Παρασκευή 24 Μαΐου 2019

Παρακαλώ, πώς ένας κοσμικός μπορεί να πληροφορηθεί, εάν οι θλίψεις και οι πειρασμοί του είναι παιδεία του Κυρίου και όχι πρόγευση κολάσεως, και πώς δίδεται η πληροφορία μετά από προσευχή (τριήμερο συνιστούν οι πατέρες) για τρέχοντα αλλά σοβαρά θέματα της καθημερινότητας; Ευχαριστώ.



Παρακαλώ, πώς ένας κοσμικός μπορεί να πληροφορηθεί, εάν οι θλίψεις και οι πειρασμοί του είναι παιδεία του Κυρίου και όχι πρόγευση κολάσεως, και πώς δίδεται η πληροφορία μετά από προσευχή (τριήμερο συνιστούν οι πατέρες) για τρέχοντα αλλά σοβαρά θέματα της καθημερινότητας; Ευχαριστώ.

Α[1]    Ὁ Κύριός μας μᾶς πληροφορεῖ στό Εὐαγγέλιο : «ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ θλίψιν ἕξετε, ἀλλά θαρσεῖτε ἐγώ νενίκηκα τόν κόσμον». Μετά τήν πτώση τῶν προπατόρων μας, οἱ θλίψεις εἶναι ὁ διαρκής σύντροφος τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι συνέπεια τῆς ἀποστασίας του ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Τέτοιες θλίψεις, ὅπως αὐτές πού προέρχονται ἀπό τό θάνατο κάποιου προσφιλοῦς μας προσώπου εἶναι ἀναπόφευκτες. Ὁ Κύριος μας ὅμως ὅλες τίς θλίψεις καί τούς πειρασμούς τούς ἀξιοποιεῖ πρός ὄφελός μας.            Πολλές φορές τίς ἐπιτρέπει ὁ Κύριος λόγῳ τῶν ἁμαρτιῶν μας, ὅπως ὀρθά λέτε, γιά παιδεία, ὥστε νά ἐπιτύχουμε τή συγχώρηση καί τήν κάθαρσή μας ἀπό τά πάθη.  Ἐξ αἰτίας τῶν θλίψεων, ἄν ἔχουμε καλή προαίρεση, στρεφόμεθα μέ τήν προσευχή στό Θεό καί ἑνούμεθα μαζί Του. Ἐγκαταλείπουμε τά ψεύτικα ὄνειρα καί τούς μάταιους στόχους καί καταλαβαίνουμε ὅτι τό νόημα τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ κοινωνία μέ τόν Τριαδικό Θεό, ἡ κοινωνία μέ τούς ἀδελφούς μας, ὁ Παράδεισος.

Οἱ θλίψεις πάλι πού συμβαίνουν στούς Ἁγίους ἔχουν σκοπό νά τούς ἀναδείξουν τελειότερους καί πιστότερους στό Θεό. Τέτοιες ἦταν οἱ θλίψεις τοῦ Ἰώβ, τῶν Ἁγίων μαρτύρων καί ασκητῶν καί ἄλλων ἀγνώστων ἁγίων μέσα στόν κόσμο. Ὁ Ἀπ. Παῦλος ἐξηγεῖ μέ συντομία πῶς ἐνεργοῦν οἱ θλίψεις στό πιστό ἄνθρωπο : «Καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν, εἰδότες ὅτι ἡ θλῖψις ὑπομονήν κατεργάζεται, ἡ δέ ὑπομονή δοκιμήν ἡ δέ δοκιμή ἐλπίδα, ἡ δέ ἐλπίς οὐ καταισχύνει ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν διά Πνεύματος Ἁγίου τοῦ δοθέντος ἡμῖν» (Ρωμ. ε´,3-5). Δηλαδή ἡ θλῖψις ἐργάζεται μέσα στήν ψυχή μας καί σιγά - σιγά φέρει σάν αποτέλεσμα τήν ὑπομονή, ἡ ὑπομονή δοκιμάζει καί τελειοποιεῖ τόν ἄνθρωπο. Ἔχοντας ἔτσι ἀποκτήσει τίς ἀρετές ἔχει ὅλη του τήν ἐλπίδα στό Θεό.  Καί ὁ καλός Θεός θά δώσει ἄφθονη τήν ἀγάπη Του, θά γίνει ἐνεργός ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού μᾶς ἔχει δοθεῖ στό Ἅγιο Βάπτισμα. Θά ἐπέλθει δηλαδή ὁ ἁγιασμός μας.

Πότε οἱ θλίψεις εἶναι πρόγευση τῆς κολάσεως;  Ὅταν ἀφήσουμε ἔξω ἀπό τή ζωή μας τόν Θεό·  ὅταν φαντασθοῦμε ὅτι εἴμαστε μόνοι μας, ὅτι ὅλα ὅσα μᾶς συμβαίνουν εἶναι τυχαῖα, ὅτι λόγῳ μιᾶς μεγάλης, κατά τή γνώμη μας, θλίψεως ἡ ζωή μας δέν ἔχει νόημα.  Στή περίπτωση αὐτή ποτέ δέν φέρουμε στό νοῦ μας πιθανές εὐθύνες μας, ἁμαρτίες μας καί λάθη μας. Ἐπί πλέον ὁ Σατανᾶς, ἀφοῦ ἐγκαταλείπουμε τό Θεό, ἐξογκώνει στό νοῦ μας τή θλίψη καί μᾶς κάνει δυστυχισμένους. Κάπου ἐκεῖ βρίσκεται καί ἡ λεγόμενη κατάθλιψη. Μετά από κάποιες θλίψεις καί πειρασμούς κλείνεται κάποιος ἐγωϊστικά στόν ἑαυτό του καί σκέφτεται καί σκέφτεται καί κουβεντιάζει μέ τούς λογισμούς του. Δέν βρίσκει ἀπάντηση σέ ὅ,τι τοῦ συμβαίνει καί βυθίζεται σέ ὅλο καί μεγαλύτερη θλίψη. Καί βέβαια μερίδιο σ’ αὐτή τή ψυχική κατάπτωση ἔχει τό ἀκάθαρτο πνεῦμα.

Ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό αὐτη τήν «πρόγευση τῆς κολάσεως», ἡ μετατροπή τῆς προγεύσεως τῆς κολάσεως σέ πρόγευση τοῦ Παραδείσου ἐξαρτᾶται ἀπό τήν θέση τοῦ Χριστοῦ μέσα στή ζωή μας. Ὅταν μέ τήν προσευχή μας, τήν εἰλικρινῆ, χωρίς κρατούμενα καί δικαιολογίες μετάνοια καί ἐξαγόρευσή μας καί μέ τόν ἐκκλησιασμό μας φέρουμε τό Χριστό στήν καρδιά μας τότε προγευόμεθα τόν Παράδεισο γιατί ὅπως ἔλεγε ὁ γέροντας Πορφύριος : « ὁ Χριστός εἶναι ὁ Παράδεισος».

Ὅσον ἀφορᾶ στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο πληροφορούμεθα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στήν καθημερινή μας ζωή, πράγματι μέ τήν προσευχή γνωρίζουμε τό θέλημά Του. Πρέπει νά βαδίζουμε πάντα σύμφωνα μέ τίς ἐντολές Του καί μέσῳ τῆς προσευχῆς καί τῆς ἐναποθέσεως τῆς ὑπάρξεώς μας στά χέρια Του εἰδικά κατά τή Θεία Λειτουργία νά γνωρίζουμε τί πότε καί πῶς νά ἐνεργήσουμε σέ κάθε δίλημμα πού μᾶς παρουσιάζεται. Ἡ τριήμερη αὐστηρή νηστεία, τό λεγόμενο τ ρ ι ή μ ε ρ ο, κατά τό ὁποῖο δέν τρῶμε τίποτε,  ἁποτελεῖ μιά ἱερή παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πού μπορεῖ νά χρησιμεύσει σέ κρίσιμες στιγμές κατά τίς ὁποῖες ἔχουμε ἰδιαίτερη ἀνάγκη τῆς ἀμέσου βοηθείας καί τοῦ φωτισμοῦ τοῦ Θεοῦ. Πρέπει ὅμως νά κάμει κανείς τριήμερο μόνο μέ εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ του πατρός. Κι ἐδῶ πρέπει μέ ἔμφαση νά τονίσουμε ὅτι στήν συνολική μας πορεία πρέπει νά ἔχουμε συμπαραστάτη τόν πνευματικό μας, τόν ὁποῖο ὀφείλουμε νά ἐπιλέγουμε μέ φόβο Θεοῦ ἐκ τῶν ἱερέων πού σέβονται τήν πίστη, τούς ἱερούς Κανόνες καί σύνολη τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας.  Αὐτόν καί πρέπει νά συμβουλευόμεθα ἀκόμη καί στά καθημερινά σοβαρά μας προβλήματα  καί νά τόν ὑπακούουμε, ὄχι σάν ψυχολογικό σύμβουλο ἀλλά ὡς πατέρα πνευματικό πού δέχεται τόν φωτισμό τοῦ Θεοῦ.

Θά ἤθελα νά γνωρίσω τίς διαφορές Ὀρθοδόξου καί Καθολικῆς Ἐκκλησίας.



Α[2]        Εἶναι ἕνα ἐρώτημα πού γίνεται ἀπό πολλούς ἀδελφούς τόσο γιά ἐνίσχυση τῆς αὐτοσυνειδησίας τους, δηλαδή γιά νά γνωρίζουν τί σημαίνει Ὀρθοδοξία καί γιατί ἀξίζει νά εἶναι κάποιος Ὀρθόδοξος, ὅσο καί γιά νά δίδουν ἀπολογία στούς αἱρετικούς περί τῆς πίστεώς τους.
Νομίζουμε ὅτι τό ἐρώτημα πρέπει νά τεθεῖ ῶς ἑξῆς : «  Ποιές εἶναι οἱ διαφορές  Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί Παπισμοῦ»· κι αὐτό διότι δέν ὑπάρχει παρά μόνο  Μ ί α  Ἐκκλησία.  Μ ί α  Ἐκκλησία μᾶς παρέδωσε ὁ Κύριος προσφέροντας ὡς θυσία τόν Ἑαυτό Του. Στήν Ἀρχιερατική Του προσευχή παρεκάλεσε τόν Πατέρα Του ὅλοι οἱ ἄνθρωποι «  ἵνα ὦσιν ἕν»  καί νά εἶναι μαζί Του θεωροῦντες τήν Δόξαν Του ( Ἰωαν. 17,11 καί 24). Καθώς ἡ ἀνθρωπότητα μετά τήν πτώση καί τήν ἀποστασία της ἀπό τόν Παράδεισο ἦταν κατακερματισμένη σέ ἄτομα, ὁ Χριστός ἐκάλεσε ὅλους νά ἑνωθοῦν στό Ἕνα καί μοναδικό Σῶμα Του, τήν Ἐκκλησία. Γι’  αὐτό ὁμολογοῦμε καί στό Σύμβολο τῆς Πίστεως : ( Πιστεύω) Εἰς Μίαν Ἁγίαν Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν». Αὐτή ἡ Μία Ἐκκλησία εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἐφύλαξε ὡς σήμερα ἀνόθευτη τήν Πίστη καί τήν ἱερά Παράδοση τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, Μαρτύρων καί Πατέρων καί γι’  αὐτό φυλάττει ἀκέραιη τήν Θεία ἄκτιστη Χάρη ἡ ὁποία σώζει τόν ἄνθρωπο. Ὅλες οἱ ἄλλες ἑνώσεις ἀνθρώπων, ὅπως εἶναι ὁ Παπισμός, πού πιστεύουν στό Χριστό, ὄχι ὅπως παρέλαβον ὑπό τῶν Ἁγίων, ἀλλά ὅπως νομίζουν ἐκεῖνοι, δέν εἶναι Ἐκκλησίες, ἀλλά αἱρέσεις καί παρασυναγωγές. Μερικοί θεολόγοι καί πατέρες τίς ὀνομάζουν «  ἐκκλησίες», ἀλλά ὄχι κυριολεκτικά ἀλλά καταχρηστικῶς.
Ὅσον ἀφορᾶ στίς διαφορές Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί Παπισμοῦ, θά μποροῦσαν νά συγκεφαλαιωθοῦν σέ μία διαφορά, τή διαφορά ἀληθείας καί πλάνης. Οἱ ἐσφαλμένες διδασκαλίες τοῦ Παπισμοῦ δέν ἀποτελοῦν μικροδιαφορές ἀπό τήν Ὀρθοδοξία πού μποροῦν νά διευθετηθοῦν καί νά ἐξαφανισθοῦν μέ διάφορες συζητήσεις καί ἀλληλοϋποχωρήσεις· ἀπαιτεῖται πλήρης ἀπόρριψη, ἄρνησή τους καί ἐπιστροφή στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἄς δοῦμε ὅμως τίς κυριώτερες ἀπό τίς διαφορές αὐτές.
α)        Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία φρονεῖ ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ μόνου τοῦ Πατρός, ὅπως διδάσκει καί τό Σύμβολο τῆς Πίστεως : «  Καί εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον...τό ἐκ τοῦ Πατρός ἐκπορευόμενον» καί ὅπως ὁ ἴδιος Χριστός μᾶς διδάσκει : « Τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας ὅ παρά τοῦ Πατρός ἐκπορεύεται»  ( Ἰωαν. 15,26). Οἱ Παπικοί ἀντίθετα ἀπό τήν εὐαγγελική καί πατερική διδασκαλία διδάσκουν ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ. Πρόκειται γιά τό λεγόμενο Φιλιόκβε ( Filioque) πού σημαίνει « καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ». Μέ τήν αἱρετική αὐτή διδασκαλία εἰσάγεται δυαρχία μέσα στή Θεότητα, ὑποτίμηση τοῦ Προσώπου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί δημιουργοῦνται πολλά ἄτοπα στίς σχέσεις τῶν τριῶν Θείων Ὑποστάσεων. Συνεργάτης τῆς ἱστοσελίδας μας θά δημοσιεύσει ἀργότερα εἰδική μελέτη του σχετικά μέ τήν πλάνη αὐτή τοῦ Παπισμοῦ καί τίς συνέπειές της.
β)         Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία διδάσκει τήν θεοπρεπῆ διάκριση Οὐσίας καί Ἐνεργειῶν εἰς τήν Τριαδική Θεότητα, εἰς τήν Θείαν Φύση. Ἡ Οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄγνωστη καί ἀπρόσιτη στόν κτιστό ἄνθρωπο. Οἱ θεῖες ὅμως ἐνέργειες πού προέρχονται, πηγάζουν ἐκ τῆς Οὐσίας εἶναι προσιτές, μεθεκτές ἀπό τόν ἄνθρωπο. Οἱ θεῖες αὐτές ἐνέργειες, ὡς προερχόμενες ἀπό τήν οὐσία τοῦ  Θεοῦ   εἶναι ἄ κ τ ι σ τ ε ς.  Ἔτσι ἄκτιστη ἐνέργεια ἦταν τό φῶς τῆς θείας Μεταμορφώσεως στό ὄρος Θαβώρ. Τό φῶς ἐκεῖνο πού ἀξιώθηκαν νά ἰδοῦν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι δέν εἶχε καμμιά σχέση μέ τό κτιστό, ὑλικό φῶς. Αὐτοῦ τοῦ φωτός μετέχουν οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες, ὅπως διαβάζουμε στά Μαρτύριά τους καί οἱ Ὅσιοι καί δίκαιοι ὅπως διαβάζουμε στά Συναξάριά τους. Μέ τήν ἄκτιστη ἐνέργεια τῆς Θείας Χάριτος ἀναγεννώμεθα στό Ἅγιο Βάπτισμα· αὐτῆς τῆς Χάριτος μετέχουμε κατά τή Θεία Εὐχαριστία, μ’  αὐτή τήν Ἄκτιστη Χάρη καθαριζόμαστε ἀπό τά πάθη καί γινόμαστε ἕνα μέ τόν Θεό· καί ὁ Χριστός γι’  αὐτό ἦρθε στόν κόσμο, γιά νά προσφέρει αὐτή τή Χάρη· καί αὐτῆς τῆς Χάριτος στήν πληρότητά Της θά μετέχουμε στόν Παράδεισο, ἄν ἀξιωθοῦμε τῆς σωτηρίας.
Λοιπόν οἱ Λατίνοι, οἱ παπικοί τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ τήν θεωροῦν κ τ ι σ τ ή! Ἔτσι καί τήν Θεότητα ὑποβιβάζουν σέ κτίσμα καί στεροῦν τόν ἄνθρωπο ἀπό τή σωτηρία, γιατί σωτηρία σημαίνει κοινωνία μέ τόν ἐν Τριαδι Θεό. Καί πῶς μπορεῖ νά ἑνωθεῖ, νά κοινωνήσει μέ τόν Θεό ὁ ἄνθρωπος μέσω ἑνός κτίσματος, μιᾶς «Χάριτος» κτιστῆς τάξεως; Τί καινούργιο ἔφερε λοιπόν ὁ Χριστός στόν κόσμο;  Πῶς ἕνωσε τά οὐράνια καί τά ἐπίγεια; Νά πῶς: Προσέλαβε τήν ἀνθρωπότητα στη θεότητα Του, τήν καθάρισε ἀπό τήν ἁμαρτία τή φθορά καί τό θάνατο καί τῆς μετέδωσε τήν Ἄκτιστη Χάρη. Τήν ἀνέβασε στό θρόνο τῆς Θεότητος. Μέσα στήν Ἐκκλησία, τήν Μία Ἐκκλησία, τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία διά τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος μᾶς προσφέρεται ἡ ἄκτιστος Χάρις καί μένουμε ἑνωμένοι μέ τήν Κεφαλή, τόν Χριστό. Αὐτή ἡ ἀντίληψη τῶν παπικῶν περί κτιστῆς χάριτος τούς ἐστέρησε παντελῶς τήν Χάρη. Γι’  αὐτό ὁ σκοπός τῆς χριστιανικῆς ζωῆς δέν εἶναι γιά τούς παπικούς ὁ ἁγιασμός, ἡ θέωση ἀλλά τά πολλά καλά ἔργα, ἡ πειθαρχία στό νόμο τοῦ Θεοῦ, οἱ ἀρετές πού πραγματοποιοῦνται μέ ἀνθρώπινη προσπάθεια, παρόμοια μέ τῶν φιλοσόφων. Ἡ ἀπουσία τῆς Χάριτος τούς ἀναγκάζει νά ἐρεθίζουν τό συναίσθημα γιά νά νοιώσουν συγκίνηση καί «  κατάνυξη». Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού ζωγραφίζουν ὅσο μποροῦν πιό ρεαλιστικά καί γλυκερά τόν Χριστό τήν Παναγία καί τούς Ἁγίους· αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού ἔχουν πολύ συναισθηματική, ἐντυπωσιακή καί συγκινητική θρησκευτική μουσική.
γ)        Ἐξ αἰτίας τῆς ἀπουσίας τῆς Θείας Χάριτος ὁ Παπισμός εἶναι φυσικό νά νοιώθει ἀνασφαλής. Ἡ ἑνότητα πού βιώνουν οἱ τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καί ἡ ὁποία βασίζεται στην ἑνότητα τῆς πίστεως καί τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό Ὁποῖον «ὅλον συγκροτεῖ τόν θεσμό τῆς Ἐκκλησίας» γιά τόν Παπισμό θεωρεῖται ἀδιανόητη. Αὐτός ἔχει ἀνάγκη ἀπό ἐγκόσμιους μηχανισμούς γιά νά κρατήσει τή σιδηρᾶ πειθαρχία τῶν μελῶν του. Ποιά εἶναι αὐτά; α) ἕνα πρόσωπο ἰσχυρό, ἕνα Ἀρχηγό, τόν Πάπα β) ἕνα συγκεκριμένο τοπικό, ἐπιτελικό Κέντρο, τό Βατικανό καί γ) ἕναν ἄτεγκτο νόμο, τόν Κώδικα Κανονικοῦ Δικαίου.
Ἐδῶ θά μιλήσουμε μόνο γιά τόν Πάπα. Ὁ Πάπας δέν εἶναι ἕνας Πατριάρχης, ὅπως εἶναι π.χ. ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης. Γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης εἶναι ὁ πρῶτος μεταξύ ἴσων ἐπισκόπων σέ ὅλη τήν Ὀρθοδοξία. Μπορεῖ νά προεδρεύει σέ κάποια μεγάλη Σύνοδο, νά ἀναλαμβάνει κάποιες διορθόδοξες πρωτοβουλίες, ἀλλά δέν μπορεῖ νά ἀποφασίζει μόνος του. Κάθε Πατριαρχεῖο στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἐλεύθερο στις ἀποφάσεις του, ὑπό τόν Ὅρο ὅτι δρᾶ σύμφωνα μέ τό ὀρθόδοξα δόγματα, τίς ἱερές παραδόσεις καί τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Καί ὄχι μόνον κάθε πατριαρχεῖο, ἀλλά καί κάθε Ὀρθόδοξος ἐπίσκοπος στά ὅρια τῆς ἐπαρχίας του μπορεῖ νά ἀποφασίζει ἐλεύθερα μέ τίς παραπάνω προϋποθέσεις. Αὐτή εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ ἐλευθερία τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀλλά τί συμβαίνει στόν Παπισμό; Ὁ Πάπας διαθέτει σέ ὅλη τή δικαιοδοσία τῆς «ἐκκλησίας»  του τό  Π ρ ω τ ε ῖ ο.  Ἔχει τόν πρῶτο καί τελευταῖο λόγο γιά τόν τελευταῖο διάκονο στήν Παραγουάη καί γιά τόν πρῶτο ἀρχιεπίσκοπο τῆς Γαλλίας. Μπορεῖ νά χειροτονεῖ, νά προάγει καί νά καθαιρεῖ ὅποιον θέλει ἁπανταχοῦ τῆς γῆς! Ἀποφασίζει μόνος του γιά ὅλα τά οικονομικά ἀλλά καί γιά τό ποιός θά ἀνακηρυχθεῖ Ἅγιος !
Ἀλλά δέν εἶναι μόνο αὐτό. Ὁ Πάπας εἶναι καί Ἀ λ α θ η τ ο ς!  Ὅλες του οἱ ἀποφάσεις πού λαμβάνει τελικά μόνος του δέν ἔχουν ποτέ κανένα λάθος. Εἶναι ἕνας Θεός ἐπί τῆς γῆς! Ἀκόμη καί οἱ πολυάριθμες Σύνοδοι πού συγκαλεῖ, ὅποτε θέλει, ἔχουν ἁπλῶς συμβουλευτικό χαρακτῆρα.
Μέ τό πρωτεῖο καί τό ἀλάθητό του ὁ Πάπας κατέστη ἕνας τύρρανος τῆς ἀνθρωπότητος.  Ἡ ἱστορία βοᾶ γιά τά «κατορθώματά»  του. Ἕνα ἀπό τά τελευταῖα του ἦταν ἡ «  ἁγιοποίηση»  τοῦ σφαγέως τῶν Σέρβων, Στέπινατς.
δ)         Πέραν τῶν μεγάλων παρεκκλίσεων αὐτῶν ὁ Παπισμός ἔχει εἰσαγάγει καί ἄλλες πλανεμένες κακοδοξίες καί πρακτικές στη πίστη καί τή λατρεία του:
      1) Πιστεύει στήν ἄσπιλη σύλληψη τῆς Παναγίας, δηλαδή δέχεται ὅτι ἡ Παναγία κατά τή γέννησή της δέν εἶχε τό προπατορικό ἁμάρημα, πρᾶγμα ἀδύνατο στόν ὁποιοδήποτε ἄνθρωπο.
      2) Τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ γίνεται μέ τέσσερα δάκτυλα. Τό τέταρτο δάκτυλο συμβολίζει τήν Παναγία. Κανείς ὅμως ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά σταθεῖ δίπλα στόν λατρευόμενο Τριαδικό Θεό.  Μ’ αὐτό τόν τρόπο οἱ Παπικοί ξεφεύγουν στή Μαριολατρεία.
      3) Δέχεται ἐκτός ἀπό τήν Κόλαση καί τόν Παράδεισο καί τήν ἐνδιάμεση κατάσταση τοῦ καθαρτηρίου πυρός, ὅπου οἱ ψυχές καθαρίζονται ἀπό τίς ἁμαρτίες τους καί μπαίνουν στόν Παράδεισο.
      4) Χρησιμοποιεῖ ἄζυμους ἄρτους στή Θεία Εὐχαριστία.
      5) Ἐπιβάλλει ἀναγκαστική ἀγαμία σέ ὅλους τούς κληρικούς.
      6) Τελεῖ τό Βάπτισμα διά ραντίσματος καί ὄχι διά καταδύσεως.
      7) Δέν ἐπικαλοῦνται οἱ παπικοί κληρικοί τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατά τήν Θεία Εὐχαριστία.
      8) Τυποποίησε τή μετάληψη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ δίδοντας στούς πιστούς της τήν Ὄστια, ἕνα στρογγυλό τυποποιημένο ἀρτοποίημα. Μέχρι τή Β´Βατικάνειο Σύνοδο (1965) οἱ παπικοί δέν μετελάμβαναν Αἷμα Χριστοῦ!
      9) Μπορεῖ νά τελέσει κάποιος τό γάμο του δι’  ἀντιπροσώπου!
      10) Τελεῖ τό Εὐχέλαιο μόνο στούς ἑτοιμοθανάτους
      11) Τελεῖ τήν ἐξομολόγηση μέσω καφασωτοῦ κιγκλιδώματος
      12) Σταδιακά κατήργησε ὅλες τίς νηστεῖες, πλήν τῆς Μ. Παρασκευῆς κατά τήν ὁποία οἱ παπικοί τρῶνε...ψάρι!
      13) Κατήργησε τήν ἱερατική ἀμφίεση, τό ράσο.

