγω τοῦ ἀνθρώπου....»
Ὁ
π. Σεραφείμ ἐπεσήμανε πώς οὔτε ἡ δημιουργία οὔτε ἡ ἐξέλιξη μποροῦν νά
ἀποδειχθοῦν ἀποφασιστικά: καί οἱ δυό σχετίζονται μέ τήν πίστη καί τή
φιλοσοφία, μέ ἐπιλογή προϋποθέσεων.
Ἴσως
πρέπει νά σημειώσουμε πώς γιά τούς Χριστιανούς τουλάχιστον,
ἀπορρίπτεται ἡ θεωρία τῆς ἐξελίξεως εὐθύς ἐξ ἀρχῆς ἀφοῦ θά ἔπρεπε νά
παραδεχθοῦν ὅτι ἔστω σέ κάποια φάση πού ὁ ἄνθρωπος ἦταν πίθηκος, ἐξ
ἀνάγκης πίθηκος θά ἔπρεπε νά εἶναι καί ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἐφ’ὅσον ὁ
ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος κατ’εἰκόνα Του. Μᾶς ἐντυπωσιάζει ἐπίσης ὅτι
εὐθύς ἐξ ἀρχῆς γιά τήν πλάση τοῦ ἀνθρώπου ἐνδιαφέρεται καί γνοιάζεται ὁ
Θεός ἀγαπητικά καί προσωπικά χρησιμοποιώντας τό ρῆμα «ποιήσωμεν»
(Γεν.α΄,26) καί «ἔπλασεν» (Γεν.β΄,7) δηλαδή κατόπιν συνεργασίας καί τῶν
τριῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος σέ ἀντίθεση πρός τήν δημιουργία τοῦ
φωτός πού εἶπε ἁπλά «γενηθήτω» καί τῶν φυτῶν καί ζώων πού εἶπε ἁπλά
«ἐξαγαγέτω». Ἐπίσης τό ὅτι μόνο στόν ἄνθρωπο ἐνεφύσησε πνοή ζωῆς, δηλ.
τήν ἄκτιστη χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὄχι στά ζῶα, ἀποτελεῖ ἄλλο ἕνα
ἐπιχείρημα τῆς ἀνωτερότητας καί μοναδικότητας τοῦ ἀνθρωπίνου εἴδους.
Νά
λοιπόν πού ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι - καί πολύ πιό πρίν
ἱδρυθεῖ ἐν τῷ ἱστορικῷ γίγνεσθαι διά τῆς Πεντηκοστῆς, καί ὑπάρχουσα ἤδη
προαιωνίως ὡς κοινωνία τῶν τριῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος- μέσα ἀπό τό
βιβλίο τῆς Γενέσεως, ἀπό τή δημιουργία κιόλας τοῦ ἀνθρώπου καί μέ τήν
ἑρμηνεία της στή συνέχεια ἀπό τούς ἁγίους πατέρες, ἔχει πάρει θέση
ἀρνητική ὡς πρός τή θεωρία τῆς ἐξελίξεως τήν ὁποία δέν ὑποστηρίζει ἡ
ἐπιστήμη στό σύνολό της, ἀλλά κάποιοι ἐπιστήμονες ἐν γνώσει ἤ ἐν ἀγνοία
τους.