Ὑπάρχουν καί ἄλλες ἐκτροπές στήν παπική πίστη, θεολογία καί λειτουργική.  Ὅλη ἡ θεολογία τοῦ παπισμοῦ, ἀφοῦ ἀπουσιάζει ἡ Χάρις, νοσεῖ. Ὁ Θεός παρουσιάζεται ὡς τιμωρός, ὡς τηρητής τῆς θείας δικαιοσύνης. Μιά ἀντίληψη νομικίστικη, μιά συναλλαγή Θεοῦ καί ἀνθρώπου κυριαρχεῖ στά θεολογικά τους συγγράμματα.  Ἄν καί τίς τελευταῖες δεκαετίες ὑπῆρξε ἕνας ἐπηρεασμός τῆς παπικῆς θεολογίας ἀπό τήν ὀρθόδοξη πατερική θεολογία τό θέμα πού παραμένει εἶναι ἕνα:  Ἐπιστροφή στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.  Ὅσο κι ἄν δεχθοῦν τήν ἀγαθή ἐπίδραση τῆς Ὀρθοδοξίας οἱ παπικοί, ἄν δέν δεχθοῦν τό Ὀρθόδοξο Βάπτισμα, τήν Ἄκτιστη Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν ὕπαρξή τους, καμμιά οὐσιαστική, σωτήρια ἀλλαγή δέν μπορεῖ νά ἐπέλθει στή ζωή τους. Ἀπό τήν ἄλλη, καμμιά  Ἕνωση δέν μπορεῖ νά πραγματοποιηθεῖ μέ τούς θεολογίστικους ἀκροβατισμούς τῶν οἰκουμενιστῶν. Ἡ ἀληθής ἀγάπη μας πρός ὅλους τούς ἑτεροδόξους θά γίνει φανερή, ἄν τούς ἐξηγήσουμε ὅτι μέσα στό σκότος τῆς παπικῆς, προτεσταντικῆς κλπ. ἀποστασίας δέν ὑπάρχει σωτηρία.

Γιατί ἡ Ἐκκλησία δέν ἔχει πάρει ἀκόμη θέση γιά τό θέμα τῆς ἐξελικτικῆς θεωρίας καί τοῦ εὐφυοῦς Σχεδιασμοῦ;



Ὑπάρχουν Ὀρθόδοξοι οἱ ὁποῖοι πιστεύουν πώς ὀ Χριστός κατάγεται ἀπό τόν πίθηκο.
Πῶς τά σχολιάζετε ὅλα αὐτά;
Α[34]       Ἄν μία πρόταση, ὑπόθεση ἤ θεωρία δέν μπορεῖ μέ παρατηρήσεις ἤ καί πειράματα νά ἐπιβεβαιωθεῖ ἤ νά διαψευσθεῖ στήν ἑρμηνεία καί πρόβλεψη πού κάνει μέσα ἀπό τίς  τίς ἀντικειμενικές συνθῆκες (λογική μέθοδος, περιορισμοί ἀπό τίς πέντε αἰσθήσεις, ἔρευνα σέ ἐπαναλαμβανόμενα φυσικά γεγονότα, ἔρευνα τοῦ τρόπου καί ὄχι τοῦ σκοποῦ τῆς ἐσχάτης οὐσίας τῶν ὄντων), τότε αὐτή ἡ πρόταση, ἡ ὑπόθεση ἤ ἡ θεωρία δέν εἶναι ἐπιστημονική, ἀλλά φιλοσοφική καί μεταφυσική, ὅπως λέμε, γιατί ἀπαραίτητο στοιχεῖο καί χαρακτηριστικό κάθε ἐπιστημονικῆς προτάσεως ἤ θεωρίας εἶναι ἡ δυνατότητά της νά δοκιμασθεῖ μέ ἐμπειρικό ἐπιστημονικό τρόπο,  ἄν εἶναι σωστή ἤ λαθεμένη, δηλαδή νά ἐπιβεβαιωθεῖ ἤ νά διαψευσθεῖ μέ παρατήρηση ἤ πείραμα.
Ἀξίζει νά ἀναφερθοῦμε στά λόγια τοῦ προσφάτως ἀναδεικνυομένου Ὀρθοδόξου καί μακαριστοῦ πλέον Ἀμερικανοῦ Ἱερομονάχου π. Σεραφείμ Ρόουζ πού μᾶς γνωστοποιοῦνται ἀπό τό πατερικά βαθυστόχαστο βιβλίο «Ἡ ζωή καί τά ἔργα του»,τόμος Β΄, μετάφραση Ἱερομονάχου Δαμασκηνοῦ, ἐκδόσεις «Μυριόβιβλος».
Μᾶς λέει λοιπόν ὁ π. Σεραφείμ στό κεφάλαιο «Γένεσις, Δημιουργία καί ὁ πρῶτος Ἄνθρωπος», πού ἀποτελεῖ καί ὁμώνυμο βιβλίο του ὅτι «ὅλες οἱ ὑποτιθέμενες ἀποδείξεις τῆς ἐξελίξεως μποροῦν ἐξίσου νά χρησιμοποιηθοῦν γιά νά ἀποδείξουν μιά ἄλλη θεωρία ἀναλόγως μέ τίς ὑποθέσεις τῶν κατασκευαστῶν της».
Ἀλλά τί ἐννοοῦμε μέ τή λέξη ἐξέλιξη; Ὅλα τά ἐπιστημονικά ἐγχειρίδια ὁρίζουν τήν ἐξέλιξη ὡς συγκεκριμένη θεωρία σχετική μέ τό πῶς ἐμφανίσθηκαν τά πλάσματα : μέσῳ τοῦ μετασχηματισμοῦ ἑνός εἴδους πλάσματος σέ ἄλλο, δηλ. πῶς σύνθετες μορφές  προέκυψαν ἀπό ἁπλούστερες μορφές σέ μιά φυσική διαδικασία πού ἀπαιτεῖ ἀμέτρητα ἑκατομμύρια χρόνια.
Καί συνεχίζει ὁ π. Σεραφείμ:Δέν ἀρνοῦμαι τό γεγονός τῆς ἀλλαγῆς καί τῆς ἀνάπτυξης στή φύση. Ὅτι ἕνας ὥριμος ἄνθρωπος δημιουργεῖται ἀπό ἕνα ἔμβρυο, ὅτι ἔνα μεγάλο δένδρο προέρχεται ἀπό ἕνα μικρό βελανίδι, ὅτι ἀναπτύσσοναται νέες ποικιλίες ὀργανισμῶν, εἴτε πρόκειται γιά φυλές τοῦ ἀνθρώπου εἴτε γιά διαφορετικά εἴδη γατῶν καί σκυλιῶν καί ὀπωροφόρων δένδρων . Ἀλλά ὅλα αὐτά δέν εἶναι ἐξέλιξη : εἶναι μόνο ποικιλία μέσα σέ ἕνα ὁρισμένο εἶδος ἤ εἴδη .
Διεπίστωσε ἐπίσης μετά ἀπό ἔρευνες πού ἔκανε ὅτι πολλοί ἀπό τούς ὑποστηρικτές τῆς ἐξελίξεως παραδέχονταν ὅτι δέν ὑπῆρχε πραγματική ἀπόδειξη γι’αὐτό, ἀλλά ὅτι «ἔχει περισσότερο νόημα» ἤ ὅτι «ἡ ἐναλλακτική λύση εἶναι ἀδιανόητη», δηλ. ἡ δημιουργία τοῦ Θεοῦ.  Οἱ ὑποστηρικτές της ἁπλῶς πιστεύουν –δέν ἀποδεικνύουν- τήν ἐν λόγῳ θεωρία ἐπειδή οἱ μεγαλύτερες ἀλλαγές ἀπό ἕνα ζωντανό ὄν σέ ἄλλο δέν ἔχουν καταδειχθεῖ παρά μόνο οἱ ποικιλίες πού ἐμφανίζονται σέ ἕναν ὁρισμένο τῦπο.
Ἔγραφε ἐπίσης ὅτι «τό θέμα τῆς ἐξελίξεως δέν μποροῦσε νά συζητηθεῖ ἄν κάποιος δέν εἶχε βασική γνώση γιά τίς ἐπιστημονικές ἀποδείξεις.  Ἡ ἐπιστημονική ὅμως πλευρά δέν εἶναι ἡ σημαντικότερη καί οἱ εἰδικοί περιπλέκονται συνήθως μέ τό νά συγκεντρώνονται πάρα πολύ σ’αὐτήν.  Π. χ. ἄν ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται στή γῆ γιά μερικές χιλιάδες χρόνια ἤ μερικά ἐκατομμύρια χρόνια εἶναι κάτι πού ἀγγίζει βεβαίως μερικά βασικά ὀρθόδοξα ζητήματα -ἄν οἱ γενεαλογίες τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι πραγματικά γενεαλογίες, ὅπως πιστεύουν ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἤ ἁπλῶς κατάλογοι μέ πολλά κενά.
«Ὡς βασική ἀρχή ἐξετάσεως τοῦ θέματος πρέπει νά θεωρήσουμε ὅτι ἡ ἐπιστημονική ἀλήθεια δέν μπορεῖ νά ἐναντιωθεῖ στήν ἀποκαλυφθεῖσα ἀλήθεια, στήν περίπτωση πού καταλαβαίνουμε καί τίς δύο ὀρθῶς»....
Ὁ π. Μιχαήλ Πομαζάνσκι ἔλεγε ὅτι «ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἀναγνωρίζει στήν «Ἑξαήμερο» ὅλα τά ἐπιστημονικά δεδομένα τῆς φυσικῆς ἐπιστήμης.  Ἀλλά δέν δέχεται τίς φιλοσοφικές συλλήψεις, ἤ τίς ἑρμηνεῖες αὐτῶν τῶν δεδομένων, οἱ ὁποῖες ἦταν σύγχρονες(τή μηχανιστική θεωρία τῆς προελεύσεως τοῦ κόσμου καί τά παρόμοια...) Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἤξερε πῶς νά σηκώσει τό ἀνάστημά του πάνω ἀπό τίς σύγχρονες θεωρίες σχετικά μέ τίς βασικές ἀρχές τοῦ κόσμου. Μοιάζει μέ ἕνα πουλί πού πετᾶ στά ὕψη, ὑπεράνω κάθε πλάσματος πού κινεῖται στή γῆ. 
Ἡ Ὀρθοδοξία δέν ἀκολουθεῖ τή φιλοσοφία τῆς ἐποχῆς, ἐπειδή διαθέτει δική της.
Στηρίζεται στήν Ἀποκάλυψη. Οἱ ἅγιοι Πατέρες προσφέρουν πλήρη θεολογία προελεύσεως τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς δημιουργίας πού δέ συνδέεται μέ καμιά ἐφήμερη διανοητική μόδα.  Ἡ φιλοσοφία μας δέν εἶναι αὐτοῦ  τοῦ κόσμου καί εἶναι ἡ ἀπάντηση στίς μάταιες εἰκασίες τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου».
...Ὁ Τέϊλχάρντ ντέ Σαρντέν, δεινός παλαιοντολόγος καί ρωμαιοκαθολικός θρησκευτικός φιλόσοφος, πέτυχε νά φέρει τήν ἐξέλιξη στό λογικό χιλιαστικό συμπέρασμά της.
«Ὁ σύγχρονος κόσμος, ἔγραφε, εἶναι ἕνας κόσμος σέ ἐξέλιξη. Οἱ στατικές ἔννοιες τῆς πνευματικῆς ζωῆς πρέπει νά ἐπανεξετασθοῦν καί οἱ κλασσικές διδασκαλίες τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά ἐπανερμηνευθοῦν. ...Αὐτός ὁ «ἐξελισσόμενος Χριστός»δήλωσε, θά φέρει μιά ἑνότητα ὅλων τῶν θρησκειῶν: Μιά γενική σύγκλιση τῶν θρησκειῶν μέ βάση ἕναν παγκόσμιο-καθολικό Χριστό πού τούς ἱκανοποιεῖ πλήρως ὅλους: αὐτή φαίνεται σέ μένα ἡ μόνη πιθανή μεταστροφή τοῦ κόσμου καί ὁ μὀνος τύπος βάση τοῦ ὁποἰου μπορεῖ νά ὑπάρξει μιά θρησκεία τοῦ μέλλοντος .».
Σαφῶς αὐτή εἶναι ἡ θρησκεία τοῦ Ἀντιχρίστου , τοῦ «ἀναδυομένου» ψευδοχριστοῦ πού ὑπόσχεται ἕνα πνευματικό βασίλειο αὐτοῦ τοῦ κόσμου.
Ὁ π. Σεραφείμ ὅταν σκεπτόταν καί ἔγραφε γιά τή Δημιουργία καί τήν ἐξέλιξη, εἶχε προσευχηθεῖ πρῶτα θερμά στό Θεό καί δέ μελέτησε ἁπλά, ἀλλά ὑπέφερε γιά νά βρεῖ καί νά μπεῖ στή σκέψη τῶν ἁγίων Πατέρων. Δέν τόν εὐχαριστοῦσε νά διαβάζει μόνο τά γραπτά τους, ἀλλά ἀπευθυνόταν προσωπικά στούς ἀρχαίους πατέρες ὡς  πιστούς συντρόφους στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ὡς ὀχήματα τῆς θείας πίστης, ἔτσι ὥστε νά μπορεῖ νά δεῖ πῶς κατανοοῦσαν τή δημιουργία.  Αἰσθάνθηκε ἰδιαιτέρως κοντά στόν πατέρα τοῦ τετάρτου αἰώνα, Ἅγιο Βασίλειο τόν Μέγα, ὁ ὁποῖος ἔγραψε πατερικά σχόλια γιά τίς ἕξι ἡμέρες τῆς δημιουργίας, τήν Ἑξαήμερο.
«...Οἱ ἅγιοι Πατέρες ξεκάθαρα δέν πίστευαν σέ καμιά τέτοια θεωρία καθότι ἡ θεωρία τῆς ἐξέλιξης δέν ἐφευρέθηκε παρά στή σύγχρονη ἐποχή
...Εἶμαι βέβαιος ὅτι θά συμφωνήσετε μαζί μου ὅτι δέν εἴμαστε ἐλεύθεροι νά ἑρμηνεύσουμε τήν Ἁγία Γραφή ὅπως θέλουμε , εἰ μή μόνον ὅπως μᾶς διδάσκουν οἱ ἅγιοι Πατέρες . Μερικοί ἄνθρωποι ἀσχολοῦνται τόσο πολύ μέ τήν καταπολέμηση τοῦ  προτεσταντικοῦ φονταμενταλισμοῦ πού φθάνουν σέ ἀκρότητες νά  ἀρνοῦνται ὁποιονδήποτε ἐπιθυμεῖ νά ἑρμηνεύσει τό  ἱερό κείμενο τῆς Γένεσης μέ τρόπο κυριολεκτικό. Μέ αὐτές τίς ἐνέργειες δέν ἀνατρέχουν ποτέ στόν Ἅγιο Βασίλειο ἤ σέ ἄλλους σχολιαστές τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως οἱ ὁποῖοι δηλώνουν ἀρκετά σαφῶς τίς ἀρχές πού πρόκειται νά ἀκολουθήσουμε κατά τήν ἐρμηνεία τοῦ ἱεροῦ κειμένου
....Ποιός γνωρίζει περισσότερα γιά τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἐνεργεῖ ὁ Θεός : ἡ σύγχρονη ἐπιστήμη, πού δέν εἶναι ἀκόμη σίγουρη ὅτι ὁ Θεός ὑπάρχει καί ἐν πάσῃ περιπτώσει προσπαθεῖ νά ἐξηγήσει ὅλα αὐτά ἤ  ἡ ἐκκλησία μέ τούς θεοφώτιστους Πατέρες της»;
...Σύμφωνα μέ τούς ὀπαδούς τῆς ἐξελίξεως ὁ ἄνθρωπος ἐμποτίσθηκε μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σέ ἕνα ὁρισμένο στάδιο τῆς ἀνθρώπινης ἐξελίξεως, ὅταν τό σῶμα του ἦταν ἀπό ὅλες τίς πλευρές τό σῶμα ἑνός πιθήκου.
«Αὐτή ἡ χάρη τόν μετασχηματίζει ἀπό ζῶο σέ ἄνθρωπο  χωρίς τήν ἀλλαγή ἑνός ἀνατομικοῦ χαρακτηριστικοῦ γνωρίσματος τοῦ σώματός του, χωρίς ἀλλαγή ἑνός ἁπλοῦ κυττάρου»....
... «Μιά τέτοια ἄποψη ὅμως ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τή διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων οἱ ὁποῖοι δίδαξαν ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἦταν δημιουργημένος κατ’εἰκόνα Θεοῦ σύμφωνα μέ τήν ἴδια τή φύση του.
Ὅτι ἡ φύση του ἦταν ἀρχικῶς ἀπαθής καί ἐνάρετη.
Ὅτι τό σῶμα καί ἡ ψυχή του δημιουργήθηκαν στόν ἴδιο χρόνο.
Ὅτι δημιουργήθηκε ἐντός τῆς χάριτος ἀπό τήν ἀρχή.
Ὅτι ἀρχικά τό σῶμα του ἦταν ἀδιάφθορο καί ὅτι ἡ φύση του ἄλλαξε λόγω τῆς πτώσεως.
...Ἡ κατάσταση τοῦ Ἀδάμ καί τοῦ πρωτο-δημιουργημένου κόσμου ἔχει τοποθετηθεῖ γιά πάντα πέρα ἀπό τή γνώση τῆς ἐπιστήμης σχετικά μέ τό ὅριο τῆς πτώσης τοῦ Ἀδάμ, πού ἄλλαξε τήν ἴδια τή φύση του καί τῆς δημιουργίας καθώς καί τήν ἴδια τή φύση τῆς γνώσεως.
Ἡ σύγχρονη ἐπιστήμη ξέρει μόνο ὅ,τι παρατηρεῖ καί ὅ,τι μπορεῖ νά προκύψει εὔλογα ἀπό τήν παρατήρηση.
 ...Ἡ ἀληθινή γνώση τοῦ Ἀδάμ καί τοῦ πρωτο-δημιουργημένου κόσμου, αὐτή πού εἶναι χρήσιμο νά γνωρίζουμε προσεγγίζεται μόνο στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καί στά θεῖα ὁράματα τῶν Ἁγίων. ...Πῶς εἶναι δυνατόν ἡ ἀμέλειά μας στήν κατανόηση ἑνός μέρους τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ (πού ἐπ’εὐκαιρίᾳ πράγματι συνδέεται πολύ μέ τόν Χριστό, τόν δεύτερο Ἀδάμ, πού ἔλαβε σάρκα προκειμένου νά μᾶς ἀποκαταστήσει στό ἀρχικό κάλλος ) νά μήν ὁδηγήσει στήν ἀμέλεια τῆς κατανοήσεως ὁλοκλήρου τοῦ δόγματος τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας;...Ἐάν ζοῦμε καλά ἀλλά εἴμαστε ἀμελεῖς ὅσον ἀφορᾶ στά σωστά δόγματα, δέν μποροῦμε νά ἀποκτήσουμε ὁτιδήποτε γιά τή σωτηρία μας.. Ἄν ἐπιθυμοῦμε νά ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό τή γέεννα τοῦ πυρός καί νά μποῦμε στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά ἐξωραϊστοῦμε καί μέ τό ἕνα καί μέ τό ἄλλο-καί μέ τή στενή ἐφαρμογή τῶν δογμάτων καί μέ τήν αὐστηρότητα τῆς ζωῆς...
...Ὁ προφήτης Μωϋσῆς, ὁ συντάκτης τῆς Γενέσεως, εἶχε λάβει τή γνώση γιά τή δημιουργία ἀπό θεοπτία.  Οἱ ἅγιοι Πατέρες πού σχολίασαν τήν Ἀγία Γραφή ἦταν ἐπίσης συμμέτοχοι στή θεοπτία καί ἔτσι γίνονται οἱ μοναδικοί ἑρμηνευτές τοῦ Μωϋσέως.
...Μερικοί ἀπό τούς Πατέρες δίδαξαν περαιτέρω ὅτι πρίν ἀπό τήν πτώση, ὁλόκληρη ἡ ὑλική δημιουργία ἦταν ἄφθορη καί ἐστερεῖτο θανάτου καί ὅτι περιῆλθε στή φθορά λόγω τοῦ ἀνθρώπου....»
Ὁ π. Σεραφείμ ἐπεσήμανε πώς οὔτε ἡ δημιουργία οὔτε ἡ ἐξέλιξη μποροῦν νά ἀποδειχθοῦν ἀποφασιστικά: καί οἱ δυό σχετίζονται μέ τήν πίστη καί τή φιλοσοφία, μέ ἐπιλογή προϋποθέσεων.
Ἴσως πρέπει νά σημειώσουμε πώς γιά τούς Χριστιανούς τουλάχιστον, ἀπορρίπτεται ἡ θεωρία τῆς ἐξελίξεως εὐθύς ἐξ ἀρχῆς ἀφοῦ θά ἔπρεπε νά παραδεχθοῦν ὅτι ἔστω σέ κάποια φάση πού ὁ ἄνθρωπος ἦταν πίθηκος, ἐξ ἀνάγκης πίθηκος θά ἔπρεπε νά εἶναι καί ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἐφ’ὅσον ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος κατ’εἰκόνα Του.  Μᾶς ἐντυπωσιάζει ἐπίσης ὅτι εὐθύς ἐξ ἀρχῆς γιά τήν πλάση τοῦ ἀνθρώπου ἐνδιαφέρεται καί γνοιάζεται ὁ Θεός ἀγαπητικά καί προσωπικά χρησιμοποιώντας τό ρῆμα «ποιήσωμεν» (Γεν.α΄,26) καί «ἔπλασεν» (Γεν.β΄,7) δηλαδή κατόπιν  συνεργασίας καί τῶν τριῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος σέ ἀντίθεση πρός τήν δημιουργία τοῦ φωτός πού εἶπε ἁπλά «γενηθήτω» καί τῶν φυτῶν καί ζώων πού εἶπε ἁπλά «ἐξαγαγέτω».  Ἐπίσης τό ὅτι μόνο στόν ἄνθρωπο ἐνεφύσησε πνοή ζωῆς, δηλ. τήν ἄκτιστη χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὄχι στά ζῶα,  ἀποτελεῖ ἄλλο ἕνα ἐπιχείρημα τῆς ἀνωτερότητας καί μοναδικότητας τοῦ ἀνθρωπίνου εἴδους.
Νά λοιπόν πού ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι - καί πολύ πιό πρίν ἱδρυθεῖ ἐν τῷ ἱστορικῷ γίγνεσθαι διά τῆς Πεντηκοστῆς, καί ὑπάρχουσα ἤδη προαιωνίως ὡς κοινωνία τῶν τριῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος- μέσα ἀπό τό βιβλίο τῆς Γενέσεως, ἀπό τή δημιουργία κιόλας τοῦ ἀνθρώπου καί μέ τήν ἑρμηνεία της στή συνέχεια ἀπό τούς ἁγίους πατέρες, ἔχει πάρει θέση ἀρνητική ὡς πρός τή θεωρία τῆς ἐξελίξεως τήν ὁποία δέν ὑποστηρίζει ἡ ἐπιστήμη στό σύνολό της, ἀλλά κάποιοι ἐπιστήμονες ἐν γνώσει ἤ ἐν ἀγνοία τους.

Ποιό εἶναι τό λειτουργικό καί θεολογικό νόημα τῶν ἕξι ψαλμῶν τοῦ Ὄρθρου; Γιατί βρίσκονται σ’αὐτήν τήν τόσο πρώϊμη θέση τοῦ ὄρθρου καί διαβάζονται διαδοχικῶς; Πότε ἱστορικά ἀναπτύχθηκε ὁ ὄρθρος;



Α[25]   Ὁ Ἑξάψαλμος ἀποτελεῖ ἐκλογή ἕξι ψαλμῶν τοῦ ψαλτηρίου τοῦ Δαβίδ οἱ ὁποῖοι διαβάζονται στήν ἀρχή τοῦ ὄρθρου σά μιά προεισαγωγή τῆς ἀκολουθίας.
Ἐπειδή ὅμως ὁ ὄρθρος ἐντάσσεται στήν εὐρύτερη κατηγορία τῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ἐκκλησίας μας ἀξίζει ἀρχικά νά παραθέσουμε τούς λόγους τοῦ Ἁγίου Συμεών, ἀρχ/που Θεσσαλονίκης γιά τό βαθύτερο θεολογικό  νόημα τῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ἐκκλησίας μας.
Λέει λοιπόν ὅτι τό μεσονυκτικό γίνεται τά μεσάνυχτα ἐξαιτίας τοῦ ἥσυχου καί εἰρηνικοῦ νοός, ἐκφράζοντας α) τήν πίστη μας στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀλλά καί τῆς δικῆς μας β) τήν Δευτέρα Παρουσία τήν ὁποία προσμένουμε καί κατά τήν ὁποία θά μᾶς ξυπνήσει ὁ Χριστός σά νά βρισκόμαστε σέ βαθύ θανάσιμο ὕπνο.
Στόν ὄρθρο  συνέχεια ,  ἐπειδή ἀποτελεῖ προεισαγωγική ἐωθινή προσευχή, δέν ἀνάβουν πολλά φῶτα. Ἀποτελεῖ εὐχαριστία στό Θεό ὁ ὁποῖος δημιούργησε τό φῶς , ἔλυσε τό σκότος τῆς πλάνης καί μᾶς προξένησε τό φῶς τῆς εὐσεβείας. Αὐτό τό τρίπτυχο ἐκφράζεται σαφέστερα μέσα ἀπό τούς ἐπιλεγμένους ἕξι ψαλμούς τοῦ Δαβίδ.
Πρίν ἀπό τούς ψαλμούς αὐτούς προηγεῖται ὁ ὕμνος τῶν ἀγγέλων ¨Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῶ καί ἐπί γῆς εἰρήνη¨ τρεῖς φορές ,εἰς τῦπον τῆς Ἁγίας Τριάδος,πού ἀκούσθηκε κατά τή γέννηση τοῦ Σωτῆρος, ἀκολουθεῖ τό ¨Κύριε τά χείλη μου ἀνοίξεις καί τό στόμα μου ἀναγγελεῖ τήν αἴνεσίν σου¨,δύο φορές καί κατόπιν οἱ ἕξι ψαλμοί.
Διά τῶν ψαλμῶν αὐτῶν ὁ δεόμενος πιστός
εἴτε ἐκφράζει τή σταθερή ἐλπίδα αὐτοῦ στό Θεό-ψαλμός 3,
εἴτε θρηνεῖ γιά τίς ἁμαρτίες του-ψαλμός 37,
εἴτε δέεται ζητώντας παραμυθία-ψαλμός 62,
καί ἀπαλλαγή ἀπό τίς συμφορές -ψαλμός 87,
εἴτε ἐπικαλεῖται τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ-ψαλμός 102,
καί τή βοήθεια Αὐτοῦ-ψαλμός 142.
Ἡ πρώτη ὥρα μαζί μέ τόν Ὄρθρο ἀποτελεῖ ὑμνολογία στό Θεό . Ἐδῶ γίνεται λόγος γιά τόν Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης καί τόν Παράδεισο.
Τήν τρίτη ὥρα ὑμνοῦμε τό Θεό εἰς τιμήν τῆς Ἁγίας Τριάδος .
Τήν ἕκτη ὥρα ὑμνοῦμε τή σταύρωση τοῦ Χριστοῦ,ἀφοῦ ἐκείνη τήν ὥρα τόν σταύρωσαν.
Τήν ἐνάτη ὥρα παρέδωσε ὁ Κύριος τήν ψυχή Του. Ἡ γῆ σείσθηκε, τά μνημεῖα ἄνοιξαν , πολλά σώματα ἠγέρθηκαν . Εὐχαριστοῦμε τό Χριστό  ὁ ὁποῖος προσέφερε τίς ψυχές μας στά χέρια τοῦ Πατέρα.
Ὁ ἑσπερινός ὕμνος δείχνει τήν δοξολογία μας πρός τόν Κτίστη.
Ἄς δοῦμε ὅμως τώρα εἰδικότερα τό πῶς προέκυψε ἡ ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου.
Ἡ ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου κληροδοτήθηκε στήν Ἐκκλησία μας ἀπό τήν Ἰουδαϊκή  Συναγωγή.  Ἀπαρτιζόταν ἀπό ψαλμούς,ὠδές,ἀναγνώσεις καί εὐχές.
Στή συνέχεια  κατά τούς τρεῖς πρώτους μεταχριστιανικούς αἰῶνες ἐξελίχθηκε ἀπό Ἱεροσολυμῖτες μοναχούς . Διαβαζόταν ἀρχικά στό ναό τῆς Ἀναστάσεως στά Ἱεροσόλυμα ἀπ’ὅπου διαδόθηκε στόν ὑπόλοιπο χριστιανικό κόσμο διά μέσῳ προσκυνητῶν. Ἀπό τό Ὁδοιπορικό κάποιας μοναχῆς Αἰθερίας, Ἰσπανικῆς καταγωγῆς κατά πᾶσαν πιθανότητα, ἐπισκέπτριας τῶν Ἁγίων Τόπων, πληροφορούμαστε λεπτομερέστερα γιά τό τελετουργικό  τῆς ἀκολουθίας τοῦ Ὄρθρου. Ἀκόμη ὅμως λεπτομερέστερη περιγραφή τοῦ μοναχικοῦ τύπου τοῦ Ὄρθρου τῆς Κυριακῆς ὅπως ἐτελεῖτο τόν 7ο αἰώνα στό ὄρος Σινᾶ μαθαίνουμε ἀπό τούς ἀββάδες Ἰωάννη καί Σωφρόνιο «...καί μετά τόν ἑξάψαλμο καί εἰπόντες τό Πάτερ ἡμῶν ἠρξάμεθα τούς ψαλμούς ἀνέτως...».  Ἀπό τή διήγηση αὐτή προκύπτει ὅτι τουλάχιστον ἀπό τόν 7ο αἰώνα ἡ ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου ἀποτελεῖτο ἀπό τόν Ἑξάψαλμο, τά ψαλμικά ἡμιστίχια , τά καθίσματα, τίς ὠδές , τούς ψαλμούς,τούς αἴνους,τήν δοξολογία.
Ἐπιλέχθηκαν λοιπόν  οἱ συγκεκριμένοι ψαλμοί 3, 37, 62, 87, 102, 142 ἐπειδή ἀναφέρονται περισσότερο καί χαρακτηριστικότερα στό θρῆνο γιά τήν ἁμαρτία , στή συνειδητοποίησή της, στήν ἱκεσία πρός τόν Θεό γιά τήν ἐπίτευξη τῆς γεμάτης ἐλέους συγχωρητικότητάς Του καί στήν εὐχαριστία γιά τήν ἀνταπόκρισή Του. Αύτές εἶναι οἱ ἀπαραίτητες προϋποθέσεις γιά νά μπεῖ κάποιος στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν πού ἀποτελεῖ καί τόν κύριο σκοπό τῆς Θείας Λειτουργίας πού ἕπεται.
Τά ὅσα λέει ὁ Δαβίδ γίνονται προσευχή γιά τόν κάθε  ταπεινά συντετριμμένο ἄνθρωπο πού ἐπιζητᾶ πρωτίστως τή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Μέ ἄλλα λόγια στό πρόσωπο τοῦ Δαβίδ βλέπουμε τόν ἑαυτό μας ἔτσι ὅπως θά ἔπρεπε νά εἶναι ἔναντι τοῦ Θεοῦ-κατά τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως- ἐνώπιον τοῦ ὁποίου καθημερινά ἁμαρτάνουμε.  Γι’αὐτό καί κατά τόν Ἑξάψαλμο συναισθανόμενοι τή σοβαρότητα τῆς Λειτουργίας ἀλλά καί τῆς συγκεκριμένης στιγμῆς στεκόμαστε ὄρθιοι, ἐπειδή στεκόμαστε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ-Κριτῆ.
Σύμφωνα μέ τήν ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου ἀλλά καί βάσει τῶν ἑρμηνευτικῶν σχολίων τοῦ Ἀρχ/του Ἰωήλ Γιαννακοπούλου σημειώνουμε τά ἑξῆς ὡς πρός τό θεολογικό νόημα τοῦ Ἑξαψάλμου:
Μέ τόν ψαλμό 3 θέλει νά δείξει ὅτι ἄν καί ἔνοχος ὁ προφητάναξ Δαβίδ, κυνηγημένος ἀπό τό γιό του Ἀβεσσαλώμ γιά τό διπλό του ἁμάρτημα δέ χάνει τό θάρρος του ἀλλά προσεύχεται πρός τόν Θεό καί μάλιστα πρωϊ. Βασικά μέρη τοῦ ψαλμοῦ εἶναι ἡ ἀπελπισία τοῦ Δαβίδ , ἡ ἐλπίδα του πρός τόν Θεό, ἡ ἠρεμία του ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς ἐλπίδας καί ἡ προσευχή του γιά τή σωτηρία του.
Μέ τόν ψαλμό 37 παρουσιάζονται οἱ σωματικοί καί ψυχικοί πόνοι τοῦ Δαβίδ .Ὁ παρών ψαλμός ἦταν λειτουργικός. Ψαλλόταν κατά τήν ὥρα τῆς προσφορᾶς τῆς ἀναιμάκτου θυσίας. Τό συγκεκριμένο ψαλμό συνέθεσε ὁ Δαβίδ ἐξ ἀφορμῆς τῶν ἀμαρτημάτων του κατά τήν ἐπανάσταση τοῦ Ἀβεσσαλώμ. Ἀναγνωρίζει ὅμως τή δικαιοτάτη τιμωρία του καί ὑπομένει καρτερικά τούς πόνους του.
Ὅταν ἦταν φυγάς καί κυνηγημένος ἀπό τόν Ἀβεσσαλώμ στήν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας συγγράφει τόν 62 ψαλμό. Ἐδῶ παρακαλεῖ τόν Θεό νά τόν βοηθήσει. Θέλει νά λυτρωθεῖ ἀπό τούς κινδύνους καί νά ἐξοντωθοῦν οἱ ἐχθροί του. Καί αὐτός ὁ ψαλμός ὅπως μαρτυροῦν οἱ Ἀποστολικές Διαταγές εἶναι πρωϊνή προσευχή τῶν Χριστιανῶν.  Διδάσκει μέ αὐτόν τόν ψαλμό τόν ὑπερβολικό ἔρωτα πού εἶχε στόν Θεό. Προφητεύει καί τόν ἀφανισμό πού ἐπρόκειτο νά λάβουν οἱ διώκοντες αὐτόν. Ἁρμόζει δέ ὁ ψαλμός αὐτός καί σέ μᾶς τούς Χριστιανούς διότι ὅταν καί ἐμεῖς βρισκόμαστε  στήν ἐρημιά τῶν ἡδονικῶν τοῦ κόσμου πραγμάτων καί ἔχουμε διάπυρο ἔρωτα πρός τόν Θεό , τότε ἐξολοθρεύονται οἱ ὁρατοί καί ἀόρατοι ἐχθροί μας καί δέν μποροῦν σέ τίποτε νά μᾶς βλάψουν. Ὁ ψαλμός αὐτός ἀναφέρεται ἐπίσης στήν ψυχή πού εἶναι ἔρημη παντός ἀγαθοῦ , ἐπιστρέφει ὅμως ὕστερα στόν Πλάστη της διά τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ ψαλμός 87 εἶναι ὁ θλιβερότερος ὅλων τῶν ψαλμῶν .Εἶναι μιά ἁλυσίδα στεναγμῶν καί ὁλολυγμῶν πού τελειώνει ἀπότομα μέ πίκρα.  Ὁ Δαβίδ βρίσκεται σέ ἀδιέξοδο. Πολλοί πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας τόν ἐφήρμοσαν ὡς σύμβολο τοῦ πάθους  τοῦ Σωτῆρος μας. Αὐτός ὁ ψαλμός προφητεύει γιά τόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ καί γιά τήν εἰς Ἅδου κάθοδό Του.
Ὁ ψαλμός 102 παρουσιάζει τόν Κύριο μακρόθυμο καί πολυέλεο. Ψαλμός λεπτός, συγκινητικός , ὑπέροχος πού προδίδει ἄνθρωπο μεγάλης πίστεως καί εὐαγγελικῆς ἐλπίδας. Ἐπίσης μέ αὐτόν τόν ψαλμό καλοῦνται ὅλα τά δημιουργήματα νά ὑμνήσουν τόν Κύριο. Εἶναι εὐχαριστήριος ὕμνος πρός τόν Θεό.
Ἁρμόζει ἐπίσης καί στούς Ἰουδαίους πού ἀπελευθερώθηκαν ἀπό τούς Βαβυλωνίους καί εὐχαριστοῦν γι’αὐτό τόν Θεό. Περισσότερο ὅμως ἁρμόζει στούς ἐξ ἐθνῶν Χριστιανούς ἐπειδή ἐλευθερώθηκαν ἀπό πικρότερη σκλαβιά , τήν τῶν δαιμόνων, καί ἔλαβαν εὐεργεσίες περισσότερες ἀπό τούς Ἰουδαίους.
Μέ τόν 142 τέλος ψαλμό ἐκφράζει τή μετάνοιά του. Εἶναι ὁ ἕβδομος ψαλμός μετανοίας.Ὁ Δαβίδ βρίσκεται ὑπό τήν καταδίωξη τοῦ Ἀβεσσαλώμ καί ζητᾶ τήν ἀπαλλαγή ἀπό τούς ἐχθρούς του ἀλλά καί τήν ἁγία ζωή. Κυριαρχεῖ ὁ πόνος καί ἡ προσευχή. Ὁ ψαλμός αὐτός ἁρμόζει σέ ἐκείνους πού βρίσκονται σέ θλίψεις καί πειρασμούς. Ἀναφέρεται ἐπίσης καί στό πρόσωπο τῆς ἀνθρωπότητας , πού καταδιώκεται καί θλίβεται ἀπό τό σατανᾶ καί ἀπό τόν ὁποῖο εὔχεται νά ἀπαλλαγεῖ διά τῆς παρουσίας τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι λοιπόν καί ἐμεῖς τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως ὡς κατηγορούμενοι γιά τίς ἁμαρτίες μας ἐνώπιον τοῦ Κριτῆ θά πρέπει νά εἴμαστε συντετριμμένοι καί τεταπεινωμένοι γι’αὐτές, ζητώντας τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

Ἡ Νέα Ἱερουσαλήμ ὅπως περιγράφεται στήν Ἀποκάλυψη τοῦ ἁγ. Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννη θά ἔχει ἐκτός ἀπό πνευματική ὑπόσταση καί ὑλική;



Προβλέπεται ὁ πλανήτης γῆ νά μήν πάψει νά ὑπάρχει μετά τήν Ἀποκάλυψη;
Ἡ Νέα Ἱερουσαλήμθά ἔχει κάποιες γεωγραφικές συντεταγμένες πού θά τόν συμπεριλαμβάνουν ( τόν πλανήτη) ἤ θά σχετίζονται μέ αὐτόν;
Α[24]   Στό Συναξαριστή τῆς Ἐκκλησίας μας βρίσκουμε πέντε ἁγίες μέ τό ὄνομα Ἀναστασία.  ἁγία Ἀναστασία, ἡ ἐπονομαζομένη Ῥωμαία ὅμως εἶναι μία καί ἑορτάζει κατά τήν 29η  Ὀκτωβρίου, ἄν καί δύο ἀκόμα ἀπό τίς ἁγίες Ἀναστασίες κατάγονται ἀπό τή Ῥώμη καί μάλιστα εἶναι καί αὐτές μάρτυρες τῆς πίστεως.
Σέ πολλά σημεῖα τῆς Ἁγίας Γραφῆς γίνεται λόγος γιά τήν Ἄνω Ἱερουσαλήμ μέ τή χρήση διαφορετικῶν λέξεων:  Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν , Παράδεισος , Καινή γῆ καί καινοί οὐρανοί.  Ἰδιαιτέρως στήν Ἀποκάλυψη, στό κα΄ κεφάλαιο. 
Γιά νά μήν ἑρμηνεύουμε ἀπό μόνοι μας τήν Ἁγία Γραφή καί πέφτουμε σέ αἵρεση μποροῦμε νά δοῦμε τί μᾶς λένε ὁ ἅγ. Ἀνδρέας Καισαρείας , ὁ Ἄγ.Ἀρέθας, ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ Ἅγ. Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος και ὁ ὅσιος Ἀνδρέας ὁ διά Χριστόν σαλός.
Στήν κατανόηση τῶν βαθυτέρων νοημάτων γιά τό συγκεκριμένο θέμα βοηθοῦν ἡ «Ἑρμηνεία τῆς Ἀποκαλύψεως» τοῦ Ἀρχιμ. Ἰωήλ Γιαννακοπούλου καί ἡ «Ἀποκάλυψις ἐξηγημένη» τοῦ Ἀρχιμ. Χαραλάμπους Βασιλοπούλου. Ἐπίσης ἡ «Ἔκδοσις ἀκριβής περί τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως» τοῦ Ἁγ.Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ,ἀλλά καί τά συγκεκριμένα ἀποσπάσματα τοῦ Ἁγ. Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου καί τοῦ ὁσίου Θεοφόρου πατρός ἡμῶν Ἀνδρέα τοῦ διά Χριστόν σαλοῦ πού μόλις παρακάτω θά δοῦμε. 
Ἀπό τούς δύο πρώτους Ἀρχιμανδρῖτες συγγραφεῖς σαφέστατα μᾶς γνωστοποιεῖται ἡ ἑρμηνεία τῶν Ἁγ.Ἀρέθα καί Ἀνδρέα Καισαρείας στό χωρίο Ἀποκ. κα΄,12-21. «…Ὁ φωστήρ τῆς πόλεως Ἱερουσαλήμ …μοιάζει μέ τόν πολύτιμο λίθο ἴασπι, πιθανῶς τόν ἀδάμαντα.Αὐτό θέλει νά δηλώσει τήν ὑπερκόσμιο αἴγλη τῆς λαμπρᾶς πόλεως Ἱερουσαλήμ . Τό μέγα καί ὑψηλό τεῖχος τῆς πόλεως σημαίνει τήν αἰώνια ἀσφάλεια τῆς πόλεως….Οἱ δώδεκα πῦλες πού βρίσκονται στίς τέσσερις πλευρές τοῦ τείχους πρός βορρᾶ , νότο, ἀνατολή καί δύση σημαίνουν ὅτι οἱ πιστοί θά μεταβαίνουν στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀπ’ὅλο τόν κόσμο …Οἱ δώδεκα λίθοι τῆς πόλεως …σημαίνουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι οἰκοδομημένη στό θεμέλιο τῶν δώδεκα Ἀποστόλων. Ἡ μνεία τῶν πολυτίμων λίθων συμβολίζουν τήν τελειότητα καί ὡραιότητα ἐκείνης τῆς πόλεως».
Ὁ Ἅγ. Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος μᾶς διασαφηνίζει τίς ἔννοιες «καινοί οὐρανοί» καί «καινή γῆ» λέγοντας ὅτι «...δέν ἔπρεπε  πρό τῆς ἀνακαινίσεως τῶν κτισμάτων νά ἀναστηθοῦν καί νά ἀφθαρτοποιηθοῦν τά σώματα , ἀλλά ὅπως ἀκριβῶς ἡ κτίση δημιουργήθηκε πρῶτα ἄφθαρτη καί ἔπειτα ὁ ἄνθρωπος, ἔτσι πάλι  κατά τήν Β΄ Παρουσία πρῶτα πρέπει νά μεταμορφωθεῖ  ἡ κτίση ἀπό τή φθορά στήν ἀφθαρσία καί ἔτσι μαζί καί ταυτοχρόνως μέ αὐτήν νά ἀνακαινισθοῦν τά φθαρμένα σώματα τῶν ἀνθρώπων , ὥστε καί πάλι ὁ πνευματικός καί ἀθάνατος ἄνθρωπος νά κατοικεῖ σέ ἄφθαρτο , αἰώνιο καί πνευματικό τόπο. ...
...¨Καινούς δέ οὐρανούς καί καινήν γῆν κατά τό ἐπάγγελμα αὐτοῦ προσδοκῶμεν¨ (Β΄ Πέτρου γ΄,13):
Σύμφωνα μέ ποιά ὑπόσχεση καί ποιοῦ;
Κατά τήν τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ βέβαια, πού εἶπε: «Ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσεται , οἱ δέ λόγοι μου οὐ μή παρέλθωσιν»( Ματθ. κδ΄, 35)...Ἀκόμη κι’ἄν ἀλλαχθεῖ ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ, οἱ λόγοι μου θά ἔχουν τό ἀναλλοίωτο καί πάγιο χαρακτήρα.
...Πῶς πρόκειται ξανά ἡ κτίση νά ἀνακαινισθεῖ καί νά γίνει ¨καινούς οὐρανούς καί καινή γῆ¨ κατά τόν θεῖο Ἀπόστολο ;
...Βλέπεις ὅτι ἡ κτίση δέν εἶχε σκοπό ,  δέν ἤθελε νά ὑποταγεῖ στόν παραβάτη Ἀδάμ  , ὅταν τόν εἶδε νά ἐκπίπτει ἀπό τήν θεία δόξα ἐρχόμενος σέ ἀντίθεση μέ τόν ποιητή του Θεό;
Ὁ Θεός ὅμως ἐπειδή πρό καταβολῆς κόσμου εἶχε προορίσει στό σχέδιό Του τήν ἐκ παλιγγενεσίας σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ,ὑπέταξε σ’αὐτόν τήν κτίση, ἀφοῦ τήν καταράσθηκε, ὥστε νά γίνει φθαρτή κι’αὐτή, γιά νά τοῦ παρέχει ἐτησίως τή φθαρτή τροφή, ἐπειδή εἶχε δημιουργηθεῖ γιά τόν ἄνθρωπο,ὁ ὁποῖος ὅμως ἐφθάρη . Ὅταν ὅμως ἀνακαινίσει τόν ἄνθρωπο καί τόν καταστήσει ἄφθαρτο, ἀθάνατο καί πνευματικό,τότε ἑπομένως καί ὅλη αὐτή τήν κτίση ,λέω, μαζί μέ αὐτόν θά μεταμορφώσει καί θά τήν κάνει αἰώνια καί ἄϋλη...διότι αὐτό φανέρωσε μέ ὅσα εἶπε:΄¨Ἐξαιτίας τῆς ματαιότητας ὑποτάχθηκε ἡ φύση , ὄχι μέ τή θέλησή της ἀλλά πρός ἐξυπηρέτηση αὐτοῦ πού ὑποτάχθηκε(δηλ. τοῦ Ἀδάμ) μέ τήν προοπτική τῆς ἀναστάσεως¨(Ρωμ. η΄,20).
Δηλαδή λέει ὅτι δέν ὑποτάχθηκε στήν ἀνθρωπότητα ἀπό μόνη της οὔτε μέ τή θέλησή της μεταλλάχθηκε σέ φθορά, ὥστε νά προσφέρει καρπούς καί νά βλαστάνει ἀγκάθια μαζί μέ τριβόλους, ἀλλά πειθαρχώντας στό πρόσταγμα  τοῦ Δεσπότη μας Θεοῦ,Αὐτοῦ πού διόρισε ἔτσι νά γίνουν τά πράγματα τῆς ἀνακαινίσεως μέ τήν προοπτική τῆς Ἀναστάσεως.
Ἑπομένως ἀκόμη κι’ ὅταν ἀνακαινισθεῖ δέν θά γίνει τέτοια ὅπως δημιουργήθηκε ἀπό τήν ἀρχή , μή γένοιτο! ἀλλά ὅπως ἀκριβῶς σπείρεται σῶμα ψυχικό (Α΄Κορ. ιε΄,21) καί ἀνασταίνεται σῶμα ὄχι ὅπως τοῦ πρωτοπλάστη πρό τῆς παραβάσεως, δηλ. ὑλικό καί αἰσθητό καί τρεπτό , πού ἔχει ἀνάγκη ἀπό αἰσθητή τροφή , ἀλλά ἀνασταίνεται πνευματικό σῶμα καθ’ὁλοκληρίαν καί ἄτρεπτο ὅπως  ἦταν τό σῶμα τοῦ Δεσπότη μας Θεοῦ μετά τήν ἀνάσταση, δηλ. τοῦ δευτέρου Ἀδάμ,πού ἔγινε ὁ πρωτότοκος ἀπό τούς νεκρούς ,διαφέροντας πολύ ἀπό τό σῶμα ἐκείνου(τοῦ Ἀδάμ) ,κατά τόν ἴδιο τρόπο καί ὅλη γενικά ἡ κτίση θά γίνει διά τοῦ νεύματος τοῦ Θεοῦ ὄχι ὅπως εἶχε δημιουργηθεῖ ὑλική καί αἰσθητή ἀλλά θά μεταμορφωθεῖ κατά τήν Β΄ Παρουσία σέ ἄϋλο καί πνευματικό  οἰκητήριο.
Ὅπως ἐξάλλου μᾶς λέει ὁ Ἀπ.Παῦλος ¨ δέν θά κοιμηθοῦμε ὅλοι,  ὅμως θά ἀλλάξουμε ἀτομικῶς , ἐν ριπῆ ὀφθαλμοῦ ,ἔτσι καί ἡ κτίση ἀφοῦ θά καεῖ ἀπό θεῖο πῦρ θά ἀλλοιωθεῖ¨
....ἐπίσης θά πληρωθεῖ καί τό λόγιο πού λέει ¨Δίκαιοι θά κληρονομήσουν γῆν¨(Ψαλμ.λστ΄,29) ὄχι αἰσθητή - διότι πῶς θά χρησιμοποιοῦταν ἀπό πνευματικούς ; - ἀλλά καθολικῶς πνευματική καί ἄϋλη, ὥστε αὐτοί πού ἀπέκτησαν ἄφθαρτα σώματα καί ἔγιναν ὑπερφυσικῶς φυσικοί καί ἀπερίγραπτοι , δηλ. ἄν καί περιγραπτοί ἀπερίγραπτοι νά ἔχουν ἄξια κατοικία τῆς δόξας τους.
...Κατά τήν ἀνάσταση τῶν δικαίων «οὔτε γαμοῦσιν οὔτε ἐκγαμίζονται» ἀλλά εἶναι σάν τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ. Ὅπως μᾶς λέει ὁ Ἀπ.Παῦλος ¨σπείρεται σῶμα ψυχικό, ἐγείρεται σῶμα πνευματικό¨.Ἀπό κεῖ ἄς μάθουμε ὅτι τά σώματά μας θά εἶναι πνευματικά σάν τῶν ἀγγέλων ὅταν θά ἀναστηθοῦν ἀπό τούς νεκρούς».
(  Ἀπόσπασμα ἀπό τά ¨Κεφάλαια θεολογικά καί ἠθικά¨ ,τόμος 1ος, Ἁγ. Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου ἀπό τή σειρά SOURCES CHRETIENNES ) σελ. 204-218)

Ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός λέει πιό συγκεκριμένα:
«Μερικοί φαντάσθηκαν τόν Παράδεισο αἰσθητό, ἄλλοι πάλι νοητό. Ὅμως ἐγώ νομίζω ὅτι ὅπως ὁ ἄνθρωπος εἶχε πλασθεῖ αἰσθητός καί συνάμα νοητός , ἔτσι ἔπρεπε νά εἶναι καί ὁ ἱερώτατος τόπος του , αἰσθητός καί συνάμα νοητός καί ἔχοντας διπλή ἔμφαση, γιατί μέ τό σῶμα ἐνῶ αὐλιζόταν στόν πολύ ὄμορφο καί θειότατο χῶρο ,καθώς διηγηθήκαμε, μέ τήν ψυχή διέμενε σέ ὑπέρτερο καί ἀσύγκριτο καί ὡραιότερο τόπο , ἔχοντας ἐκεῖ ἔνοικο τόν Θεό καί αὐτόν λαμπρό ἔνδυμα καί περιβεβλημένος τή χάρη Του καί ἀπολαμβάνοντας τό μόνο γλυκύτατο καρπό τῆς θεωρίας Του σάν κάποιος ἄλλος ἄγγελος καί τρεφόμενος μέ αὐτήν. ...
...Ἔτσι διπλό νομίζω τόν θεῖο Παράδεισο.Καί ἀληθινά παρέδωσαν οἱ θεοφόροι Πατέρες , πού δίδαξαν εἴτε ἔτσι εἴτε ἀλλιῶς».
(Ἔκδ. Ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως¨ σελ. 145-147)

Ὁ ὅσιος  Ἀνδρέας ὁ διά Χριστόν σαλός διδάσκει ὅτι ὅταν ρωτήθηκε ἀπό κάποιον πῶς θά εἶναι ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ μετά τήν κρίση καί τήν ἀνταπόδοση, ἀπάντησε μέ τά λόγια τοῦ προφήτη Δαβίδ ¨Κατ’ἀρχάς σύ Κύριε, τήν γῆν ἐθεμελίωσας , καί ἔργα τῶν χειρῶν σου εἰσιν οἱ οὐρανοί. αὐτοί ἀπολοῦνται, σύ δέ διαμένεις , καί πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται, καί ὡσεί περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτούς καί ἀλλαγήσονται¨(Ψαλμ. ρα΄,26-27)
«....Χωρίς ἀμφιβολία θ’ἀλλάξουν ὅλα, ὅπως ἀκριβῶς θά ἀνακατασκευασθοῦν ἀπό τήν ἴδια οὐσία τά σώματα ὅλων τῶν νεκρῶν καί θά ἀναστηθοῦν ἄφθαρτα , αἰώνια καί ἀναλλοίωτα. ...
Ὅταν ἀναστήσει λοιπόν ὁ Θεός ἄφθαρτα καί σῶα τά σώματα τῶν ἀνθρώπων ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ἀδάμ μέχρι τῆς συντελείας , τότε θά κάνει καινούργιο οὐρανό καί καινούργια γῆ. Δέν θά ὑπάρχει πάνω τους τίποτε φθαρτό . ...Δέν θά ὑπάρχουν θηρία , ἑρπετά καί πετεινά. Θά ὑπάρει μόνο κτίση ἀπολαυστική καί εὐωδιαστή σάν τό μύρο. Τότε δέν θά ὑπάρχει νύχτα.Ὅλα τά φῶτα θά ἀτονήσουν καί θά λάμψει ἕνα φῶς μύριες φορές λαμπρότερο».
(Τοῦ ὁσίου Ἀνδρέα, τοῦ διά Χριστόν σαλοῦ¨, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου,σελ. 228-229)

Πότε καὶ πῶς μπορεῖ κάποιος νὰ προμηθευθεῖ τὰ Πρακτικὰ τοῦ Συνεδρίου περὶ Οἰκουμενισμοῦ ποῦ ἔγινε στὴ Θεσσαλονίκη;



Α[19]   Περὶ τῶν Πρακτικῶν τοῦ Συνεδρίου τοῦ Οἰκουμενισμοῦ στὴ Θεσσαλονίκη τὸ 2004:
Ἐνημερώνουμε  τούς ἀναγνῶστες μας ὅτι γιά αὐτούς πού ἐπιθυμοῦν τήν παραλαβή τῶν Πρακτικῶν τοῦ Συνεδρίου περί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ πού διοργανώθηκε ἀπό 20 μέχρι 24 Σεπτεμβρίου 2004 στήν Αἴθουσα Τελετῶν τοῦ Ἀριστοτελείου παν/μίου Θεσσαλονίκης ἀπό τό Τμῆμα Ποιμαντικῆς καί Κοινωνικῆς Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσ/κης καί τήν Ἑταιρεία Ὀρθοδόξων Σπουδῶν, χρειάζεται προεγγραφή 50 εὐρώ ἐπειδή τό κόστος τῆς ἐκτυπώσεως εἶναι ἀρκετά μεγάλο.
Μπορεῖτε νά ἀποστείλετε τήν προεγγραφή σας στή διεύθυνση
«Ἑταιρεία Ὀρθοδόξων Σπουδῶν
Τ.Θ.1602
54124 Θεσσαλονίκη»
γράφοντας καί τό λόγο τῆς ἀποστολῆς τοῦ συγκεκριμένου ποσοῦ
Τηλ. 2310-996660  FAX 2310- 996663

Μπορεῖτε νά μοῦ πεῖτε ποιοί εἶναι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τῶν τριῶν πρώτων αἰώνων ;



Α[17]   Κατ’ἀρχήν «Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας» σημαίνει αὐτός πού ἔζησε ἁγία ζωή , ἐν τῆ ἑνότητι μέ τήν Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία. ἀλλά καί κήρυξε τήν Ὀρθοδοξία.
Σύμφωνα μέ τήν Πατρολογία τοῦ κ.Στυλιανοῦ Παπαδοπούλου,τόμος Α΄
«Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας χαρακτηρίζονται ὅσοι διακρίθηκαν σέ ἁγιότητα , ὁσιότητα, διαποίμανση τῶν πιστῶν, ἀλλά καί ὅσοι ἁπλῶς εἶναι κληρικοί , ὅσοι  δηλαδή πάντοτε –καί σήμερα-ἀναλαμβάνουν τήν εὐθύνη τῆς πνευματικῆς προκοπῆς τῶν πιστῶν….Ἡ Ἐκκλησία διέκρινε λίγους ἀπό τούς πολλούς πατέρες καί τούς ὀνόμασε τιμητικά Πατέρες καί Διδασκάλους. …Ἔτσι ἕνωσε τό λειτούργημα τοῦ ποιμένα ,-πού ἀναγεννᾶ καί κατευθύνει τούς πιστούς , πού τούς συνδέει μέ τόν Σωτῆρα Χριστό διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού κηρύττει τό Εὐαγγέλιο καί πού τελεῖ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας,- μέ τό λειτούργημα τοῦ διδασκάλου πού ἔχει τό εἰδικό χάρισμα καί τήν εἰδική εὐθύνη νά διδάσκει καί νά ἑρμηνεύει στούς πιστούς τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ καί νά ἀντιμετωπίζει τίς θεολογικές κρίσεις στήν Ἐκκλησία. …
…Πατέρες καί Διδάσκαλοι δηλαδή εἶναι οἱ «διαπρέψαντες ἄνδρες» τῆς Ἐκκλησίας πού ἔγιναν «φωστῆρες ἐν κόσμῳ», πού τά «θεοπαράδοτα συγγράμματα καί δόγματά» τους θεσπίζεται νά φυλάσσονται καί νά υἱοθετοῦνται , πού ἀναγνωρίσθηκαν «ἔγκριτοι Παρέςρες»…».
 Ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική γραμματολογία τοῦ Παν. Χρήστου μαθαίνουμε ὅτι οἱ Ἀποστολικοί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὡς τόν 3ο αἰῶνα μ. Χ. εἶναι:
1  ἅγ.Κλήμης ἐπίσκοπος Ρώμης,
2.  ἅγ. Ἰγνάτιος Θεοφόρος ,
3.  ἅγ.Πολύκαρπος Σμύρνης,
Μέ τήν εὐρεία ἔννοια τοῦ ὅρου «Πατέρας» μποροῦμε νά συμπεριλάβουμε καί τούς Ἀπολογητές τοῦ Β΄αἰῶνα:
1.  ἅγ.Ἀριστείδης Ἀθηναῖος,
2.  ἅγ.Ἀθηναγόρας Ἀθηναῖος,
3.  ἅγ.Ἰουστῖνος ὁ Φιλόσοφος,
4.  ἅγ.Θεόφιλος Ἀντιοχείας,
Ἐπίσης μποροῦμε νά κατατάξουμε καί τόν ἅγ. Εἰρηναῖο, ἐπίσκοπο Λυῶνος καί τόν ἅγ. Ἰππόλυτο , ἐπίσκοπο Ρώμης πού πολέμησαν τήν αἵρεση τοῦ Γνωστικισμοῦ.

Πῶς νά ἑνωθοῦν ἡ «ἐκκλησία» τοῦ Παπισμοῦ καί ἡ Ἐκκλησία τῶν Ὀρθοδόξων; Πῶς νά θεωρεῖ ἡ μία τήν ἄλλη «ἀδελφή»;



Α[9]    Παπισμός καταδικάζεται ἐπειδή βλασφημεῖ τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Οἱ παπικές πλάνες καταδικάσθηκαν ὑπό τῶν ἑξῆς Ὀρθοδόξων Συνόδων:
1)     Ὑπό τῆς Η΄ Οἰκουμενικῆς ἐπί Μεγάλου Φωτίου. Μέ τόν Ὅρο της ἡ Σύνοδος αὐτή καθαιρεῖ καί ἀναθεματίζει τούς νοθευτές τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως οἱ ὁποῖοι παρενέβαλαν αὐθαίρετα τήν προσθήκη τοῦ Filioque. Οἱ ἐκπρόσωποι τοῦ πάπα(ἦταν  Ὀρθόδοξος ἀκόμη τότε) , οἱ ὁποῖοι ἀπεδέχθησαν καί προσυπέγραψαν τίς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου, ἀνεφώνησαν «οὕτω φρονοῦμεν, ἐν ταύτῃ τῆ ὁμολογίᾳ τῆς πίστεως ἐβαπτίσθημεν» . Ὁ πάπας ἀπεδέχθη τήν Σύνοδο καί ἔγινε ἔτσι τό σχίσμα τοῦ 867μ. Χ.
Ἡ Η΄ Οἰκουμενική καταδίκασε ἐπίσης τήν ἀπαίτηση τοῦ πάπα( ὄχι πλέον τοῦ Ὀρθοδόξου)  γιά πρωτεῖο  ἐξουσίας ἐφ’ὅλης τῆς Ἐκκλησίας ὅπου γῆς.
2)     Ὑπό τῆς Συνόδου τῆς Κωνσταντινουπόλεως τό 1054 μ.Χ. ἐπί Μιχαήλ Κηρουλαρίου .
3)     Ὑπό τῶν ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδων τοῦ 1341(Θ΄ Οἰκουμενική) , τοῦ 1347, τοῦ 1351 καί τοῦ 1368 , οἱ ὁποῖες ἐπικύρωσαν τήν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί τῶν ἡσυχαστῶν καί καταδίκασαν τίς φραγκολατινικές πλάνες τῶν Βαρλαάμ τοῦ Καλαβροῦ, Γρηγορίου Ἀκινδύνου, Νικηφόρου Γρηγορᾶ.
4)     Ὑπό τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς στήν ἀπάντησή τους πρός τούς Ἀγγλικανούς Ἀνωμότους τό 1716 και τό 1725.  
5)     Ὑπό τῆς Συνόδου τῆς Κων/πόλεως δι’Ἐγκυκλίου τό 1722. 
6)     Ὑπό τῆς Συνόδου τῆς Κων/πόλεως δι Ὁμολογίας Πίστεως τό 1727.  
7)     Ὑπό τῆς ἐν Κων/πόλει Συνόδου τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς τό 1755.
8)     Ὑπό τῆς Συνόδου τῆς Κων/πόλεως δι’ἐγκυκλίου τό 1838 στήν ὁποία ὁ παπισμός χαρακτηρίζεται ὡς «ἑωσφορική πλάνη».
9)     Ὑπό τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς τό 1848.
10)   Ὑπό τῆς ἐν Κων/πόλει Συνόδου τοῦ 1895.
11)   Ὑπό τοῦ Πανορθοδόξου Συνεδρίου στή Μόσχα τό 1948.
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος στό δίτομο ἔργο του «Μελέτη ἱστορική περί τῶν αἰτίων τοῦ σχίσματος» λέει «Τίς ἤδη ἀγνοεῖ τούς λόγους τοῦ σχίσματος; Ἡ ἑνότης ἤδη διεσπάσθη ἐσωτερικῶς, ὁ ἠθικός δεσμός ἀπεκόπη, τό χάσμα ἠνέῳκται, καί τό ἀπόστημα ἔστηκε μέγα διαχωρίζον τήν Δυτικήν, ἤ μᾶλλον τήν Ρωμαϊκήν τῆς Ἀνατολικῆς ἤ μᾶλλον τῆς μιᾶς ἁγίας καθολικῆς καί ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Οἱ πάπαι ἀπέβησαν Ρωμαῖοι αὐτοκράτορες ἡ δἐ Ρωμαϊκή Ἐκκλησία, αὐτοκράτειρα ἐκκλησία, ἡ ἐκκλησία τῶν ἐκκλησιῶν καί ὁ ἐπίσκοπος Ρώμης, ἐπίσκοπος τῶν ἐπισκόπων ὅλου τοῦ κόσμου. Ἤδη ὁ πάπας ἐγένετο θεάνθρωπος διότι χειρίζεται θείῳ καί ἀνθρωπίνῳ δικαίῳ δύο ὑψίστας δυνάμεις τήν θείαν δύναμιν καί τήν ἀνθρωπίνην . Τίς ἀντιστήσεται πρός αὐτους; Τίς δύναται νά ἀτενίσῃ πρός τό ὕψος τό παπικόν; Τίς νά ἀντοφθαλμίσῃ πρός τήν μεγαλοπρέπειαν αὐτῶν; Ἡ Δύσις ἅπασα ἤδη προσπεσοῦσα προσεκύνησεν αὐτόν ἀλλ’ἡ Ἀνατολή δέν ὑποτάσσεται, ἡ Ἀνατολή ἐμμένει ἐν τοῖς τῆς Ἐκκλησίας κανόσι…»
Σέ ἄλλο σημεῖο γράφει ὁ ἅγιος « Οἱ Πάπαι καί ἁμαρτάνουσι καί κολάζονται καί θά κολάζονται μέχρι τῆς Δευτέρας Παρουσίας ἴσως καί αἰωνίως διά τά πρός τήν Ἑλληνικήν Ἐκκλησίαν κακά καί τάς ψευδενώσεις καί τάς ἀσεβεῖς καί ἀντιχριστιανικάς διατάξεις».
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος γιά τούς Λατίνους λέει: «ἐπειδή ὁ τύπος τοῦ Ἀποστολικοῦ Κανόνος τό ἀπαιτεῖ λέγομεν ὅτι τό τῶν Λατίνων βάπτισμα εἶναι ψευδώνυμον βάπτισμα καί διά τοῦτο , οὔτε κατά τόν λόγο τῆς ἀκριβείας εἶναι δεκτόν , οὔτε κατά τόν λόγον τῆς οἰκονομίας. Δέν εἶναι δεκτόν κατά τόν λόγον τῆς ἀκριβείας
α. διατί εἶναι αἱρετικοί. Ὅτι δέ οἱ Λατῖνοι εἶναι αἱρετικοί, δέν εἶναι καμμία χρεία ἐπί τοῦ παρόντος νά κάμωμεν καμμίαν ἀπόδειξιν. Αὐτό γάρ τοῦτο ὅπου τόσον μῖσος καί τόσην ἀποστροφήν ἔχομεν ἤδη τόσους αἰῶνας πρός αὐτούς εἶναι μία φανερά ἀπόδειξις ὅτι ὡς αἱρετικούς τούς βδελυττόμεθα ὅ,τι λογῆς δηλαδή καί τούς Ἀρειανούς ἤ Σαβελλιανούς ἤ πνευματομάχους Μακεδονιανούς
β. οἱ Λατῖνοι εἶναι ἀβάπτιστοι, διότι δέν φυλάττουσι τάς τρεῖς καταδύσεις εἰς τόν βαπτιζόμενον , καθώς ἄνωθεν ἡ  Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία παρά τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων παρέλαβεν».

E[10]   Πῶς ὁ πάπας προσφωνεῖται ἐπίσκοπος Ρώμης ἀπό κάποιους Ὀρθοδόξους;

Α[10]   ἅγ. Νικόδημος ἀπαντᾶ ὅτι ὁ πάπας καί οἱ Λατῖνοι εἶναι ἀβάπτιστοι καί ἑπομένως ὄχι μόνο κάποια Ἐκκλησία δέν ἐκπροσωποῦν , ἀλλά πρέπει νά τούς βάλουμε στήν τάξη τῶν κατηχουμένων. …
Εἶναι δυνατόν χωρίς βάπτισμα νά ἔχουν ἱερωσύνη καί ἀποστολική διαδοχή καί νά ἀποτελοῦν «ἀδελφή Ἐκκλησία»;
Βάσει τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας δέν ὑπάρχουν μυστήρια γι’αὐτό κι’οἱ κληρικοί τῶν παπικῶν καί αὐτός ὁ πάπας , δέν ἔχουν ἱερωσύνη, δηλ. ἔχει διακοπεῖ σέ αὐτούς ἠ Ἀποστολική Διαδοχή. Ἡ Ἀποστολική Διαδοχή δέν εἶναι ἁπλῶς μιά σειρά χειροτονιῶν , ἀλλά συγχρόνως καί μετοχή στήν ἀποκαλυπτική ἀλήθεια.  Ὅταν μία Ἐκκλησία ἀποκόπτεται ἀπό τόν κορμό τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας , λόγῳ δογματικῶν διαφορῶν , αὐτό σημαίνει ὅτι ὑπολείπεται καί στό μυστήριο τῆς ἱερωσύνης. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι μετέδιδαν τό χάρισμα τῆς ἱερωσύνης , ἀλλά ταυτόχρονα παρέδιδαν καί ὅλη τήν ἀποκαλυπτική παράδοση.
Ἡ Ἐκκλησία σύμφωνα μέ τόν ἅγ. Εἰρηναῖο ,ἐπίσκ. Λυῶνος, συνδέεται στενότατα μέ τήν Ὀρθοδοξία καί τήν Θεία Εὐχαριστία .Ὅταν χάνεται ἡ Ὀρθόδοξη πίστη τότε δέν ὑπάρχει οὔτε Ἐκκλησία οὔτε Θεία Εὐχαριστία. Ἕνας τέτοιος κληρικός καί κατά συνέπεια καί ὁ πάπας δέν εἶναι διάδοχος τῶν Ἀποστόλων οὔτε ἔχει ἀποστολική διδαχή. Ἀποκόπτεται ἀπό τήν Ἐκκλησία καί δέν ὑφίσταται ἀποστολική παράδοση καί διαδοχή.
Ἐπειδή λοιπόν δέν ὑπάρχει ἱερωσύνη στούς Παπικούς γι’αὐτό καί δέν ὑπάρχουν μυστήρια καί ὄσα τελοῦνται δέν εἶναι ἁγιαστικά μυστήρια.

E[11]   Θ ἤθελα νά μού δώσετε τή βοήθειά σας σέ ἕνα πρόβλημα πού ἀντιμετωπίζω. Γιατί ἡ Ἐκκλησία ἐνῷ μέχρι πρίν ἀπό μερικά χρόνια ἐπέτρεπε (μοῦ τό εἶπε ἱερέας) σχετικά προσφάτως ἔχει ἀπαγορεύσει τόν γάμο ανδρογύνου πού ἔχουν παντρευτεῖ τά ἀδέλφια τους (ἐνῷ δέν ὑπάρχει καμμιά ἀπολύτως συγγένεια αἵματος !!!!);
Γιά νά γίνω πιό σαφής, ἔχω μιά σταθερή σοβαρή σχέση ἐδῶ καί τεσσερα χρόνια μέ τήν ἀδελφή τοῦ ἄνδρα τοῦ ἀδελφοῦ τῆς ἀδελφῆς μου (τό γνωρίζουν καί οἱ 2 οἰκογένειες).  Γνωρίζω ἀρκετά παραδείγματα παρομοίων σχέσεων πού στό παρελθόν κατέληξαν σέ γάμο. Μάλιστα ἔχω πληροφορηθεῖ ὅτι τό ἴδιο συνέβη μέ τόν πρώην πρόεδρο κο Στεφανόπουλο.
Γιατί προσφάτως ἄλλαξαν οἱ Κανόνες;  Ἄν δέν μπορέσουμε νά τά καταφέρουμε στην Ἑλλάδα, θά φύγουμε γιά νά παντρευτοῦμε στό ἐξωτερικό. Ὑπάρχει ὀρθόδοξη ἐκκλησία πού νά τό ἐπιτρέπει;
Περιμένω ἀνυπόμονα τήν ἀπάντησή σας.
Α[11]   γάμος ποὺ ζητεῖτε νὰ τελέσετε εἶναι σύμφωνα μὲ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς, δηλαδὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, κεκωλυμένος, ὀνομάζεται «ἄθεσμος» καὶ εἰδικότερα «ἀθέμιτος»[1], χαρακτηρίζεται μὲ τὸ γενικὸ ὀνομα τῆς «ἀκαθαρσίας»[2] καὶ τελικὰ δὲν ἀναγνωρίζεται ὡς γάμος: «Ἐάν τις πάθη ἀκαθαρσίας ποτὲ κρατηθεὶς πρὸς δυοῖν ἀδελφῶν ἀθεσμον κοινωνίαν, μήτε γάμον ἡγεῖσθαι τοῦτο »[3].  Ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου: «ἄν τινας [κάποιος δηλαδή] λάβῃ δύω ἀδελφὰς, τὸ τοιοῦτον μηδὲ νὰ νομίζεται γάμος», [ἑπομένως κάθε ἄθεσμος γάμος, στοὺς ὁποίους συμπεριλαμβάνεται καὶ ὁ γάμος μεταξὺ ἀδελφῶν, σημείωση δική μας][4].
Σὲ περίπτωση ποὺ δύο Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ «τελέσουν» ἕναν τέτοιον γάμο ἀφορίζονται, τίθενται δηλαδὴ ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας: «Ἐξωθείσθω μέχρι θανάτου»[5]· «ἐάν τις πάθη ἀκαθαρσίας ποτὲ κρατηθεὶς πρὸς δυοῖν ἀδελφῶν ἀθεσμον κοινωνίαν, μήτε γάμον ἡγεῖσθαι τοῦτο, μηθ’ ὅλως εἰς Ἐκκλησίας πλήρωμα παραδέχεσθαι»[6]. Μόνον ἐφ’ ὅσον λυθεῖ τὸ «παράνομον συνοικέσιον», ὕστερα ἀπὸ 7 ἔτη ἀκοινωνησίας[7], καὶ ἀφοῦ προγηθεῖ Ἱερὰ Ἐξομολόγησις, γίνονται δεκτοὶ στὴν Θεία Κοινωνία: «ὑπὸ τὸν τῆς ἑπταετίας πίπτειν Κανόνα, ἀφισταμένων αὐτῶν προδήλως τοῦ παρανόμου συνοικεσίου»[8]. Ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου: «οὗτοι πάντες νὰ χωρίζωνται πρῶτον ἀπὸ τὸ παράνομον αὐτὸ συνοικέσιον, καὶ ἔπειτα ἑπτὰ χρόνους νὰ κανονίζωνται»[9].
Ἡ συγγένεια, ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης  διακρίνεται σὲ πέντε κατηγορίες, οἱ ὁποῖες εἶναι: ἡ τοῦ αἵματος, ἡ τῆς ἀγχιστείας, ἡ τῆς ἐκ τριῶν γενῶν, ἡ τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος καὶ τῆς υἱοθεσίας. Συγγένεια ἐξ ἀγχιστείας εἶναι κατὰ τὸν Ἅγιον Νικόδημον «ὅταν δύω διαφορετικὰ γένη μὲ τὸ μέσον τοῦ γάμου καὶ τῆς ὑπανδρείας συνάπτωνται καὶ γίνωνται οἰκεῖοι.»[10] Ἑπομένως, δὲν ὑπάρχει μόνο τὸ κώλυμα τῆς ἐξ αἵματος συγγένειας γιὰ νὰ μὴν τελεσθῇ ἕνας γάμος, ποὺ ἐπικαλεῖσθε ὡς ἐπιχείρημα γιὰ τὸ ἐπιτρεπτὸν τοῦ γάμου μεταξὺ ἀδελφῶν. Ἐξ ἄλλου δὲν ὑπάρχουν μόνο ὡς κωλύματα γάμου αὐτὰ, ποὺ ἀφοροῦν στὴ συγγένεια (μὲ ὅλες της τὶς διακρίσεις), ἀλλὰ καὶ ἄλλα, ὅπως λ.χ. ἡ ἀπαγόρευσις ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας τελέσεως γάμων μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ αἱρετικῶν ἢ ἀλλοθρήσκων (τὸ κώλυμα τῆς αἱρέσεως καὶ τῆς ἑτεροθρησκείας) καὶ ἄλλα.
Ἡ αἰτία τῆς ἀπαγορεύσεως ἑνὸς τέτοιου γάμου εἶναι ὅτι σὲ αὐτὸν ὑπάρχει τὸ κώλυμα τῆς ἀγχιστείας («οἰονεὶ ἂγχιστείας»), δηλαδὴ ὅτι ἐσεῖς καὶ ἡ ἀδελφὴ τοῦ ἄνδρα τῆς ἀδελφῆς σας, ἔχετε μεταξύ σας συγγένεια τετάρτου βαθμοῦ ἐξ ἀγχιστείας, μέσῳ τοῦ γάμου τῆς ἀδελφής σας καὶ τοῦ ἀδελφοῦ τῆς γυναὶκας, μὲ τὴν ὁποίαν θέλετε νὰ συνάψετε γάμον. Στὸν τέταρτο βαθμὸ συγγενείας καταλήγουμε ὡς ἑξῆς σύμφωνα, μὲ τὸν Ἅγιο Νικόδημο: «ὅταν, θετέον [ὑποθετικά] ἡ ἀδελφὴ τῆς γυναικὸς τοῦ ἀδελφοῦ μου, ἤτοι [δηλαδή] τῆς νύμφης μου, θεωρεῖται μὲ ἐμένα τὸν ἀνδράδελφο τῆς ἀδελφῆς της, τότε δὲν εἶναι β΄. βαθμοῦ πρὸς ἐμένα, οὔτε ἀδελφή μου λογίζεται, ἐπειδὴ δὲν ἔγινεν ὁ ἀδελφός μου μία σάρκα μὲ ἐκείνην, ἀλλὰ εἶναι βαθμοῦ δ΄.· ὡς χωρισμένον γὰρ τότε τὸ ἀνδρόγυνον θεωρεῖται, καὶ ὁ μὲν ἄνδρας καὶ ἀδελφός μου συναριθμεῖται μὲ ἐμένα τὸν ἀδελφό του ὡς δύο ἀδέλφια, καὶ δύω βαθμοί, ἡ δὲ γυνή του καὶ νύμφη μου, συναριθμεῖται μὲ τὴν ἀδελφήν της, ὡς ἄλλα δύω ἀδέλφια, καὶ ἄλλοι δύω βαθμοί.»[11] Ἑπομένως στὴν δική σας περίπτωση ὑπάρχει συγγένεια «οίονεὶ»[12] ἀγχιστείας 4ου βαθμοῦ, διότι μεταξὺ ἐσὰς, τῆς ἀδελφῆς τοῦ ἄνδρα τῆς ἀδελφῆς σας, τοῦ ἄνδρα τῆς ἀδελφῆς σας, καὶ τῆς ἀδελφῆς σας, μεσολαβοῦν 4 γεννήσεις: Μία ἡ δική σας, μία τῆς ἀδελφῆς σας, μία τοῦ ἄνδρα τῆς, καὶ μία τῆς ἀδελφῆς του.  Ὅ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης εἶναι πολὺ εὐθὺς σὲ ὅ, τι ἀφορᾷ τὴν  συγκεκριμένη περίπτωση:
«Δύω ἀδελφοὶ δὲν παίρνουν δύω ἀδελφάς, ἐπειδὴ εἶναι δ΄. βαθμοῦ, καὶ τὰ γένη συγχέουσι.»[13]
Ἡ σύγχηση τῶν γενῶν καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν (θεῖος, ἀνεψιός, γαμβρός, νύμφη, ἀδελφός, ἀδελφή κ. λπ.) εἶναι γενικὴ ἀρχὴ κατὰ τὸν ἴδιο Μεγάλον Πατέρα, ἡ ὁποία κωλύει ἕναν γάμο: «ὅπου τὰ γένη καὶ τὰ ὀνόματα τῶν γενῶν συγχέονται, ἐκεῖ ὁ γάμος εἶναι ἀθέμιτος καὶ παράνομος.»[14]  Ἡ γενικὴ αὐτὴ ἀρχὴ τῆς ἀθεμιτογαμίας συνάγεται, μεταξὺ ἄλλων ἀπὸ τὸν 87ο Κανόνα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὁ ὁποῖος ἀναφερόμενος σὲ κάποιον, ποὺ ζητᾷ νὰ πάρῃ τὴν ἀδελφὴ τῆς ἀποθανοῦσης γυναικός του, ἑρωτᾷ: «Ἐκ ποίας συγγενείας τοὺς γεννηθέντας προσαγορεύσουσι [= θὰ τοῦς ὀνομάσουν]; ἀδελφοὺς αὐτοὺς ἀλλήλων, ἢ ἀνεψιοὺς προσεροῦσιν; ἀμφότερα γὰρ αὐτοῖς προσαρμόσει διὰ τὴν σύγχυσιν;»[15] Ἰδοὺ καὶ ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου: «Τὰ γὰρ ἐξ αὐτῶν γεννηθέντα παιδία πῶς θέλουν ὀνομάσει οἱ τὸ τοιοῦτον συνοικέσιον πράττοντες; ἀδέλφια ἕνα πρὸς τὸ ἄλλο, ὡς ἀπὸ ἕνα πατέρα γεγεννημένα; ἢ ἀνέψια, ἤτοι ἐξαδέλφια … [ἀκολουθεῖ ὑποσημείωση] Ὅρα (δές) δὲ, ὅτι ὅποιον συνοικέσιον συγχέει τὰ ὀνόματα, εἶναι παράνομον καὶ ἄθεσμον κατὰ τοὺς νόμους τῆς φύσεως, καὶ ἀκολούθως δὲν γίνεται, καὶ ἔχε τοῦτο διὰ καθολικὸν ἀξίωμα καὶ Κανόνα εἰς πάντα τὰ συνοικέσια ἐξ ἀγχιστείας.»[16]
Ἡ ἀπαγόρευση τῶν ἀθέσμων γάμων, τὸ τιμωρητέον ἀλλὰ καὶ τὸ ἄκυρον αὐτῶν αὐτῶν, ἐφ’ ὅσον αὐτοὶ τελεσθοῦν, συνάγεται ἀπὸ πολλοὺς Ἱεροὺς Κανόνες. Ὁ 19ος Ἀποστολικός τοὺς θέτει ὡς κώλυμα ἱερωσύνης, ὁ 3ος τῆς  Ἕκτης προστάζει τὴν διάλυση τῶν ἀθέσμων γάμων τῶν ἱερέων καὶ τοὺς ὑποβάλλει σὲ ἐπιτίμια, ὁ 2ος Κανὼν τῆς ἐν Νεοκαισαρείᾳ συνόδου θέτει ἰσόβιον ἀφορισμὸν σὲ αὐτὸν, ποὺ θὰ τελέσει ἕναν τέτοιο γάμο, μέχρι, ὕστερα ἀπὸ τὴν μετάνοιά του, νὰ τὸν διαλύσει· τὸ ἴδιο (ἰσόβιος ἀφορισμός) προστάζει καὶ ο 23ος τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὁ 27ος τοῦ ἰδίου (Μεγάλου Βασιλείου) καθαιρεῖ τὸν ἱερέα ποὺ ἔκανε ἀθέμιτο γάμο, ὁ 76ος τοῦ αὐτοῦ θέτει ἐπιτίμιον 11 ἐτῶν ἀκοινωνησίας γιὰ αὐτὸν ποὺ θὰ πάρει τὴν νύμφη του, ὁ 78ος τοῦ αὐτοῦ 7 χρόνια ἐπιτίμιον γιὰ αὐτὸν ποὺ θὰ πάρει διαδοχικὰ δύο ἀδελφές, ὁ 11ος τοῦ Ἁγίου Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας ἀπαγορεύει σὲ ἱερέα νὰ τελέσει ἕναν τέτοιο γάμο, ἂν τοῦ ζητηθεῖ, ἀπειλώντάς τον μὲ καθαίρεση, ὁ 5ος τοῦ Ἁγίου Θεοφίλου Ἀλεξανδρείας καθαιρεῖ τὸν διάκονο, ἀλλὰ καὶ κάθε Κληρικὸ, ποὺ διατηρεῖ παράνομο συνοικέσιο μετὰ τὸ Ἅγιον Βάπτισμα, ὁ 13ος τοῦ αὐτοῦ προτείνει νὰ δεχθοῦν πρώην ἀφορισμένο λόγῳ ἀθέσμου γάμου ὡς κατηχούμενο, ἐφ’ ὅσον δείχνει εἰλικρινὴ μετάνοια.

Μέγας Βασίλειος στὸν 68ο Κανόνα του ἀπαγορεύει κάθε γάμο ἀθέμιτον:
 «Ἡ τῆς ἀπειρημένης συγγενείας εἰς γάμον ἀνθρώπων σύστασις, εἰ φωραθείη, ὡς ἐν ἁμαρτήμασιν ἀνθρώπων γινομένη, τὰ τῶν μοιχῶν ἐπιτίμια δέξεται»[17]. Ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου: «Γενικὼς ὁ Κανὼν οὗτος ἐπιτιμᾷ κάθε γάμον ὁποῦ γένῃ εἰς συγγενὲς πρόσωπον, ἐμποδισμένον ὑπὸ τοῦ νόμου, μὲ τὸ ἐπιτίμιον τῶν μοιχῶν, χωριζομένου δηλονότι τοῦ τοιούτου γάμου πρότερον, καὶ οὕτως ἐπιτιμωμένου. …»[18].

54ος Κανὼν τῆς Ἕκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου συμπεριλαμβάνων κατὰ τὸ πνεῦμα ὅλους τοὺς παραπάνω Κανόνες καὶ ἔχοντας ὡς κυρία βάσιν τὸν 87ον τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, διατυπώνει τὰ ἑξῆς:
«Τῆς θείας ἡμᾶς οὕτω σαφῶς ἐκδιδασκούσης Γραφῆς, οὐκ εἰσελεύσῃ πρὸς πάνταν οἰκεῖον σαρκός σου ἀποκαλύψαι ἀσχημοσύνην αὐτοῦ, ὁ Θεοφόρος Βασίλειος τινὰς τῶν ἀπηγορευμένων γάμων ἐν τοῖς οἰκείοις Κανόσιν ἀπηριθμήσατο, σιωπῇ τὰ πλεῖστα παραδραμὼν, καὶ κατ’ ἀμφότερα κατασκευάσας ἡμῖν τὸ ὠφέλιμον. Τὸ γὰρ τῶν αἰσχρῶν ὀνομασιῶν πλῆθος παραιτησάμενος, ὡς ἂν μὴ τὸν λόγον κατάῤῥυπαίνει τοῖς ῥήμασι, γενικοῖς ὀνόμασι τὰς ἀκαθαρσίας διέλαβε, δι’ ὧν περιεκτικῶς ἡμῖν τοὺς παρανόμους γάμους ὑπέδειξεν. Ἐπειδὴ δὲ τῇ τοιαύτῃ σιωπῇ, καὶ τῷ ἀδιαγνώστῳ τῆς τῶν ἀθέσμων γάμων ἀπαγορεύσεως ἑαυτὴν ἡ φύσις συνέχεε· συνείδομεν γυμνότερον τὰ περὶ τούτου ἐκθέσθαι, ὁρίζοντες ἀπὸ τοῦ νῦν, τὸν τῇ οἰκείᾳ ἐξαδέλφῃ πρὸς γάμου κοινωνίαν συναπτόμενον, ἢ πατέρα, καὶ υἱὸν μητρὶ, καὶ θυγατρί· ἢ δύο κόραις ἀδελφαῖς, πατέρα καὶ υἱὸν, ἢ ἀδελφαῖς δυσὶ, μητέρα καὶ θυγατέρα, ἢ ἀδελφοὺς δύο, δυσὶν ἀδελφαῖς ὑπὸ τὸν ἑπταετίας πίπτειν Κανόνα, ἀφισταμένων αὐτῶν προδήλως τοῦ παρανόμου συνοικεσίου.»[19].
Ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου: «Ἐπειδὴ ἡ Θεία Γραφὴ φανερὼς μᾶς διδάσκει, λέγουσα, ὦ ἄνθρωπε, δὲν θέλεις λάβει εἰς γάμου κοινωνίαν κᾀνένα σαρκικὸν συγγενῆ σου, τοῦτο δὲ τὸ ῥητὸν ἀναφέρων ὁ μέγας Βασίλειος τῷ πζ΄. αὐτοῦ Κανόνι, μερικοὺς μὲν γάμους ἐμποδισμένους εἰς τοὺς Κανόνας του ἀπηρίθμησεν (…) σιωπήσας τοὺς περισσοτέρους, ὡς ὄντας αἰσχρούς· ἵνα μὴ μὲ τὰ τούτων ὀνόματα μολύνῃ τὸν λόγον, περιεκτικῶς δὲ μὲ τὸ τῆς ἀκαθαρσίας γενικὸν ὄνομα πάντας τοὺς παρανόμους γάμους ἀμυδρῶς ἐφανέρωσε (τοῦτο δὲ ὁποῦ λέγει ἡ Σύνοδος, ὅτι εἶπεν ὁ Βασίλειος, ὁ Βασίλ. τὸ λέγει, πῶς τὸ εἶπεν ἡ θεία Γραφή, δηλαδὴ ὁ Θεῖος Παῦλος, εἰπὼν· ‘Πορνεὶα δὲ καὶ ἀκαθαρσία, μηδὲ ὀνομαζέσθω ἐν ὑμῖν, καὶ τὰ ἑξῆς’)· ἐκ δὲ τῆς σιωπῆς ταύτης ἡ φύσις τῶν ἀνθρώπων ἐσυγχύσθη ἀπὸ συγγενικὰ αἵματα, διὰ τοῦτο ἡμεῖς καθαρώτερα περὶ τοῦτου ὁρίζομεν διὰ τοῦ παρόντος Κανόνος, ὅτι ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ εἰς τὸ ἑξῆς, ὅποιος λάβῃ εἰς γυναῖκα τὴν ἐξαδέλφην του, ἢ πατὴρ καὶ υἱὸς, ἐὰν λάβωσι μητέρα καὶ θυγατέρα, ἢ δύω ἀδελφὰς, ἢ δύω ἀδελφοὶ, ἐὰν λάβουν μητέρα καὶ θυγατέρα, ἢ δύω ἀδελφάς: οὗτοι πάντες νὰ χωρίζωνται πρῶτον ἀπὸ τὸ παράνομον αὐτὸ συνοικέσιον, καὶ ἔπειτα ἑπτὰ χρόνους νὰ κανονίζωνται. Ὁ δὲ μέγας Βασίλειος ἐν τῷ ξή. αὐτοῦ Κανόνι γενικῶς ὁρίζει νὰ κανονίζεται μὲ τὸ ἐπιτίμιον τῶν μοιχῶν, δηλ. ιέ. χρόνους ὁ γάμος ὁποῦ γένει ἀπὸ ἐμποδισμένην συγγένειαν. Ὅρα καὶ τὴν περὶ συνοικεσίων διδασκαλία.»[20]
Ἂς δοῦμε ὅμως κάποια σημεῖα ἀπὸ τὸν 87ο Κανόνα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τὴν κύρια ἀφετηρία τοῦ 54ου τῆς Ἕκτης. Καταρχήν, ὁ Μέγας Βασίλειος χαρακτηρίζει αὐτοὺς τοὺς γάμους ὡς «ἀσελγὲς ἐπιθύμημα» καὶ διδάσκει ὅτι πρέπει κανεὶς νὰ φρίττει ἀκούγωντας τέτοια ἐρωτήματα γιὰ τέτοιους γάμους[21]. Στὴν συνέχεια μᾶς ἀναφέρει ὅτι τὸ «παρ’ ἡμῖν ἔθος», δηλαδὴ τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἔθιμο, τὸ ἐθιμικὸ δίκαιο, ἀπαγορεύει τέτοιους γάμους, καὶ αὐτὸ ἔχει δύναμιν νόμου « διὰ τὸ ὑπὸ ἁγίων ἀνδρῶν τοὺς θεσμοὺς ἡμῖν παραδοθῆναι», ἐπειδὴ δηλαδὴ μᾶς τὸ παρέδωσαν Ἅγιοι ἄνδρες. Αὐτὸ ἀποτελεῖ ἀπάντηση καὶ στὸ ἐπιχείρημά σας περὶ τῆς μέχρι πρότινος πρακτικῆς σὲ τέτοια ζητήματα, ὅτι δηλαδὴ ἐπιτρέπονταν τέτοιοι γάμοι, πρακτικὴ, ποὺ, ἂν ὄντως ἐφαρμόστηκε,  ἀντιβαίνει στὴν πρακτικὴ καὶ τὸ ἦθος τῶν Ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι μᾶς παρέδωσαν ἄλλους Νόμους.
Κατόπιν, ἀφοῦ ἀποκαλύπτει ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ εἴδη τῶν «ἀκαθάρτων παθῶν», στὰ ὁποῖα συμπεριλαμβάνονται καὶ οἱ ἄθεσμοι γάμοι, τὰ ἐφηύρε «τὸ τῶν δαιμονίων διδασκαλεῖον»,[22] μᾶς παραθέτει καὶ τὴν διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς περὶ τοῦ θέματος ἀναφέροντας τὸ χωρίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς «οὐκ εἰσελεύσῃ πρὸς πάντα οἰκεῖον σαρκός σου ἀποκαλύψαι ἀσχημοσύνην αὐτοῦ» (Λευϊτικὸν 18, 6), στὸ ὁποῖο ἀπαγορεύονται περιεκτικὰ ὅλοι οἱ ἄθεσμοι γάμοι. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἑρμηνεύοντας μᾶς λέει τὰ ἑξῆς: «Ἐκεῖνο γὰρ ὁποῦ αὐτὸς λέγει· Δὲν θέλεις εἰσέλθεις εἰς κάθε συγγενῆ (635/636) σου διὰ νὰ ἀποκαλύψῃς τὴν ἀσχημοσύνην του, κάθε παράνομον συνοικέσιον, ἐκ συγγενείας καὶ οἰκειότητος περιέχει·».[23]
Σύμφωνα μὲ τὰ παραπάνω ὁ γάμος, περὶ τοῦ ὁποίου ἐρωτᾶτε, δὲν μπορεῖ καὶ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ τελεσθῇ ὡς ἀπαγορευόμενος ὑπὸ πλείστων κανόνων ἐμμέσως καὶ εὐθέως ὑπὸ τοῦ 54ου τῆς Ἕκτης λόγω συγγενείας ἐξ ἀγχιστείας 4ου βαθμοῦ.
Ἐπειδὴ ἐπικαλεῖστε ὅτι κάποιοι ἔχουν τελέσει τέτοιους γάμους σᾶς ἐπαναλαμβάνουμε τοὺς Κανόνες ποὺ ἀπαγορεύουν στοὺς Ἱερεῖς νὰ τελοῦν ἀθέμιτους γάμους καὶ τοὺς καθαιροῦν, ἐφ’ ὅσον τέλεσαν τέτοιους γάμους, δηλαδὴ τὸν 3ον τῆς Ἕκτης, τὸν 5ον τοῦ Ἁγίου Θεοφίλου καὶ, τὸν σημαντικότερο, τὸν 11ον τοῦ Ἁγίου Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας :

«Ἐάν τις καλέσῃ Κληρικὸν εἰς τὸ συζεῦξαι γάμον, ἀκούσῃ δὲ τὸν γάμον παράνομον, ἢ θειογαμίαν, ἤγουν ἀδελφὴν τελευτησάσης γυναικὸς τὴν μέλλουσαν ζεύγνυσθαι, εἰ ὀφείλει ἀκολουθῆσαι ὁ Κληρικὸς, ἢ προσφορὰν ποιῆσαι;
Ἀπόκρισις: Ἅπαξ εἴπατε. Ἐὰν ἀκούσῃ ὁ Κληρικὸς τὸν γάμον παράνομον, εἰ οὖν ὁ γάμος παράνομός ἐστιν, οὐκ ὀφείλει ὁ Κληρικὸς κοινωνεῖν ἁμαρτίας ἀλλοτρίαις[24]
Ἑρμηνεία Ἁγίου Νικοδήμου: «Ἐρωτήθη ὁ Ἅγιος, ἀνίσως τινὰς Ἱερεὺς καλεσθῇ εἰς τὸ νὰ εὐλογήσῃ γάμον, ἔπειτα μάθῃ, ὅτι αὐτὸς ὁ γάμος εἶναι παράνομος (τυχὸν, διὰ τί ὁ ἀνὴρ μέλλει νὰ λάβῃ εἰς γυναῖκα τὴν θείαν του, ἢ τὴν ἀδελφὴν τῆς ἀποθανούσης γυναικός του, … ἢ καὶ ἄλλην συγγένισάν του), ἐὰν αὐτὸς ὁ Ἱερεὺς πρέπει νὰ τοὺς εὐλογήσῃ, ἢ νὰ λειτουργήσῃ [ὑποσημείωση 3: Ἡ λειτουργία ὁποὺ λέγει ἐδῶ ὁ Κανὼν νὰ γίνεται μετὰ τὴν εὐλογίαν τοῦ γάμου, ἐγίνετο βέβαια διὰ νὰ μεταλάβῃ τὰ θεῖα Μυστήρια τὸ εὐλογηθὲν ἀνδρόγυνον, …], ταῦτα, λέγω, ἐρωτηθεὶς, ἀποκρίνεται διὰ τοῦ παρόντος Κανόνος, ὅτι, ἂν Ἱερεὺς μάθῃ πῶς ὁ γάμος εἶναι παράνομος, δὲν πρέπει οὔτε νὰ τοὺς εὐλογήσῃ, …, καὶ ἀκολούθως δὲν πρέπει καὶ αὐτὸς νὰ συγκοινωνῇ εἰς τὰς ξένας ἁμαρτίας, ἤτοι εἰς τὸν παράνομον γάμον τους, καὶ εἰς τὰ ἐπιτίμια τοῦ τὸν τοιοῦτον γάμον ἱερολογήσαντος Ἱερέως.»[25].
Ἡ ἄρνησις καὶ ἡ καταπάτησις τῆς συγγένειας (ἐξ ἀγχιστείας συγγένεια) ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὸ Μυστήριο τοῦ Γάμου, συνιστᾷ ἐν τέλει ἄρνησιν αὐτοῦ τοῦ ἰδίου τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάμου. Ὅταν ὑπάρχει Μυστήριον τοῦ Γάμου, αὐτόματα τὸ ἀνδρόγυνο ἀποκτᾷ συγγένεια μὲ τοὺς ἐκατέρωθεν συγγενεῖς, ἀλλὰ καὶ οἱ συγγενεῖς τοῦ ἄνδρα καὶ τῆς γυναῖκας μεταξύ τους («οἱονεὶ ἀγχιστεία»). Γιὰ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία ἀφορίζει αὐτοὺς ποὺ τέλεσαν αὐτὸν τὸν «γάμο»: διότι ἀρνοῦνται τὰ Μυστήριά της, καὶ τὶς ἔννομες ἐκκλησιολογικὲς συνέπειες ποὺ ἀπορρέουν απὸ αὐτά.
Ὑπάρχουν πολλὰ παραδείγματα τέτοιων γάμων, ποὺ ὁδήγησαν τοὺς τελέσαντες αὐτὸν σὲ τραγικὲς συνέπειες, (παράνοια, αὐτοκτονίες κ. λπ.).
Σὲ ὅ, τι ἀφορᾷ τὴν ἐρώτησή σας «γιατὶ προσφάτως ἄλλαξαν οἱ κανόνες;» ὀφείλουμε νὰ ἀπαντήσουμε ὅτι εἶναι δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τῆς μοναδικῆς κιβωτοῦ τῆς σωτηρίας, εἶναι δηλαδὴ ὅρος σωτηρίας, ὅτι οἱ Ἱεροὶ κανόνες εἶναι ἀκατάλυτοι, ἔχουν αἰώνιο κύρος καὶ ὅτι δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ τοὺς ἀλλάξει, ἢ νὰ τοὺς τροποποιήσει, ἢ νὰ τοὺς ἀντικαταστήσει, ἢ νὰ τοὺς καταργήσει, διότι τότε, ἐφ’ ὅσον δὲν μετανοήσει, ἐκπίπτει τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ὁδηγεῖται στὴν αἵρεση.  Ὁ 2ος Κανὼν τῆς Ἕκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου εἶναι σαφὴς ὡς πρὸς αὐτό. Ἀφοῦ ἀναφέρει τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες ποὺ ἀποτελοῦν τὸ Κανονικὸν Δίκαιον τῆς Ἐκκλησίας, καταλήγει στὴν ἑξῆς ἀπαγόρευση καὶ προειδοποίηση:
«… μηδενὶ ἐξεὶναι τοὺς προδηλωθέντας παραχαράττειν Κανόνας ἢ ἀθετεῖν, ἢ ἑτέρους παρὰ τοὺς προκειμένους παραδέχεσθαι Κανόνας ψευδεπιγράφως ὑπό τινων συντεθέντας τῶν τὴν ἀλήθειαν καπηλεύειν ἐπιχειρησάντων. Εἰ δέ τις ἁλῷ Κανόνα τινὰ τῶν εἰρημένων καινοτομῶν, ἢ ἂνατρέπειν ἐπιχειρῶν, ὑπεύθυνος ἔσται κατὰ τὸν τοιοῦτον Κανόνα, ὡς αὐτὸς διαγορεύει τὴν ἐπιτιμίαν δεχόμενος, καὶ δι’ αὐτοῦ ἐν ᾧπερ πταίει θεραπευόμενος.»[26]
Ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου: «δὲν εἶναι ἄδεια εἰς κᾀνένα, ἅπαντας τοὺς προδηλωθέντας Κανόνας, ἢ νὰ παραφθείρῃ, ἢ νὰ μὴ δέχεται, ἢ ἄλλους ἀντὶ αὐτῶν ψευδεπιγράφως να παραδέχεται. Εἰ δέ τινας ἤθελε φανῇ ὅτι ἐπιχειρεῖ νὰ παραφθείρῃ, ἢ νὰ ἀναιρῇ κᾀνένα Κανόνα ἀπὸ αὐτοὺς, οὗτος νὰ λαμβάνῃ τὸ ἐπιτίμιον ὁποῦ περιέχῃ ὁ Κανὼν ἐκεῖνος, τὸν ὁποῖον παραφθείρει, ἢ ἂναιρεῖ.»[27]
Τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ νὰ ἐπιτραπεῖ, κατὰ τὴν ἐφαρμογὴν τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου, καὶ αὐτὸ πάλιν ὡς προβλεπόμενον ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ μὲ τὶς προϋποθέσεις ποὺ αὐτοὶ θεσπίζουν, εἶναι ἡ ἀσκηση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Οἰκονομίας, ἡ ὁποία ὅμως δὲν προβλέπεται γιὰ τὸ συγκεκριμένο ἐκκλησιαστικὸ ἀδίκημα τῆς ἀθεμιτογαμίας. Αὐτὸ συμβαίνει, διότι, πῶς θὰ οἰκονομήσει ἕναν γάμο ἡ Ἐκκλησία, τὸν ὁποῖον, ὅπως ἀποδείχθηκε παραπάνω, δὲν ἀναγνωρίζει ὡς ὑποστατόν, ὡς δηλαδὴ ἔγκυρο Μυστήριο; Πῶς θὰ ἀναγνωρίσει τὸ ἀνύπαρκτο;
Ἡ ἄσκηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς οἰκονομίας ἀποβλέπει στὴν ἐπίτευξη τοῦ σκοποῦ τῆς τήρησης τῆς ἀκριβείας, δηλαδὴ τὸ νὰ ὁδηγήσει (ἡ οἰκονομία) ἐκεῖ, ποὺ θὰ ὁδηγοῦσε ἡ ἀκρίβεια. Κάτι τέτοιο ὅμως εἶναι ἀδιανόητον γιὰ τὴν συγκεκριμένη περίπτωση, καθὼς σὲ αὐτὴν, ζητεῖται ἀκριβῶς ἡ ἄρνηση καὶ ἡ κατάλυση τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ ὄχι τὸ νὰ οἰκονομηθεῖ μία ἐν μετανοίᾳ ἐπιστροφὴ ἑνὸς πεπλανημένου λογικοῦ προβάτου τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ἡ ἀναγνώρισις θεσμικά ὡς ὑπαρκτοῦ, κάτι ποὺ εἶναι ἀνυπόστατον, δηλαδὴ οἱ ἄθεσμοι γάμοι, ζητεῖται δηλαδὴ νὰ ἀναγνωριστεῖ ὡς νόμιμον τὸ παράνομον.

Κλείνοντας τὴν ἀπάντησή μας παραθέτουμε τὸ τέλος τοῦ 87ου Κανόνος του Μεγάλου Βασιλείου σχετικὰ μὲ τὴν ἁμαρτία τῆς ἀθεμιτογαμίας:
«Κεφάλαιον δὲ τῶν εἰρημένων. Εἰ μὲν νόμῳ τις ὁρμᾶται πρὸς γάμον, ἤνοικται πᾶσα ἡ Οἰκουμένη, εἰ δὲ ἐμπαθὴς αὐτῷ ἡ σπουδὴ, διὰ τοῦτο καὶ πλέον ἀποκλεισθήτω, ἵνα μάθῃ τὸ ἑαυτοῦ σκεῦος κτᾶσθαι ἐν ἁγιασμῷ μὴ ἐν πάθει ἀτιμίας[28]
Μετάφραση: «Γιὰ νὰ συγκεφαλαιώσω τὰ προηγούμενα. Ἐὰν κὰποιος ἐπιθυμεῖ πολὺ νὰ συνάψει γάμο σύμφωνα μὲ τὸν Νόμο, τοῦ εἶναι ἀνοιγμένη ὁλόκληρος ἡ Οἰκουμένη [ὅλος ὁ Ὀρθόδοξος κόσμος], ἐὰν ὅμως ἡ ἀναζήτησις εἶναι σὲ αὐτὸν ἐμπαθής, γιὰ αὐτὸ τὸν λόγο ἂς ἀποκλείεται ἀκόμη περισσότερο, γιὰ νὰ μάθῃ νὰ ἀποκτᾷ τὴν γυναῖκα του μέσα σὲ ἁγιασμό, καὶ ὄχι σὲ πάθος ἀτιμίας [αὐτὸ τῆς ἀθεμιτογαμίας].»
           
E[12]   Γιατί τόση κακή ἀντιμετώπιση  τοῦ «Χάρι Πότερ» ;
Α[12]   Ρόν μελετᾶ ἕνα μαγικό ξόρκι , πού ἡ παρενέργεια τόν κάνει νά ξερνᾶ γλοιώδεις μάζες … .
·              … τό φάντασμα ἑνός μικροῦ κοριτσιοῦ ζεῖ μέσα στά ἀπόβλητα τοῦ ἀποχωρητηρίου.
·              Ἀναφορές σέ περιττώματα δέν εἶναι σπάνιες.
·              Ἡ διούρηση δέν εἶναι πλέον ταμποῦ στά ἀναγνώσματα.
·              Ἡ χυδαιότητα μεταξύ συμμαθητῶν γίνεται συμπεριφορά ρουτίνας.

Ἀλήθεια πὀσο ἐπιμορφωτικές-παιδαγωγικότατες σκέψεις καί πράξεις.(!)

Ὡς ἀπάντηση θά καταπιασθῶ ἀπ’τά λόγια τῆς δικῆς σας ἐρωτήσεως.
Ἄν μέ τόν ὅρο «κακή ἀντιμετώπιση» ἐννοεῖτε τό ἀντίθετο τοῦ «καλή ἀντιμετώπιση» συμφωνοῦμε α) ὡς πρός τό ὅτι καί οἱ δύο , ἐμεῖς καί ἐσεῖς, δίνουμε τήν ἴδια ἐννοιολογική σημασία στό «κακή» καί «καλή» καί β) στό ὅτι ἐμεῖς ἀντιμετωπίζουμε δυσμενῶς τό ὅλο συγγραφικό ἔργο  περί τοῦ Χάρι Πότερ.
Φαντασθεῖτε λοιπόν τώρα νά ἐρχόταν κάποιος συγγραφέας καί μέ πολλή ἀπίστευτη μυθιστορηματική φαντασία νά μετέτρεπε ἔντεχνα, παραστατικά καί ὕπουλα, τήν ἔννοια «κακή» ἀντιμετώπιση σέ «καλή» ἤ τήν ἔννοια «καλή» σέ «κακή». Τότε καί βέβαια δέν θά ἐπικοινωνούσαμε. Θά εἴχαμε νά κάνουμε μέ μία σύνθετη σχιζοφρενική κατάσταση, ἄν καί θά ἦταν φανταστική, μυθιστορηματική. Κατ’ἐπέκτασιν, ἄν τό κακό μᾶς τό παρουσίαζε κάποιος γιά καλό, ἔστω φανταστικά καί λογοτεχνικά , δέν θά ἀποκαλούσαμε αὐτό τό γεγονός διαστροφή ;
Ἄν ἡ κλοπή παρουσιαζόταν ἀπό κάποιους συγγραφεῖς ὡς νόμιμο δικαίωμα κατοχῆς,
·              ἡ συκοφαντία ὡς πραγματικότητα,
·              τό ψέμα ὡς κατάθεση τῆς ἀλήθειας,
·              ἡ ὑποκρισία ὡς ντομπροσύνη,
·              ἡ ἀδικία ὡς δικαιοσύνη,
·              ἡ τρομοκρατία ὡς δημοκρατία,
·              ἡ πορνεία ὡς ἔννομη συζυγία,
·              ἡ μοιχεία ὡς ξεκούραστη ἐναλλαγή,
·              ὁ φόνος ὡς λύτρωση,
·              ἡ ἁμαρτία ὡς ἀρετή,
·              δέν θά ἀποκαλούσαμε αὐτήν τήν κατάσταση σχιζοφρένεια;
·              Θά λέγαμε  ἁπλῶς «πρόκειται γιά λογοτεχνία ;»

Κι’ἄς προχωρήσουμε σέ πιό προσωπικό ἐπίπεδο.
Ἄς φέρουμε στό νοῦ μας ἀνθρώπους πού μᾶς ἔχουν κάνει κάποιο ἀντικειμενικῶς κακό. Πολύ μεγάλο κακό. Πῶς θά ἀντιμετωπιζαμε ἕναν πιθανό συγγραφέα πού θά ἡρωοποιοῦσε καί θά ἐξιδανίκευε τούς δράστες πού μᾶς ἔκαναν αὐτό τό κακό, ἰσχυριζόμενος μάλιστα ἐκεῖνος πώς δῆθεν γράφει μυθιστόρημα ; Θά τό ἀφήναμε νά περάσει ἔτσι ἕνα τέτοιο μυθιστόρημα πού θά ἔφθανε μάλιστα σέ τέτοια ἐπιτυχία , πού νά ξεπερνᾶ σέ ἀντίτυπα κυκλοφορίας ἀκόμη καί τήν Ἁγία Γραφή ; Δέν νομίζω. Καί πολύ περισσότερο μάλιστα, ὅταν ξέρουμε πώς ἡ ἀλήθεια εἶναι ἐντελῶς ἀντίθετη ἀπ’αὐτήν πού πλασσάρεται ἀλλά καί πώς θίγεται ἡ προσωπική μας ὑπόληψη, ἡ πίστη μας, τά ἰδανικά μας , οἱ ἀρχές μας.
Ἔτσι καί μέ τόν Χάρι Πότερ προβάλλονται τά φίδια, οἱ δράκοι, τά τέρατα, τό τρικέφαλο σκυλί, ὁ μονόκερος, οἱ νυχτερίδες, ἡ νεκροκεφαλή ὡς σύμβολα δυνάμεως ἤ προστασίας. Ὦ τοῦ παραλόγου!  Τό νά γίνει κάποιος φίλος τους, ἀποτελεῖ ὄχι μόνο ἐξοικείωση μέ τήν φρίκη καί τόν θάνατο, ἀλλά καί ἔντονη ἀνασφάλεια , ἀφοῦ πουλιέται σέ αὐτά γιά νά μπορεῖ ὑποθετικά νά νικᾶ τό κακό.
Οἱ πνευματιστικές τεχνικές ὅπως μαγικά θαύματα, αὐτόματη γραφή, ἀνύψωση ἀνθρώπων καί ἀντικειμένων, μετακίνηση ἀντικειμένων μέ τήν δύναμη τοῦ νοῦ, μεταφορά ἀνθρώπων ἀπό τόπο σέ τόπο, ἡ ἀνάγνωση τῆς σκέψεως τοῦ ἄλλου προβάλλονται  ὡς ἐπιτεύγματα τῶν σπουδαζόντων τή μαγεία. Αὐτά ἑπομένως
·              δέν εἶναι ἀναιρετικά τῶν φυσικῶν ἀνθρωπίνων ἱκανοτήτων;
·              δέν δηλητηριάζουν τήν παιδική ψυχή παροτρύνοντας  νά πειραματισθεῖ κι’αὐτή;
·              δέν πρέπει τά ἀναγνώσματα, εἰδικά τά παιδικά, νά ψυχαγωγοῦν, δηλαδή, νά κατευθύνουν τήν ψυχή πρός τό ἀγαθό, νά παιδαγωγοῦν;
·              δέν ἔρχονται σέ ἀντίθεση μέ τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, ὡς τόν μοναδικό ἀπό τόν ὁποῖο ἀντλεῖ κάποιος τήν δύναμη γιά νά κάνει ἐν τῳ ὀνόματί Του ἕνα θαῦμα;

Οἱ δαιμονικές ὀντότητες τοῦ δῆθεν μυθιστορήματος, τελώνια, φαντάσματα, βρυκόλακες, νεράιδες, καλικάντζαροι , ξωτικά, λυκάνθρωποι, προβάλλονται ὡς ἰδανικά ὄντα πού δέν θέλουν ἀπαραίτητα τό κακό μας. Δέν μᾶς ὑποψιάζουν αὐτά; δέν μᾶς προβληματίζουν γιά τίς ὑπεράνθρωπες ἱκανότητές τους; ἀλλά καί δέν ἀνησυχοῦμε ὡς γονεῖς γιά τό περιεχόμενο μέ τό ὁποῖο ἀσχολοῦνται καί ἀνατρέφονται τά παιδιά μας ;
Τά  πραγματικά μαθήματα τῆς μυθιστορηματικῆς ,κατά τά ἄλλα, σχολῆς τῶν μάγων, ἀριθμολογία, βοτανολογία, βοτανική, ἀστρολογία, φροντίδα μαγικῶν πλασμάτων, προβάλλονται ὡς τά ἀπαραίτητα ἐφόδια τῆς μορφώσεως ἑνός παιδιοῦ. Μᾶς ἀφήνουν ἀδιάφορους, ἁπλῶς και μόνο μέ ἕνα «δέν βαριέσαι, λογοτεχνία εἶναι»;
Ἔτσι λοιπόν μέ τόν Χάρι Πότερ, ἡ μαγεία μέ τά παρακλάδια της (δαιμονοκαταληψία, αἷμα, θάνατος) ἐν γένει παρουσιάζεται ὡς καλή ἀλλά καί ὅταν εἶναι καλή , αὐτός πού τήν ἀποκτᾶ ἔχει μαγική δύναμη καί ὑπερφυσικές ἱκανότητες ἐξολοθρεύσεως τῶν ἀντιπάλων του . Ὅπως ὁ Χάρι Πότερ πού ἐκδικεῖται καί μισεῖ τούς ἐχθρούς του. Δέν μᾶς ἐνδιαφέρει ὅτι αὐτή ἡ δύναμη προέρχεται ἀπό τόν διάβολο καί ὅτι αὐτή ἡ συμπεριφορά κάθε ἄλλο ἀπό Χριστιανική  εἶναι (ἀγάπη στόν ἐχθρό); Ἤ καί ἐδῶ θα ποῦμε «μυθιστόρημα εἶναι»;
Ἔτσι γιά πλάκα  τότε, στά ψεύτικα, θά μάθουμε καί πῶς γίνεται μιά τελετούλα ἀνθρωποθυσίας. Ἔτσι, στό παραμῦθι. Μπορεῖ καί νά τήν κάνουμε, ἔτσι στά ψέματα(!!!)
Γιατί νά μήν προβαλλόταν μέ μεγάλη ἀγωνία οἱ περιπέτειες ἑνός παιδιοῦ πού καταφέρνει νά ἐπιβιώνει μέσα ἀπό ἀντίξοες συνθῆκες διαβιώσεως, κοινωνίας, καιροῦ; Τόσο πιά ἀπαραίτητη εἶναι ἡ μαγεία; Καί μήν ποῦμε «Πουλάει», διότι ὅ,τι ἀγοράζουμε τρῶμε…
Τελειώνουμε μέ λίγα λόγια τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου: «ἐνῶ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ νίκησε μέ τόν σταυρικό του θάνατο ὅλους τούς δαίμονες, οἱ Χριστιανοί τούς ἀναδεικνύουν πάλι νικητές καί τροπαιούχους μέ τίς διάφορες μαγεῖες τους. Ποιός μπορεῖ νά μή χύσει πικρά δάκρυα ὅταν συλλογισθεῖ πώς ἐνῶ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἀπάλλαξε ἀπό τήν τυραννία τοῦ διαβόλου τόν κόσμο καί τούς Χριστιανούς, αὐτοί , μέ τή μαγεία τόν ξαναφέρνουν στόν κόσμο καί τόν ξανακάνουν τύραννό τους.
Ἄραγε μόνο  μυθιστορηματικά; (ἡ ὑπογράμμιση δική μας)
Παράβαλε καί Κ.Γ. Παπαδημητρακοπούλου «Μαθήματα μαγείας καί σατανισμοῦ ἀπό τόν Χάρι Πότερ», ἐκδ. Φωτοδότες
… ὡς ἐπίσης γιά νά δεῖτε λίγο ἀπό τό πνεῦμα τῆς συγγραφέως δεῖτε http://www.cesnur.org/recens/potter_062.htm
           
E[13]   Μήπως θά μπορούσατε νά παραθέσετε βιβλιογραφία καί ἱκανά ἐπιχειρήματα πατέρων τῆς Ἐκκλησίας γιά τή θέση τῆς γυναίκας στήν Ἐκκλησία, ἰδιαιτέρως γιά τό ἄν εἶναι ὠφέλιμο νά ψάλλει ἡ γυναῖκα στίς ἀκολουθίες ή ὄχι;
Α[13]   Τή θέση τῆς γυναίκας στήν Ἐκκλησία καθορίζει ἡ Ἁγία Γραφή, οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί ἡ ἱερά Παράδοση.  Ὁ Ἀπ. Παῦλος γράφει ὅτι στήν καινή πραγματικότητα τῆς Ἐκκλησίας, στούς βαπτισμένους χριστιανούς δέν ὑπάρχουν διακρίσεις : « Πάντες γάρ υἱοί Θεοῦ ἐστέ διά τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ·         ὅσοι γάρ εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε...           οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδέ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ·  πάντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. εἰ δέ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ Ἀβραάμ σπέρμα ἐστέ καί κατ’  ἐπαγγελίαν κληρονόμοι» ( Γαλ. 3, 26-28).  Ἡ προσεκτική ἀνάγνωση τοῦ ἁγιογραφικοῦ χωρίου μᾶς βοηθεῖ νά κατανοήσουμε ὅτι ὁ Παράδεισος εἶναι ἀνοικτός γιά κάθε ἄνθρωπο ὀρθοδόξως βαπτισμένο καί ζῶντα κατα Χριστόν, ἡ κληρονομία τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ προσφέρεται σέ κάθε ἄνθρωπο πού υἱοθετήθηκε διά τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος ἀπό τόν Χριστό ἀνεξαρτήτως φύλου, φυλῆς καί κοινωνικῆς θέσεως.  Ὁ ἄνθρωπος ἀντιμετωπίζεται ἀπό τόν Ἀπόστολο ἀρχετυπικά, μέ τίς προδιαγραφές πού τόν ἔπλασε ὁ Θεός, ὡς πορευόμενον πρός τό «καθ’  ὁμοίωσιν» χωρίς τίς διακρίσεις πού ἔφερε ἡ ἀποστασία ἀπό τόν Θεό.
Παρά ταῦτα δέν μποροῦμε νά παραβλέψουμε τή μεταπτωτική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, τή θέση πού ὥρισε ὁ Θεός γιά τόν ἄνδρα καί τή γυναῖκα. Στή Γένεση ὁ Θεός λέγει στή γυναῖκα : «  πρός τόν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου καί αὐτός σου κυριεύσει»  ( γεν. 3,16).  Ὁ Κύριος βέβαια ἀνεβάζει τή γυναῖκα στή θέση πού τῆς πρέπει. Συνομιλεῖ μέ τή Σαμαρείτιδα καί τῆς ἀποκαλύπτει τήν Ἀλήθεια,  προστατεύει τή μοιχαλίδα ἀπό τό λιθοβολισμό ( Ἰω. 8, 3-11), ἐπαινεῖ τήν ἀδελφή τοῦ Λαζάρου Μαρία γιά τήν πρός Αὐτόν πίστη καί ἀγάπη,  τήν μετανοοῦσα πόρνη γιά τή μετάνοια καί τήν ἀγάπη της, ἐνῷ πρῶτα στίς Μυροφόρες φάνερώνεται ἀναστημένος. 
Παρά ταῦτα γιά τό εὐόλισθο τῆς γυναίκας, τόν ὑπερβολικό συναισθηματισμό της τήν ἀδυναμία της καί τή μικροψυχία της γιά τήν ὁποία ὁμιλεῖ καί ὁ ἀπόστολος Πέτρος στήν Α´ Ἐπιστολή του ( «  οἱ ἄνδρες...ὡς ἀσθενεστέρῳ σκεύει τῷ γυναικείῳ ἀπονέμοντες τιμήν») ἄν καί ὁ Κύριος ἔχει πολλές μαθήτριες δέν παραλαμβάνει γυναῖκα στόν χορό τῶν 12 Ἀποστόλων.  Δέν ἀποστέλλει γυναῖκες ὡς Ἀποστόλους γιά νά κηρύξουν στά ἔθνη.  Δέν παραδίδει σ’  αὐτές τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας οὔτε τήν τέλεση τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος.  Πολλές φορές ἐμφανίζονται γυναῖκες στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων καί στίς Ἐπιστολές ἀλλά πάντοτε ἐπικουρικά, ὡς βοηθοί τῶν Ἀποστόλων. Οἱ κάποιες ἅγιες γυναῖκες καί ἰσαπόστολοι ὅπως ἡ Ἁγία Θέκλα, ἡ συνέκδημος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἡ μυροφόρος Μαρία ἡ Μαγδαληνή, ἡ Ἁγία Φωτεινή ἡ Σαμαρεῖτις, Ἁγία Νίνα τῆς Γεωργίας πού κηρύττουν ἀποτελοῦν τήν ἐξαίρεση πού ἀπαντᾶται στά ἀποστολικά καί τά πρῶτα χριστιανικά χρόνια καί ἐπιβεβαιώνουν τόν κανόνα.  Ἡ διακονία αὐτῶν τῶν Ἁγίων σέ καμμιά περίπτωση δέν ἀποτελεῖ θεσμοθετημένη διακονία τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ Ἀπ. Παῦλος ὁ μή διακρίνων ἄνδρα καί γυναῖκα μέσα στήν Ἐκκλησία ὡς πρός τή δυνατότητα ἁγιασμοῦ καί θεώσεως, μέσα στά πλαίσια τοῦ γάμου θέτει τή γυναῖκα σέ ὑπακοή τοῦ συζύγου της, ἐμφανίζοντας τόν γάμο ὡς εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας ( Ἐφεσ. 5, 22-24). Ἀπό τήν ἄλλη βέβαια ἀπαιτεῖ ἀπό τόν σύζυγο νά προσφέρει τήν ἀγάπη του στή γυναῖκα του ( Ἐφεσ. 5, 25-33), τοῦ κάμει γνωστό ὅτι τό σῶμα του τό ἐξουσιάζει ἡ γυναῖκα του ( Α´Κορ. 7,4) τόν ἐμποδίζει νά χωρίζει τή γυναῖκα του ( Α´ Κορ. 7, 11), ἐνῷ ὅπως προείπαμε ὁ Ἀπ. Πέτρος ζητεῖ ἀπό τό σύζυγο νά ἀπονέμει τήν πρέπουσα τιμή στή σύζυγό του.
Ὅσον ἀφορᾶ στη θέση τῆς γυναίκας στήν σύναξη τῆς ἐκκλησίας ὁ Ἀπόστολος γράφει : «  Ὡς ἐν πάσαις ταῖς ἐκκλησίαις τῶν ἁγίων, αἱ γυναῖκες ὑμῶν ἐν ταῖς ἐκκλησίαις σιγάτωσαν· οὐ γάρ ἐπιτέτραπται αὐταῖς λαλεῖν, ἀλλ’  ὑποτάσσεσθαι, καθώς καί ὁ νόμος λέγει. εἰ δέ μαθεῖν θέλουσιν, ἐν οἴκῳ τούς ἰδίους ἄνδρας ἐπερωτάτωσαν· αἰσχρόν γάρ ἐστι γυναιξίν ἐν ἐκκλησίᾳ λαλεῖν» ( Α´ Κορ. 14, 34-35).  Μετάφραση : «   Ὅπως εἶναι ἡ τάξη καί στίς ἄλλες ἐκκλησίες, οἱ γυναῖκες σας κατα τή σύναξη τῶν πιστῶν ἄς σιωποῦν, γιατί δένἔχει ἐπιτραπεῖ σ’  αὐτές νά ὁμιλοῦν, ἀλλά πρέπει νά ὑποτάσσονται, καθώς λέγει καί ὁ Νόμος.  Κι ἄν θέλουν νά μάθουν κάτι ( τό ὁποῖο ἄκουσαν καί δέν κατάλαβαν) ἄς ρωτοῦν γι’ αὐτό στό σπίτι τούς ἄνδρες τους.  Εἶναι ἀπρεπές στίς γυναῖκες νά ὁμιλοῦν στη σύναξη τῶν πιστῶν». 
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἑρμηνεύοντας τό στίχο αὐτό λέγει ὅτι     «  οἱ γυναῖκες πρέπει νά σιωποῦν εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί νά μή λαλοῦν τίποτε, οὔτε νά ψάλλουν, οὔτε νά διδάσκουν».
Καί ἀλλοῦ λέγει ὁ Ἀπόστολος : « γυναικί δέ διδάσκειν οὐκ ἐπιτρέπω, οὐδέ αὐθεντεῖν ἀνδρός, ἀλλ’  ἐν ἡσυχίᾳ»  ( Α´Τιμ. 2, 12). Μετάφραση : «  Δέν ἐπιτρέπω σέ γυναῖκα νά διδάσκει, οὔτε νά ἐξουσιάζει τόν ἄνδρα της, ἀλλά νά μένει ἥσυχη».
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἑρμηνεύει ὡς εξῆς τά ἀνωτέρω: «  Ἐδίδαξεν ἅπαξ ἡ γυνή (δηλ. τόν Ἀδάμ στόν Παράδεισο) καί πάντα κατέστρεψε, διά τοῦτο, φησί, μή διδασκέτω.  Τοσοῦτον γάρ αὐτήν σιγηράν εἶναι δεῖ, φησίν, ὡς μή μόνον περί βιωτικῶν, ἀλλά μήτε περί πνευματικῶν φθέγγεσθαι ἐν Ἐκκλησίᾳ ·  τοῦτο κόσμος, τοῦτο αἰδώς, τοῦτο μᾶλλον αὐτήν τῶν ἱματίων κοσμῆσαι δύναται».
Μετάφραση : Μιά φορά δίδαξε ἡ γυνή ( τόν ἄνδρα μέσα στόν Παράδεισο) καί κατέστρεψε τά πάντα. Γι’  αὐτό, λέγει, νά μή διδάσκει.  Καί πρέπει νά εἶναι τόσο σιωπηλή ὥστε ὄχι μόνο γιά βιωτικά, ἀλλά οὔτε γιά πνευματικά νά ὁμιλεῖ στήν Ἐκκλησία.  Αὐτό ( δηλαδή ἡ σιγή της) εἶναι ὁ στολισμός, αὐτό εἶναι ἡ αἰδώς της, αὐτό μπορεῖ νά κοσμήσει τή γυναῖκα πιό πολύ ἀπ’ τά ( ὡραῖα) ροῦχα».
Βέβαια ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἐξηγεῖ ὅτι αὐτή ἡ ἀπαγόρευση ἀφορᾷ μόνο στήν διδασκαλία τῶν γυναικῶν κατά τή σύναξη τῶν πιστῶν, ἐνῷ, καθώς λέγει, «  κατ’  ἰδίαν ὅμως νά διδάσκει δέν ἐμποδίσθη· διότι καί ἡ Πρίσκιλλα κατήχησε τόν Ἀπολλώ (Πραξ, 18, 26)·  ὁμοίως καί ἡ πιστή καί Χριστιανή γυνή τόν ἄπιστον ἄνδρα της κατηχεῖ διά τῆς διδασκαλίας» (Α´ Κορ. 7, 16).
Ὁ Μ. Ἀθανάσιος ἀπευθυνόμενος στούς ἱερεῖς λέγει : «  Γυναιξί δέ παραγγέλλειν ἐν ἐκκλησίᾳ μή λαλεῖν ὅλως, ἀλλ’  ἐν πᾶσιν σιγᾶν καί εὔχεσθαι»     ( Μ. Αθανασίου Σύνταγμα διδασκαλίας πρός μονάζοντας καί πάντας χριστιανούς, ΒΕΠ 35, 168), δηλαδή «  νά παραγγέλλεις στίς γυναῖκες νά μήν ὁμιλοῦν καθόλου στην ἐκκλησία ἀλλά νά σιγοῦν τελείως καί νά προσεύχονται».
Τέλος οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς ΣΤ´ Οἰκ. Συνόδου ὑπενθυμίζουν στούς πιστούς τά λόγια τοῦ Ἀποστόλου καί ἐπιτάσσουν : «  Μή ἐξέστω ταῖς γυναιξίν ἐν τῷ καιρῷ τῆς Θείας λειτουργίας λαλεῖν, ἀλλά κατά τήν φωνήν Παύλου τοῦ Ἀποστόλου, σιγάτωσαν.  Οὐ γάρ ἐπιτέτραπται αὐταῖς λαλεῖν, ἀλλ’  ὑποτάσσεσθαι, καθώς καί ὁ νόμος λέγει.  Εἰ δέ τι μαθεῖν θέλουσιν, ἐν οἴκῳ τούς ἰδίους ἄνδρας ἐπερωτάτωσαν»  ( Κανών Ο´ (70).
Ἀπό ὅλες αὐτές τίς μαρτυρίες τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατέρων κατανοοῦμε ὅτι στίς γυναῖκες δέν ἐπιτρέπεται νά ὁμιλοῦν, νά διδάσκουν καί νά ψάλλουν στήν ἐκκλησία. Στό σπίτι τους μποροῦν νά ρωτοῦν τούς ἄνδρες τους, νά συζητοῦν πνευματικά ζητήματα. Μέ τόν τρόπο αὐτό καλλιεργεῖται ἡ σεμνότητα καί ἡ κοσμιότητά τους, κατά τόν ἱερό Νικόδημο. Μποροῦν ὅμως κατ’  ἰδίαν νά διδάσκουν τούς ἄλλους ὁδηγώντας τους στό Χριστό.  Μποροῦν νά ψάλλουν στά σπίτια τους ἤ στά γυναικεῖα μοναστήρια.  Αὐτά ἐπιτάσσει ἡ Ἁγία Γραφή, οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί ἡ ζωντανή παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. 
Ἄν δέν τούς ἐπιτρέπεται νά διδάσκουν καί νά ψάλλουν, πολύ περισσότερο δέν μποροῦν οἱ γυναῖκες νά διεκδικοῦν ἱερωσύνη, ὅπως συνέβη στούς ἑτεροδόξους, πού κατέλυσαν μέ τίς παπαδίνες καί ἐπισκοπίνες κάθε ὑποτυπώδη τάξη πού διέθεταν, πού γκρέμισαν τήν Ἁγία Γραφή γιά ἄλλη μιά φορά.  Ὑπῆρχε βέβαια στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέχρι τόν 11ο αἰῶνα ὁ θεσμός τῶν διακονισσῶν, οἱ ὁποῖες διατηροῦσαν ἕνα βοηθητικό ρόλο διακονίας παρόμοιο μέ τοῦ νεωκόρου προσφέροντας ὑπηρεσίες εἰδικά κατά τό βάπτισμα τῶν γυναικῶν, ὁ ὁποῖος ὅμως θεσμός περιέπεσε σέ ἀχρησία. Διαβάστε σχετικά τό κείμενο τοῦ Ἀρχιμ. Σαράντου Σαράντου «  Χειροτονίες διακονισσῶν» στήν ἱστοσελίδα μας, ὅπου γίνεται λόγος καί γιά τή θέση τῆς γυναίκας στήν Ἐκκλησία.

E[14]   Πεῖτε μου παρακαλῶ γιατί ἕνα μικρό παιδί πού ἀπογοητευμένο αὐτοκτονεῖ πρέπει νά τιμωρηθεῖ γιά δεύτερη φορά; Τί λέει ἡ Ἐκκλησία καί οἱ Κανόνες; Γιατί κάποιος ἐγκληματίας κηδεύεται κανονικά;
Α[14]   διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, σὲ ὅ, τι ἀφορᾷ τὸ θέμα τῶν  αὐτοκτονούντων εἶναι σαφής, διατυπωμένη στὸν 14ον Κανόνα τοὺ Ἁγίου Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας:
«Ἐάν τις μὴ ἔχων ἑαυτὸν χειρίσηται, ἢ κρημνήσῃ ἑαυτὸν, εἰ γίνεται προσφορὰ περὶ αὐτοῦ ἢ οὐ;
Ἀπόκρισις: Ὑπὲρ αὐτοῦ διακρῖναι ὁ Κληρικὸς ὀφείλει, εἰ τὸ ἀληθὲς, ἔκφρων ὢν, πεποίηκε τοῦτο. Πολλάκις γὰρ οἱ διαφέροντες τῷ πεπονθότι, θέλοντες τυχεῖν τῆς προσφορᾶς καὶ τῆς ὑπὲρ αὐτοῦ εὐχῆς, καταψεύδονται καὶ λέγουσιν, ὅτι οὐκ εἶχε ἑαυτόν. Ἐνίοτε δὲ ἀπὸ ἐπηρείας ἀνθρώπων, ἢ ἄλλως πως ἀπὸ ὀλιγωρίας πεποίηκε τοῦτο, καὶ οὐ χρὴ προσφορὰν ἐπάνω αὐτοῦ γενέσθαι· αὐτοφονευτὴς γὰρ ἑαυτοῦ ἐστι. Δεῖ οὖν πάντως τὸν Κληρικὸν μετὰ ἀκριβείας ἐρωτῆσαι, ἵνα μὴ ὑπὸ κρίμα πέσῃ.»[29]
Ἑ ρ μ η ν ε ί α  τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.  «Ἐρωτήθη ὁ θεῖος οὗτος Πατὴρ, ἂν πρέπῃ νὰ γένῃ λειτουργία καὶ μνημόσυνον διὰ ἐκεῖνον τὸν ἄνθρωπον, ὁποῦ ἐφόνευσεν, ἢ ἐκρήμνισεν, ἢ ἔπνιξεν, ἢ ἐκρέμασεν, ἢ κατὰ ἄλλον τρόπον ἐθανάτωσε τὸν ἑαυτόν του, μὴ ἔχωντας τὸν νοῦν σῶον καὶ ὑγιᾶ, εἴτε ἀπὸ δαιμόνιον, εἴτε ἀπὸ ἀσθένειαν, καὶ ἀποκρίνεται μὲ τὸν παρόντα Κανόνα λέγων, ὅτι, ὅποιος Ἱερεὺς καὶ ὅποιος ἄλλος Κληρικὸς προσκαλεσθῇ εἰς τὸ νὰ τὸν μνημονεύσῃ, πρέπει νὰ ἐξετάζῃ καλὰ μὲ ἀκρίβειαν, ἂν τῇ ἀληθείᾳ ὤντας ἔξω ἀπὸ τὰς φρένας του ὁ τοιοῦτος, ἐθανάτωσεν τὸν ἑαυτόν του· διότι, πολλαῖς φοραῖς οἱ συγγενεῖς καὶ οἱ οἰκεῖοι τοῦ τοιούτου, θέλοντες νὰ μνημονευθῇ καὶ νὰ ψαλθῇ ἀπὸ τοὺς Ἱερεῖς, καὶ λειτουργία νὰ γένῃ ὑπὲρ τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν του, λέγουν ψεύματα, ὅτι ἦτο ἔξω φρενῶν, καὶ διὰ τοῦτο ἐθανάτωσε τὸν ἑαυτόν του. Μερικαῖς φοραῖς δὲ θανατόνει τινὰς τὸν ἑαυτόν του, ἢ ἀπὸ κᾀμμίαν βλάβην καὶ ἐνόχλησιν ὁποῦ ἔλαβεν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἢ ἀπὸ ὀλιγοψυχίαν καὶ λύπην ὑπερβολικὴν, ἢ ἄλλην κᾀμμίαν ἀφορμὴν, θέλωντας καὶ ἔχωντας τὸν νοῦν τοῦ ὑγιᾶ, διὰ τὸν ὁποῖον δὲν πρέπει νὰ γένῃ λειτουργία καὶ μνημόσυνον, ἐπειδὴ καὶ ἐστάθη αὐτὸς τοῦ ἑαυτοῦ του φονεύς. [ὑποσημείωση 1 … Σημείωσαι δὲ ὅτι τὸν διορισμὸν τοῦ παρόντος Κανόνος προλαβὼν ἐπεκύρωσε καὶ ὁ Πρεσβύτερος ἑνὸς Μοναστηρίου τοῦ Ἁγίου Παχωμίου· ἐπρόσταξε γὰρ οὗτος νὰ μὴ μνημονεύωνται αἱ δύω ἐκεῖναι Μοναχαὶ, ὁποῦ ἐφονεύθησαν ἀφ’ ἑαυτῶν (καὶ ὅρα εἰς τὸν βίον τοῦ Ἁγίου Παχωμίου ἐν τῷ Λαυσαϊκῷ)]».[30]

Γιατὶ λοιπὸν ἐμεῖς νὰ ἐπιβαρύνουμε περισσότερο τὴν κατάσταση τῆς ψυχῆς τοῦ παιδιοῦ παραβιάζοντας τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες; Ἂς ἀφήσουμε τὴν κρίση στὸν Τριαδικὸ Θεό, καὶ ἂς μὴν ἐπεμβαίνουμε ἐμεῖς μὲ ἀνθρώπινες σκέψεις ἀθετώντας τὶς ἐντολές Του.
Ἐπίσης, δὲν ἀποτελεῖ ἡ κήδευσις τῶν αὐτοχείρων, πέρα βέβαια ἀπὸ τὴν περίπτωση τῶν παρανοϊκῶν, ἕνα κακὸ παράδειγμα πρὸς μίμησιν γιὰ ἄλλους, ποὺ θὰ βρίσκονται ἀντίστοιχα σὲ δύσκολες καταστάσεις, θλίψεις καὶ πειρασμούς;

Σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο εἶναι πολὺ χαρακτηριστικὴ ἡ διδασκαλία ἑνὸς Ἁγίου Γέροντος, τοῦ Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἀπὸ τοὺς μεγαλυτέρους Ἁγίους ὅλων τῶν ἐποχῶν.
«-Γέροντα, μερικοὶ ἄνθρωποι, ἂν συναντήσουν κάποια μεγάλη δυσκολία στὴν ζωή τους, ἀμέσως σκέφτονται νὰ αὐτοκτονήσουν.
-Μπαίνει ὁ ἐγωισμὸς στὴν μέση. Οἱ περισσότεροι ποὺ αὐτοκτονοῦν, ἀκοῦν τὸν διάβολο ποὺ τοὺς λέει, πώς, ἂν τερματίσουν τὴν ζωήν τους, θὰ γλιτώσουν ἀπὸ τὸ ἐσωτερικὸ βάσανο ποὺ περνοῦν, καὶ ἀπὸ ἐγωισμὸ αὐτοκτονοῦν. Ἂν λ.χ. κάνει κάποιος μιὰ κλεψιὰ καὶ ἀποδειχθῆ ὅτι ἔκλεψε, ‘πάει, λέει, τώρα ἔγινα ρεζίλι’ καί, ἀντὶ νὰ μετανοήση, νὰ ταπεινωθῆ καὶ νὰ ἐξομολογηθῆ, γιὰ νὰ λυτρωθῆ, αὐτοκτονεῖ. Ἄλλος αὐτοκτονεῖ, γιατὶ τὸ παιδί του εἶναι παράλυτο. ‘Πῶς νὰ ἔχω παράλυτο παιδὶ ἐγώ;’, λέει καὶ ἀπελπίζεται. Ἄν εἶναι ὑπεύθυνος γι’ αὐτὸ καὶ τὸ ἀναγνωρίζη, ἂς μετανοήση. Πῶς βάζει τέρμα στὴν ζωή του καὶ ἀφήνει τὸ παιδὶ στὸ δρόμο; Δὲν εἶναι πιὸ ὑπεύθυνος μετά;
- Γέροντα, συχνὰ ἀκοῦμε γιὰ κάποιον ποὺ αὐτοκτόνησε ὅτι εἶχε ψυχολογικὰ προβλήματα.
- Οἱ ψυχοπαθεῖς, ὅταν αὐτοκτονοῦν, ἔχουν ἐλαφρυντικά, γιατὶ εἶναι σαλεμένο τὸ μυαλό τους. Καὶ συννεφιὰ νὰ δοῦν, νιώθουν ἕνα πλάκωμα. Ἄν ἔχουν καὶ μιὰ στενοχώρια, ἔχουν διπλὴ συννεφιά. Γι’ αὐτοὺς ὅμως ποὺ αὐτοκτονοῦν χωρὶς νὰ εἶναι ψυχοπαθεῖς –καθὼς καὶ γιὰ αἱρετικούς-, δὲν εὔχεται ἡ Ἐκκλησία, ἀλλὰ τοὺς ἀφήνει στὴν κρίση καὶ στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἱερεας δὲν μνημονεύει τὰ ὀνόματά τους στην Προσκομιδὴ οὔτε τοὺς βγάζει μερίδα, γιατὶ μὲ τὴν αὐτοκτονία ἀρνοῦνται, περιφρονοῦν τὴν ζωὴ ποὺ εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι σὰν νὰ τὰ πετοῦν ὅλα στὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλὰ ἐμεῖς πρέπει νὰ κάνουμε πολλὴ προσευχὴ γιὰ ὅσους αὐτοκτονοῦν, γιὰ νὰ κάνη κάτι ὁ Καλὸς Θεὸς καὶ γι’ αὐτούς, γιατὶ δὲν ξέρουμε πῶς ἔγινε καὶ αὐτοκτόνησαν, οὔτε σὲ τί κατάσταση βρέθηκαν τὴν τελευταία στιγμή. Μπορεῖ, τὴν ὥρα ποὺ ξεψυχοῦσαν, νὰ μετάνοιωσαν, νὰ ζήτησαν συγχώρηση ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἔγινε δεκτὴ ἡ μετάνοιά τους, ὁπότε τὴν ψυχή τους τὴν παρέλαβε ἄγγελος Κυρίου.
Εἶχα ἀκούσει ὅτι ἕνα κοριτσάκι σὲ ἕνα χωριὸ πῆγε νὰ βοσκήση τὴν κατσίκα τους. Τὴν ἔδεσε στὸ λιβάδι καὶ πῆγε πιὸ πέρα νὰ παίξη. Ξεχάστηκε ὅμως στὸ παιχνίδι καὶ ἡ κατσίκα λύθηκε καὶ ἔφυγε. Ἔψαξε, ἀλλὰ δὲν τὴν βρῆκε καὶ γύρισε στὸ σπίτι χωρὶς τὴν κατσίκα. Ὁ πατέρας του θύμωσε πολὺ, τὸ ἔδειρε καὶ τὸ ἔδιωξε ἀπὸ τὸ σπίτι. ‘Νὰ πᾶς νὰ βρῆς τὴν κατσίκα, τοῦ εἶπε. Ἄν δὲν τὴν βρῆς νὰ πᾶς νὰ κρεμασθῆς’. Ξεκίνησε τὸ ταλαίπωρο νὰ πάη νὰ ψάξη. Βράδιασε καὶ αὐτὸ ἀκόμη δὲν εἶχε γυρίσει στὸ σπίτι. Οἱ γονεῖς, βλέποντας ὅτι νύχτωσε, βγῆκαν ἀνήσυχοι νὰ βροῦν τὸ παιδί. Ἔψαξαν καὶ τὸ βρῆκαν κρεμασμένο σὲ ἕνα δένδρο. Εἶχε δέσει στὸν λαιμό του τὸ σχοινὶ τῆς κατσίκας καὶ κρεμάστηκε στὸ δένδρο. Τὸ κακόμοιρο εἶχε φιλότιμο καὶ πῆρε κατὰ γράμμα αὐτὸ ποὺ τοῦ εἶπε ὁ πατέρας του. Τὸ ἔθαψαν μετὰ ἔξω ἀπὸ τὸ κοιμητήρι.
Ἡ Ἐκκλησία φυσικὰ καλὰ ἔκανε καὶ τὸ ἔθαψε ἀπ’ ἔξω, γιὰ νὰ φρενάρη ὅσους αὐτοκτονοῦν γιὰ τὸ παραμικρό, ἀλλὰ καὶ ὁ Χριστὸς καλὰ θὰ κάνη, ἂν τὸ βάλη μέσα στὸν Παράδεισο.»
(Γέροντος Παϊσίου, Λόγοι, τ. Δ΄, Οἰκογενειακὴ ζωή, ἔκδ. Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 20032, σσ. 262-264, ὑπογραμμίσεις δικές μας.)

E[15]   Κάθε πότε πρέπει να κοινωνούμε;
Α[15]   διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, σὲ ὅ, τι ἀφορᾷ τὸ θέμα τῶν  αὐτοκτονούντων εἶναι σαφής, διατυπωμένη στὸν 14ον Κανόνα τοὺ Ἁγίου Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας:
Ἡ Θ. Κοινωνία εἶναι κατά τόν ἅγιο Ἱγνάτιο Ἀντιοχείας «φάρμακον ἀθανασίας, ἀντίδοτον τοῦ μή ἀποθανεῖν». Ὁ Κύριος μας συνιστᾶ : «Ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἔχει ζωήν αἰώνιον».  Ὅλοι οἱ Πατέρες συνιστοῦν στούς Χριστιανούς νά μετέχουν συχνά στή Θ. Κοινωνία. 
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος παρακινεῖ: « Ἄς μήν ἀμελοῦμε γιατί ἔχουμε ἀξιωθεῖ μεγάλης ἀγάπης καί τιμῆς. Δέν βλέπετε τά μωρά μέ πόση προθυμία ἁρπάζουν τό μαστό τῆς μητέρας τους; Μέ τήν ἴδια προθυμία ἄς προσερχόμεθα σ᾽ αὐτή τήν Τράπεζα ( δηλ. στή Θεία Εὐχαριστία), μᾶλλον μέ ἀκόμη μεγαλύτερη  κι ἄς ἑλκύσουμε σάν τά μικρά παιδάκια τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί μόνο μιά ὁδύνη ἄς ἔχουμε, τό νά μή μετάσχουμε σ᾽ αὐτή τήν τροφή».  
Ὁ Μ. Βασίλειος γράφει στήν πατρικία Καισαρία: «Βεβαίως καί τό νά κοινωνεῖ κανείς καί νά μεταλαμβάνειτοῦ ἁγίου Σώματος καί αἵματος τοῦ Χριστοῦ καθημερινά εἶναι καλό καί ἐπωφελές, γιατί αὐτός ὁ ἴδιος λέγει σαφῶς : <ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἔχει ζωήν αἰώνιον>.  Καί ποιός ἀμφιβάλλει ὅτι τό νά μετέχει συνεχῶς τῆς ζωῆς δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά νά ζεῖ πολλαχῶς;
Ἐμεῖς πάντως κοινωνοῦμε τέσσερεις φορές τήν ἑβδομάδα. Κυριακή, Τετάρτη, Παρασκευή καί Σάββατο, ἀλλά ἐπίσης καί σέ ἄλλες ἡμέρες, ὅταν ὑπάρχει μνήμη κάποιου Ἁγίου».
Τί σημαίνει ὅμως συχνότητα; Πῶς καί ἀπό ποιόν καθορίζεται; Μήπως ἡ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων ὁδηγεῖ στό συμπέρασμα ὅτι κάθε Χριστιανός μπορεῖ νά κοινωνεῖ κάθε μέρα;
Ὅταν μελετοῦμε πρέπει μέ προσοχή, ταπείνωση καί διάκριση νά ἐξάγουμε τά συμπεράσματά μας.  Π.χ. ὁ ἱερός Χρυσόστομος μέ ὅσα γράφει προσπαθεῖ νά ἐμφυσήσει προθυμία γιά συχνή Θ. Μετάληψη γιατί καί τότε πολλοί χριστιανοί, ὅπως ὁ ἴδιος γράφει, μετελάμβαναν μόνο τό Πάσχα. Τούς παρακινεῖ νά ἔρχονται συχνότερα ἀλλά μέ την κατάλληλη πνευματική προετοιμασία. 
Ἐπίσης ὁ Μ. Βασίλειος γράφει στήν Πατρικία ὅτι εἶναι «καλό καί ἐπωφελές» νά κοινωνεῖ κανείς καθημερινά, ἐνῷ στόν ἑαυτό του καί στά πνευματικά του τέκνα βάζει τό ὅριο τῶν τεσσάρων ἡμερῶν τήν ἑβδομάδα.  Ἀπό τήν ἄλλη μέ πολλούς Κανόνες του ὁ Μ. Βασίλειος ἐπιβάλλει πολυετῆ ἐπιτίμια ἀκοινωνησίας σέ φονεῖς, μοιχούς, πόρνους, ἀρσενοκοίτες, (ὁμοφυλοφύλους) μάγους, κλέπτες κλπ.  Ἀντιστοίχως και ἄλλοι ἐκ τῶν ἱερῶν Κανόνων τῶν Οἰκουμενικῶν καί τοπικῶν Συνόδων καθώς καί Ἁγίων Πατέρων ἐπιβάλλουν ἀκοινωνησία πότε γιά μικρό καί πότε γιά μεγάλο χρονικό διάστημα γιά διάφορα ἁμαρτήματα.
Ἔχουμε ἐπίσης τούς Χριστιανούς πού δέν βαρύνονται μέ μεγάλα ἁμαρτήματα καί οἱ ὁποῖοι σύμφωνα με τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου πρέπει νά μεταλαμβάνουν τό Σῶμα καί τό Αἷμα Του. Προκύπτει λοιπόν τό ἐρώτημα: Ποιός καί μέ ποιά κριτήρια θά ὁρίσει τήν προσέλευση στά Ἄχραντα Μυστήρια;
Ἡ ἀπάντηση δέν εἶναι τόσο ἁπλή γιά ἕνα τόσο σοβαρό ζήτημα, ὅπως ἡ κοινωνία μέ τόν ἴδιο τόν Χριστό. Νομίζουμε ὅτι γιά τό «πότε πρέπει νά κοινωνοῦμε» καθορίζεται ἀπό τρεῖς παράγοντες.
α) Ἡ Ἁγία Γραφή, οἱ ἱεροί Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων. Ὀφείλουν λοιπόν οἱ χριστιανοί νά γνωρίζουν, ὅσο τούς εἶναι δυνατόν, τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας.        
β) Ἡ συνείδηση τοῦ Χριστιανοῦ. « Ἐπιμέλησαι συνειδήσεως», συνιστᾶ ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Ἀσκητής.  Ἡ κατόπιν προσευχῆς αὐτοεξέταση μέ φρόνημα ταπεινό εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά νά πλησιάσουμε τό Ἅγιο Ποτήριο. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει : «δ ο κ ι μ α ζ έ τ ω   δ έ   ἄ ν θ ρ ω π ο ς   ἑ α υ τ ό ν, καί οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καί ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω»( Α΄Κορ. 11, 28). Στόν προηγούμενο στίχο διαβάζουμε: «ὅς ἄν ἐσθίῃ τόν ἄρτον τοῦτον ἤ πίνῃ τό ποτήριον τοῦ Κυρίου ἀναξίως, ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καί αἵματος τοῦ Κυρίου». Ἑπομένως ἡ δοκιμή τοῦ ἑαυτοῦ μας εἶναι ἀπαραίτητη γιά νά μήν κοινωνοῦμε ἀνάξια ἐπειδή «ὁ ἐσθίων καί πίνων ἀναξίως κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καί πίνει μή διακρίνων τό σῶμα τοῦ Κυρίου». Κατακρίνεται λοιπόν καί ἁμαρτάνει ὅποιος κοινωνεῖ ἀνάξια καί πολλές φορές μπορεῖ νά ἀρρωστήσει καί νά πεθάνει ὅπως γράφει ὁ Ἀπόστολος: «διά τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοί ἀσθενεῖς καί ἄρρωστοι καί κοιμῶνται ἱκανοί».  Ἄς μή λησμονοῦμε καί τά λόγια τῆς Ἀκολουθίας τῆς Θ. Μεταλήψεως : « ἄνθραξ ( τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ) γάρ ἐστί τούς ἀναξίους φλέγων».
γ) Ὁ πνευματικός πατήρ.  Ἡ γνώση τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ προσεκτική αὐτοεξέταση δέν εἶναι ἀρκετά γιά νά μᾶς ὁδηγήσουν στή μετοχή τῶν φρικτῶν μυστηρίων.  Τήν κρίση τή δική μας δέν τήν ἐμπιστευόμαστε πλήρως.  Δέν μποροῦμε μόνοι μας νά ἀποφασίσουμε πότε θά κοινωνήσουμε.  Ὁ πνευματικός μας σάν φιλόστοργος πατέρας, ἀπαραιτήτως πρεσβύτερος ἤ ἐπίσκοπος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μᾶς ὁδηγεῖ, ὅπως και σέ ὅλη τήν πνευματική μας ζωή και σ᾽ αὐτό τό κρίσιμο θέμα.  Ἐκεῖνος μᾶς ὑποδεικνύει κάθε πότε θά κοινωνοῦμε. Ἐκεῖνος σάν ἔμπειρος γιατρός μᾶς δίδει σάν φάρμακα τά ἐπιτίμια καί μᾶς ἐπιβάλλει γιά κάποια ἁμαρτήματά μας τήν ἀποχή ἀπό τή Θ. Κοινωνία.  Μᾶς βάζει τόν Κανόνα  δηλαδή τήν προσευχή, τίς μετάνοιες τή νηστεία πού πρέπει νά κάνουμε προτοῦ κοινωνήσουμε.
Παρά ταῦτα ἐπισημαίνουμε ὅτι εἶναι ἀπαραίτητη καί ἡ κατά τό δυνατόν γνώση τῆς ὀρθοδόξου διδασκαλίας πού θά μᾶς βοηθήσει νά ἐπιλέξουμε τόν πνευματικό πατέρας στόν ὁποῖο θά ἐμπιστευθοῦμε τήν ψυχή μας, καθώς καί ἡ κατά Θεόν ἐξέταση τῆς συνειδήσεώς μας. Τά λέγομε αὐτά διότι αὐτούς τούς ἐσχάτους καιρούς πολλοί ψευδοδιδάσκαλοι κυκλοφοροῦν ἀνάμεσά μας.  Ὑπάρχουν «πνευματικοί» πού συνιστοῦν ἄκριτα τή συχνότατη Θ. Κοινωνία χωρίς προϋποθέσεις νηστείας, ἐγκρατείας, μετανοίας. Ὑπάρχουν «πνευματικοί» πού ὑβρίζουν, χλευάζουν καί περιφρονοῦν τούς ἱερούς Κανόνες. Ὑπάρχουν «πνευματικοί» πού ἐπιτρέπουν σέ ὅσους ἔχουν προγαμιαῖες ἐρωτικές σχέσεις, σέ ὅσους δηλαδή πορνεύουν ἤ μοιχεύουν σέ ὅσες κάμουν ἐκτρώσεις καί σέ ὅσους γίνονται συνεργοί σ᾽αὐτές, νά κοινωνοῦν διότι δῆθεν ἄλλαξαν τώρα τά δεδομένα!
Ἡ γνώση λοιπόν ἔστω τῆς βασικῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, τῶν βασικῶν ἱερῶν Κανόνων, τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως εἶναι ἀπαραίτητη σάν κριτήριο αὐτῶν τῶν κακοδόξων ἀπόψεων καί πρακτικῶν καί σάν γνώμονας ἀκόμη καί γιά νά ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό ἱερέα πού διακατέχεται ἀπό ἀντιπαραδοσιακό πνεῦμα.
Ἀλλά καί ἡ συνείδησή μας δέν πρέπει νά ὑπνώττει.  Ἀκόμα καί ὅταν ἔχουμε τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ μας γιά τή Θεία Μετάληψη πάλι πρέπει ταπεινά νά δοκιμάζουμε τόν ἑαυτό μας καί ἔτσι νά προσερχομεθα στή Θεία Εὐχαριστία.
Σέ κάθε περίπτωση πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι ἡ προσωπική μας ἐλευθερία δέν ἀναιρεῖται. Ἡ εὐθύνη μας δέν καταργεῖται στό ὄνομα μιᾶς «ὑπακοῆς» σέ ψευδο-πνευματικούς πού διακηρύσσουν ἀντιευαγγελικές καί ἀντορθόδοξες ἀπόψεις, ἔστω κι ἄν αὐτοί ὑπέχουν περισσότερες εὐθῦνες ἔναντι τοῦ Θεοῦ.

E[16]   Κατ’ αρχήν συγχαρητήρια για την ιστοσελίδα σας, την οποία γνώρισα από το πολύ καλό περιοδικό «Παρακαταθήκη».
        Θὰ ἤθελα νὰ σᾶς ρωτήσω σχετικὰ μὲ τὶς θρησκευτικὲς ὀργανώσεις (ΣΩΤΗΡ-ΖΩΗ κλπ), πὼς ἔχουν δημιουργηθεῖ, ποιὸς ὁ ρόλος τους στὴν Ἐκκλησία, ἂν εἶναι καλύτερα νὰ γίνουμε μέλη τους ἢ νὰ ἐνταχθοῦμε σὲ αὐτές. Ἐπιτρέψτε νὰ ἐκθέσω καὶ τὸν προβληματισμό μου, γιατί νὰ λειτουργοῦν ὅταν ὑπάρχουν ἐνορίες στὶς ὁποῖες γίνονται κηρύγματα, κατηχητικὰ κλπ. Τέλος, γιατί τοὺς προσάπτονται κατηγορίες γιὰ εὐσεβισμό, ἀπαράδεκτες καινοτομίες («ἀφιερωμένοι»), ἀνέραστη - ἠθικιστικὴ ζωὴ κλπ, ὄπως ἀπὸ τὸν καθηγητὴ κ. Γιανναρά. Σᾶς εὐχαριστῶ.
[ΔΙΟΡΘΩΣΙΣ στήν ἀπάντηση]
Α[16]       Πρίν ἀπ᾽ ὅλα πρέπει νά ποῦμε ὅτι πολλοί ὀρθόδοξοι ἀδελφοί μας σχετίζονται μέ τίς χριστιανικές ὀργανώσεις εἴτε ὡς τακτικά μέλη τους εἴτε ὡς συμμετέχοντες στούς κύκλους τους στίς ὁμάδες νέων κλπ.  Πολλοί ἀπ᾽ αὐτούς εἶναι εὐλαβέστατοι καί ἀξιόλογοι. Ὅσα θά εἰπωθοῦν δέν ἀφοροῦν τά πρόσωπα ἀλλά τό πνεῦμα, ἡ νοοτροπία τῶν χριστιανικῶν ὀργανώσεων, άδελφοτήτων κλπ..
Οἱ ὀργανώσεις αὐτές ἀρχίζουν νά ἐμφανίζονται πρός τό τέλος τοῦ 19ου αἰῶνα κυρίως μέ τόν Ἀπόστολο Μακράκη πού ξέφυγε ἀπό τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία. ἀκολουθοῦν ἡ «Ζωή» στήν πρώτη δεκαετία τοῦ 20ου αίῶνα δημιούργημα τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Εὐσεβίου Ματθοπούλου καί οἱ Ὀρθόδοξες Χριστιανικές Ἑνώσεις τοῦ π. Ἀγγέλου Νησιώτου. Στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽60 ἔχουμε τήν ἀπόσχιση ἀπό τή «Ζωή» τμήματος της πού ὀνομάζεται «Σωτήρ», ἐνῷ τήν ἴδια περίοδο ἱδρύεται καί ἡ ἀδελφότης «Σταυρός».
Οἱ ὀργανώσεις αὐτές, σχηματικῶς μιλώντας, ἀποτελοῦν τόν τρίτο πυλῶνα καί τόν πιό πρακτικό ἀπό ὅπου εἰσῆλθε στήν πατρίδα μας ὁ ἐκδυτικισμός, ὁ εὐσεβισμός καί ἡ ἀλλοτρίωση ἀπό τήν ὀρθόδοξη παιδεία καί Παράδοση.  Εἶχε προηγηθεῖ α) ἡ ἀλλοίωση τῆς Παιδείας ἀπό τόν Κοραή καί τούς δυτικοθρεμμένους λογίους καί β) ἡ βίαιη διακυβέρνηση τῶν Βαυαρῶν μέ τούς άντορθόδοξους νόμους, τή διάλυση τῶν μοναστηριῶν καί τήν δικτατορική παρέμβαση στήν Ἐκκλησία.
Οἱ ἱδρυτές τῶν ὀργανώσεων ξεκίνησαν μέ ἁγνές προθέσεις, ἀλλά μέ κρυφή ὑπερηφάνεια καί περιφρόνηση στήν Ὀρθόδοξη παραδοση. Οὐσιαστικά ἀρνήθηκαν τίς ὀρθόδοξες προϋποθέσεις καί μαζί μ᾽ αὐτό τόν ἀληθινό σκοπό τῆς χριστιανικῆς ζωῆς πού εἶναι ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη διά τῆς ἀσκήσεως, ὁ φωτισμός καί ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου.  Θαμπωμένοι ἀπό τά «ἀποτελέσματα» τῶν μεθόδων ἱεραποστολῆς τῶν παπικῶν καί προτεσταντῶν, τίς οἰκειοποιήθηκαν.  Ρίχτηκαν σέ μιά ἀγχώδη δράση μέ κηρύγματα, κατηχητικά κύκλους μελέτης ἁγίας Γραφῆς, κατασκηνώσεις κλπ. ἀκολουθώντας τά δυτικά πρότυπα.  Ἔδωσαν πίστη στήν ἀλλαγή συμπεριφορᾶς καί παρέβλεψαν τή διδασκαλία τῆς ὀρθοδόξου πίστεως.  Πίστεψαν στή δύναμη τῶν πολλῶν λόγων, τῶν ἐπιστημονικῶν ἀποδείξεων καί τῆς πειθοῦς γιά νά μεταστρέψουν τούς ἀνθρώπους, νά τούς φέρουν κοντά στό Θεό. Ἀλλά μέ τόν τρόπο αὐτό πέτυχαν νά βελτιώσουν μόνο ἐξωτερικά τούς ἀνθρώπους πού τούς πλησίαζαν.  Ἡ εὐσέβεια πού συμπεριλαμβάνει τήν ὀρθόδοξη πίστη καί τήν ἐν Χριστῷ ζωή μετατράπηκε σέ εὐσεβισμό σέ «μόρφωσιν εὐσεβείας».  Τό νά πηγαίνουμε στήν Ἐκκλησία εἰ δυνατόν στό ναό τῆς ἀδελφότητος, νά ἐξομολογούμαστε στόν πνευματικό τῆς ἀδελφότητος, νά διαβάζουμε τήν Ἁγία Γραφή, νά μή λέμε ἄσχημα λόγια καί πρό πάντων νά διαβάζουμε τά ἔντυπα τῆς ὀργανώσεως καί νά πηγαίνουμε στούς κύκλους αὐτό ἀποτελοῦσε τό Ακαί τό Ω τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. 
Ὅλο αὐτό τό εὐσεβιστικό κλῖμα ἀρνιόταν καί περιφρονοῦσε τήν ὀρθόδοξη λατρεία, τίς ἀκολουθίες στό Ναό καί κατ᾽ οἶκον, τίς ἀγρυπνίες, τό κομποσκοῖνι, τά συναξάρια καί τά ἀσκητικά βιβλία, τίς ἄνευ ἔλαίου νηστεῖες, τή μοναχική ζωή.  Ὅλα αὐτά τά μέσα πού ἡ ὀρθόδοξη παράδοση  διαθέτει γιά τήν κάθαρση καί τόν ἁγιασμό μας θεωρούνταν ξεπερασμένα καί μουχλιασμένα.  Στή θέση τους μπῆκε ἡ αὐτοσχέδια προσευχή καί τά κηρύγματα στίς αἴθουσες ἀπό λαϊκούς θεολόγους, τά γλυκερά θρησκευτικά τραγουδάκια, ὅπου ἀπουσίαζαν ἡ Παναγία καί οι Ἅγιοι, ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς στά σπίτια τῶν μελῶν ἐπί τῇ βάσει τῶν θρησκευτικῶν ἐντύπων τῶν ὀργανώσεων, ἡ ὀργάνωση «ἱεραποστολικῶν» ἐξορμήσεων, ἡ διανομή περιοδικῶν, τά βιβλιοπωλεῖα μέ βιβλία καί περιοδικά τῶν ὀργανώσεων.
Μέ ὅλη αὐτή τήν προσπάθεια δυστυχῶς διαμορφώθηκαν καί «εἰδικοί» ἄνθρωποι πού δέν μποροῦσαν νά ἐνσωματωθοῦν στή ζωή τῆς Ἐνορίας τους. Δέν μποροῦσαν νά δεχθοῦν ὡς ἀληθινούς χριστιανούς τούς μή ἀνήκοντες σέ κάποια χριστιανική ὀργάνωση.  Χαρά καί ἀνακούφιση ἔβρισκαν μόνο στού κύκλους τῶν ἀδελφοτήτων.  Τούς ἱερεῖς τῶν ἐνοριῶν ἔβλεπαν σάν ἐπαγγελματίες χωρίς ἱεραποστολικό ζῆλο. Μόνο μέσα στούς ναούς τῶν ὀργανώσεων ἔνοιωθαν ὅτι ἐτελεῖτο ὀρθά ἡ λατρεία, μέ ἀπόλυτη τάξη καί πειθαρχία.  Ἔψαλλαν ὅλοι μαζί, οἱ μυστικές ἱερατικές εὐχές φωνάζονταν εἰς ἐπήκοον πάντων, τό ἑρμαφρόδιτο εἶδος ψαλμωδίας τύπου Σακελλαρίδη κυριαρχοῦσε.
Μέ αὐτές τίς μεθόδους τῶν ὀργανώσεων «στέγνωσε» τό ὀρθόδοξο ἀσκητικό φρόνημα μέσα στίς πόλεις.  Σχεδόν ὅλοι οἱ ζηλωτές χριστιανοί πού διψοῦσαν νά διακονήσουν τήν Ἐκκλησία ἀφομοιώθηκαν σάν στελέχη ἤ κληρικοί τῶν χριστιανικῶν ὀργανώσεων.  Ἀκόμη καί οἱ ἔγγαμοι κληρικοί γιά νά εἶναι ἀποδεκτοί ἀπό τούς «συνειδητούς» χριστιανούς ἔπρεπε νά διάκεινται φιλικά πρός τίς ὀργανώσεις, νά ἔχουν τό πνεῦμα τους, νά τίς ἐπαινοῦν καί νά σχετίζονται μαζί τους. Ὁμάδες νέων, κατηχητικά τῶν ἐνοριῶν πολλές φορές καί ἱεροκήρυκες ἐλέγχονταν στήν ἐποχή τῆς ἀκμῆς τῶν ὀργανώσεων ἀπό αὐτές.
Ὅσον ἀφορᾶ στά βιβλία οἱ ὀργανώσεις ἐξέδιδαν στεγνά ἠθικιστικά βιβλία χωρίς ὀρθόδοξη ἰκμάδα καί ἄρωμα.  Ἀκόμη καί τά βιβλία πού σχετίζονταν μέ τούς Μ. Βασίλειο καί ἱερό Χρυσόστομο κλπ. ἦσαν γραμμένα ἀπό τήν ὀπτική γωνία τῆς «δράσεως». Ἐξέδιδαν ἀκόμη οἱ χριστιανικές ὀργανώσεις μυθιστορήματα καί διηγήματα πού ἐξεθείαζαν τό ἔργο τους καί τή βοήθεια πού παρεῖχαν, καθώς καί διηγήματα καθολικῶν καί προτεσταντῶν πολύ συγκινητικά γιά τή μεταστροφή ἀπίστων καί ἁμαρτωλῶν στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Παράλληλα διέθεταν καί φοιτητικά οἰκοτροφεῖα πού ἀποτελοῦσαν φυτώρια εὐσεβιστικῆς ἀγωγῆς καί στελεχῶν τῶν ὁμάδων τῶν Κατηχητικῶν καί τὼν κατασκηνώσεων.
Βέβαια δέν ἔπαψε νά ὑπάρχει τό πιστό λεῖμμα πού ἀκολουθοῦσε τήν ὀρθόδοξη παράδοση.  Μέ ἐπικεφαλῆς τόν Ἅγιο Νεκτάριο, τόν Ἅγιο Νικόλαο τόν Πλανᾶ, τόν π. Φιλόθεο τόν Ζερβᾶκο, τόν π. Αθανάσιο τόν Χαμακιώτη, τόν π. Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο, τό Φώτη Κόντογλου κλπ. πολλοί ἄνθρωποι προτίμησαν τήν τεθλιμμένη ὁδό τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὀρθόδοξα βιβλία ἐξέδιδαν τότε οἱ ἐκδόσεις «Ἁγιορείτικη Βιβλιόθηκη», ἐνῷ καί ὁ «Αστήρ» στό τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽50 ἐξέδωσε τήν Φιλοκαλία, ἔργα τοῦ π. Θεοκλήτου Διονυσιάτου, καί τοῦ Φώτη Κόντογλου.
Αὐτή πάντως ἡ ἀποκοπή πού ἐπέφεραν οἱ χριστιανικές ὀργανώσεις ἀπό τίς ὀρθόδοξες ρίζες εἶχε καί ἔχει θλιβερές συνέπειες στή ζωή τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας.  Ἔπαψαν οἱ χριστιανοί νά νηστεύουν, νά ἀγρυπνοῦν, νά κάμουν μετάνοιες, νά συχνάζουν μέ ζῆλο στίς ἀκολουθίες. Αὐτά ὅμως εἶναι πού διεγείρουν στήν ψυχή τόν θεῖο ἔρωτα, πού φέρουν τή Χάρη στήν ψυχή καί τή θεραπεύουν.  Καί σ᾽ αὐτό ἔχει δίκιο ὁ καθηγητής Γιανναρᾶς, ὅταν μιλάει γιά ἀνέραστη χριστιανική ζωή. (Βέβαια ὁ ἐν λόγῳ καθηγητής ὑπερτονίζοντας τό ἐρωτικό στοιχεῖο καί μεταφέροντάς το στόν ἀνθρώπινο ἔρωτα πολλές φορές ξεφεύγει σέ νικολαϊτικές ἀπόψεις, δηλαδή σέ ἕναν ἄκρατο ἐρωτισμό).  Μέσα ἀπό τή συναισθηματική προσέγγιση τοῦ Χριστοῦ πού καλλιέργησαν οἱ ὀργανώσεις, ἡ ψυχή μένει νεκρή. Καλλιεργεῖται ἡ ὑπερηφάνεια καί ἡ αὐτάρκεια τοῦ θρησκευομένου, τό κλείσιμο στόν κύκλο τῶν ὁμοϊδεατῶν του. 
Αὐτή ἡ ὀργανωσιακή νοοτροπία ἐπηρέασε πολλούς χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι δίδουν σημασία σέ ἐκείνους τούς χριστιανούς κληρικούς καί λαϊκούς πού ἀναπτύσσουν δράση ἀνάμεσα στούς νέους ἤ στό φιλανθρωπικό τομέα ἤ σέ κηρύγματα κλπ.  Με λίγα λόγια διέστρεψε τά κριτήρια τῶν πιστῶν, τά πνευματικά τους αἰσθητήρια. Παραθεωρήθηκε ἡ ἁγιότητα.  Ὁ ἀγωνιζόμενος ἄνθρωπος δέν ἦταν γιά τήν ὀργανωσιακή νοοτροπία ὁ ταπεινά προσευχόμενος νηστεύων καθαιρόμενος καί τηρῶν τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ὁ παρών σέ κάθε δράση καί ἐκδήλωση τῆς ὀργανώσεως μέ στόχο τήν εὐρύτερη προώθηση τῆς δύναμης της.
Βέβαια αὐτά συνέβαιναν ἰδιαιτέρως στήν ἐποχή τῆς ἀκμῆς τῶν ὀργανώσεων γιατί ἀπό τά μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽60 ἄρχισε μιά ἄνθηση τοῦ μοναχισμοῦ τῆς ἐκδόσεως πατερικῶν καί ἀσκητικῶν κειμένων πού ἄλλαξαν αὐτό τό νοσηρό-προτεσταντικό κλῖμα.  Πολλοί ἄνθρωποι ἐστράφησαν στήν ὀρθόδοξη ἄσκηση, στό μοναχισμό καί ἀναζήτησαν μιά γνησιότερη ζωή.  Σ᾽ αὐτό συνετέλεσαν τά μοναστήρια μας καί οἱ ἁγιασμένοι ἄνθρωποι τοῦ καιροῦ μας, ὅπως ὁ π. Παϊσιος, ὁ π. Πορφύριος καί ὁ π. Ἰάκωβος.
Παράλληλα καί οἱ χριστιανικές ὀργανώσεις βελτίωσαν τή νοοτροπία τους, δέχθηκαν πολλά στοιχεῖα τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως καί ἀπέβαλαν τό ἔντονο ἀντιμοναχικό τους πνεῦμα.
Παρά ταῦτα ἡ εὐσεβιστική μιζέρια παρέμεινε καί μεταπήδησε στήν ἐνοριακή ζωή, καθώς σέ κάποιες ἐνορίες τό βάρος τῆς ποιμαντικῆς ἐργασίας τῶν ἱερέων πέφτει σέ μιά πολυδιαφημιζόμενη δράση, πού ἀπαιτεῖ διαρκῆ συγκέντρωση χρημάτων, ἀναζήτηση χορηγῶν καί δημόσιες σχέσεις.  Αὐτά ἀλλοιώνουν τό γνήσιο ὀρθόδοξο φρόνημα κληρικῶν καί λαϊκῶν πού ἀφήνουν τήν νηπτική δηλαδή τήν ἐσωτερική ἐργασία, τήν ἀκριβῆ καί ὄχι «κουτσουρεμένη» τέλεση ἤ συμμετοχή στίς ἀκολουθίες καί τήν καθαρή ἐξομολόγηση καί ἐπιδίδονται σέ ποικίλες ἐπαφές καί συναντήσεις σέ ἐνασχόληση μέ κοσμικά θέματα, ὅπως ἡ προστασία τοῦ περιβάλλοντος, στήν προώθηση τῆς ψυχολογικῆς μεταχειρίσεως τῶν ἐνοριτῶν, σέ ὑποκριτικά χαμόγελα καί μιά βολική θρησκευτική ζωή.
Ἀκόμα καί ἡ προσπάθεια γιά τή λεγόμενη «λειτουργική ἀνανέωση», πού περιλαμβάνει στήν προοπτική της τήν μετάφραση τῶν λειτουργικῶν κειμένων, τήν ἀλλαγή τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, τήν ἀλλαγή τῆς τελετουργικῆς τάξεως κλπ. ἔχει τίς ρίζες της στόν εὐσεβισμό τῶν ὀργανώσεων.  Αὐτές ἦσαν οἱ ὁποῖες «ἤρξαντο χειρῶν ἀδίκων» τόσο πρακτικά, μέ τήν τέλεση τῶν ἀκολουθιῶν στούς ναούς τῶν ὀργανώσεων μέ ἕνα διαφορετικό πνεῦμα «συμμετοχῆς» τῶν πιστῶν, ὅσο καί θεωρητικά μέ τή διδασκαλία καθηγητῶν πού ἦσαν μέλη τους καί τήν ἔκδοση σχετικῶν βιβλίων καί ἄρθρων.
Πολλοί ἀναγνῶστες διαβάζοντας τά ἀνωτέρω θά λυπηθοῦν καί θά θυμώσουν νομίζοντάς μας ἀχάριστους γιά ὅσα προσέφεραν οἱ ὀργανώσεις.  Ἀλλά...δέν φθάνει νά προσφέρεις, ἀλλά πρέπει νά προσφέρεις καί τό καλλίτερο. Ἡ θυσία τοῦ Ἄβελ ἔγινε δεκτή ἀπό τόν Θεό γιατί προσέφερε ὅ, τι καλλίτερο εἶχε ἐνῷ τοῦ Κάϊν τά δῶρα γιά τήν κακή τους ποιότητα δέν ἐγένοντο δεκτά.  Οἱ χριστιανικές ὀργανώσεις ἀποκοπτόμενες ἀπό τόν ὀργανικό τους σύνδεσμο μέ τήν Ἐκκλησία, προσέφεραν στό λαό τοῦ Θεοῦ ὄχι τό καλλίτερο, τή ζωογόνο ὀρθόδοξη νηπτική καί πατερική παράδοση, ἀλλά τά ξυλοκέρατα τῆς Δύσεως καί ὁδήγησαν πολλούς ἀνθρώπους σέ πνευματικό μαρασμό.  Τήν τελική βέβαια ἀξιολόγηση θά τήν κάμει ὁ Χριστός γιατί καί μέσα στίς ὀργανώσεις ὑπῆρχαν καί ὑπάρχουν ἀγαθῆς διαθέσεως ἄνθρωποι ἀγωνιζόμενοι γιά τήν ψυχή τους καί τί καλό τῶν ἄλλων.  Ἐκεῖνο πού καταδικάζεται, ὅπως εἴπαμε, εἶναι ἡ ἀρρωστημένη νοοτροπία πού ζημίωσε πολλές ψυχές.
Μετά τά ἀνωτέρω φρονοῦμε ὅτι δέν χρειάζεται νά ἐντάσσεται κανείς στίς ὀργανώσεις αὐτές.  Μπορεῖ κάλλιστα νά παραμένει ἐντεταγμένος φυσικά στήν ἐνορία καί τή ζωή της ἐνισχύοντας κατά τό δυνατόν κάθε πνευματική προσπάθεια καί πρό πάντων ζώντας ἐν πνεύματι ἐλευθερίας, μέσα στή Χάρη πού παρέχουν τά ἱερά Μυστήρια καί οἱ ἱερές Ἀκολουθίες.